Είκοσι πέντε χρόνια μετά, η Ρουάντα θυμάται σήμερα τη γενοκτονία του 1994, κατά τη διάρκεια της οποίας φονεύτηκαν τουλάχιστον 800.000 άνθρωποι, στην πλειονότητά τους μέλη της φυλής Τούτσι. Ήταν μια τραγωδία που άλλαξε για πάντα τη χώρα.
Σε διάστημα μίας γενιάς η Ρουάντα έχει ανοικοδομηθεί σε πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο. Όμως, οι μνήμες της τελευταίας γενοκτονίας του 20ού αιώνα δεν έχουν σβηστεί. Τα τραύματά της έχουν ακόμη επιπτώσεις σε όσους την έζησαν, αλλά και στους νέους.
Η σημερινή ημέρα αποτελεί την έναρξη μιας εβδομάδας εκδηλώσεων αφιερωμένων στη γενοκτονία και ενός πένθους 100 ημερών, μιας περιόδου μνήμης ιδιαίτερα οδυνηρής για τους επιζώντες και τις οικογένειές τους.
Ο πρόεδρος της χώρας, ο 61χρονος Πολ Καγκάμε, θα σηματοδοτήσει την έναρξη των εκδηλώσεων με την κατάθεση στεφάνου και το άναμμα της φλόγας στο μνημείο Γκισόζι στο Κιγκάλι, όπου έχουν ταφεί περισσότερα από 250.000 θύματα της γενοκτονίας.
Στη συνέχεια θα απευθύνει την καθιερωμένη του ομιλία και θα ηγηθεί μιας πορείας μνήμης προς το στάδιο Αμαχόρο («ειρήνη» στην τοπική γλώσσα), όπου θα πραγματοποιηθεί αγρυπνία. Στο στάδιο αυτό είχαν καταφύγει το 1994 χιλιάδες Τούτσι, για να γλιτώσουν υπό την προστασία του ΟΗΕ από τη σφαγή.
Υποκινηθείσα από το καθεστώς των Χούτου, που ήταν τότε στην εξουσία στη Ρουάντα, η γενοκτονία κόστισε από τον Απρίλιο έως τον Ιούλιο τη ζωή σε τουλάχιστον 800.000 ανθρώπους, κυρίως Τούτσι, αλλά και μετριοπαθείς Χούτου.
Αφορμή για την έναρξη των σφαγών ήταν η δολοφονία το βράδυ της 6ης Απριλίου 1994 του προέδρου της χώρας, Ζουβενάλ Χαμπιαριμάνα, που ανήκε στη φυλή των Χούτου, όταν καταρρίφθηκε το αεροπλάνο στο οποίο επέβαινε.
Κατηγορώντας τους Τούτσι ότι ευθύνονται για την κατάρριψή του, την επομένη οι ένοπλες δυνάμεις της Ρουάντα και η ακραία πολιτοφυλακή των Χούτου Ιντεραχάμουε έδωσαν την εντολή για να ξεκινήσουν οι σφαγές.
Υποκινηθέντες από τις Αρχές και τα «μέσα ενημέρωσης του μίσους», πολλοί πολίτες από όλες τις κοινωνικές τάξεις άρχισαν να φονεύουν άνδρες, γυναίκες και παιδιά της φυλής Τούτσι σε όλη τη Ρουάντα.
Χούτου που αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στη σφαγή ή που θεωρούνταν φίλα προσκείμενοι στους Τούτσι επίσης φονεύτηκαν. Η γενοκτονία σταμάτησε όταν στις 4 Ιουλίου εισήλθε στο Κιγκάλι ο στρατός των ανταρτών Τούτσι Πατριωτικό Μέτωπο της Ρουάντα, με επικεφαλής τον 36χρονο Πολ Καγκάμε.
Περίπου δέκα αρχηγοί κρατών αναμένεται να συμμετάσχουν στις εκδηλώσεις μνήμης. Ο πρωθυπουργός του Βελγίου, Σαρλ Μισέλ, είναι ο μόνος μη Αφρικανός.
Ο γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, είχε προσκληθεί, όμως ανακοίνωσε ότι δε θα παραστεί εξαιτίας φορτωμένου προγράμματος. Η απουσία του προκάλεσε απογοήτευση στους κατοίκους της Ρουάντα, οι οποίοι ήλπιζαν ότι ο Μακρόν θα ζητούσε συγγνώμη για το ρόλο της Γαλλίας στη γενοκτονία.
Η κυβέρνηση της Ρουάντα κατηγορεί το Παρίσι ότι ήταν συνεργός του καθεστώτος των Χούτου, που ευθύνεται για τη γενοκτονία, αλλά και ότι συμμετείχε ενεργά στις σφαγές, κάτι που οι γαλλικές Αρχές αρνούνται.
Η αντιπαράθεση αυτή δηλητηριάζει τις σχέσεις μεταξύ Γαλλίας και Ρουάντα, αν και έχουν βελτιωθεί μετά την εκλογή Μακρόν, ο οποίος έχει προβεί σε δύο συμβολικές κινήσεις.
Αρχικά ζήτησε να τον εκπροσωπήσει στις εκδηλώσεις μνήμης ο βουλευτής Ερβέ Μπερβίλ, ο οποίος ανήκει στη φυλή Τούτσι και υιοθετήθηκε από οικογένεια Γάλλων το 1994.
Επιπλέον, ανακοίνωσε την Παρασκευή το άνοιγμα από μια επιτροπή ιστορικών «όλων των γαλλικών αρχείων» της περιόδου 1990-1994, κάτι στο οποίο είχε δεσμευτεί το Μάιο του 2018, έπειτα από συνάντηση που είχε με τον Καγκάμε.
(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)