Εφημερία. Κυριακή βράδυ. Η πρώτη φράση προστίθεται σαν βαριά πέτρα στην ήδη πολύ βαριά ανησυχία σου για τον άνθρωπό σου. «Εξι ώρες περίπου είναι ο μέσος όρος αναμονής». Ηταν απόλυτα ακριβές. Εξι ώρες για το πέρας όλων των εξετάσεων. Και άλλες τρεις ώρες μέχρι να μπούμε στο δωμάτιο της νοσηλείας, στις πέντε τα ξημερώματα.
Ολη η ανθρωπογεωγραφία μπροστά στα μάτια σου, στις αντιδράσεις, στους διαλόγους, στα νεύρα, στην προσπάθεια – στην υπεράνθρωπη προσπάθεια.
Για να είμαι ακριβής, όχι όλη η ανθρωπογεωγραφία, αλλά μόνο εκείνη της αδυναμίας. Και της ανέχειας αν θέλεις – εφόσον μιλάμε για δημόσιο νοσοκομείο. Ανθρωποι από παντού, και από όλες τις ασθένειες, φυλλαράκια στον δυνατό αέρα του έκτακτου, του τυχαίου ή του ατυχούς, του απλωμένου χεριού για βοήθεια.
Η φράση της νεαρής καρδιολόγου απόλυτα ειλικρινής, κυνική και απάνθρωπη – δίχως δική της ευθύνη -, τη δικαιολόγησα απόλυτα. «Θα περιμένετε κάνα δίωρο στον αξονικό, γιατί καταλαβαίνετε πως προηγούνται πιο μικρές ηλικίες από έναν ογδονταπεντάχρονο, ακόμα κι αν υπάρχουν φόβοι για σπασμένο ανεύρυσμα, που σημαίνει πως όλα είναι στην κόψη της στιγμής».
Πριν από δύο Κυριακές έγραφα πως ο πολιτισμός κρατάει εν υπνώσει τον κακό μας εαυτό, μεταθέτει το τι είμαστε ικανοί να κάνουμε. Ο πολιτισμός μας δεν έχει καταφέρει να μην αναγκάσει αυτή τη νεαρή γιατρό να ξεστομίσει μια τέτοια ατάκα. Κι εμένα να την αποδεχτώ και να τη δικαιολογήσω γιατί έφερα αμέσως στο μυαλό μου τη θέση ενός πατέρα που περίμενε στον αξονικό για το παιδί του και όχι ενός γιου για τον πατέρα.
Και άρχισα να «λαϊκίζω». Να σκέφτομαι πως μόνο μία ερώτηση έχω να κάνω σε όσους κυβέρνησαν και κυβερνούν αυτή τη χώρα. Μία ερώτηση με πολλά σκέλη.
Οταν αναλάβατε, πόσους αξονικούς τομογράφους παραλάβατε και πόσους αφήσατε; Πόσους αξονικούς και πόσους τους κάνατε; Πόσο μειώσατε τον χρόνο αναμονής ενός ογδονταπεντάχρονου σε ένα άθλιο ράντζο; Με λίγα λόγια, πόσο πόνο απαλύνατε; Πόση αξιοπρέπεια διασώσατε σε εκείνους που σκαρφίζονται τρόπους ή παρακαλάνε για ένα κρεβάτι, για κάποια προνομιακή μεταχείριση, για την παράκαμψη της σειράς, γιατί ένα γέρικο χέρι τρέμει μέσα στο χέρι τους και πρέπει κάτι να κάνουν, να επιστρέψουν την αγάπη και το νοιάξιμο χρόνων;
Θέλω αριθμούς, νούμερα, τίποτε άλλο. Καμία θεωρία, καμία ρητορική, δεν είμαστε σε τηλεοπτικό πάνελ, είμαστε εδώ, είναι νύχτα, η αναπνοή βαραίνει, ο φόβος σε παραλύει και δεν αντέχεις άλλο δύο μάτια επάνω σου να σου ζητάνε θαύμα.
(Προσέθεσα στον «λαϊκισμό» μου και λίγες γλαφυρές πινελιές συναισθηματισμού.)
Στην Ελλάδα οι πολιτικοί υποδύονται τους δημοσιογράφους και τους σχολιαστές – βγαίνουν στα πάνελ και σχολιάζουν την άσχημη κατάσταση – ή τους φιλόσοφους και τους πολιτικούς επιστήμονες – θεωρητικολογούν υπέρ ή κατά των δομικών στοιχείων γενικών ιδεολογιών και πολιτικών συστημάτων. Αν ήθελαν να γίνουν κάτι άλλο, ας γίνονταν.
Προσπαθώ σκληρά να μη μεταθέτω σε κανέναν την ευθύνη για τον δικό μου κακό εαυτό – όταν εκδηλώνεται – και να κατανοώ όσο μπορώ τις δυσκολίες και τις ιδιαιτερότητες.
Αλλά επιτρέψτε μου να διατηρώ και τον θυμό μου ακέραιο. Και να επιμένω στις παραπάνω ερωτήσεις.
Ο Οδυσσέας Ιωάννου είναι συγγραφέας – στιχουργός.