Η εταιρεία Παπουτσάνης με τα παραδοσιακά προϊόντα και την πλούσια ιστορία κινδύνεψε στις αρχές της δεκαετίας του 2010 με «λουκέτο», αλλά η αλλαγή διοίκησης, το φρέσκο χρήμα που εισέρρευσε στα ταμεία μέσω αυξήσεων κεφαλαίου και το σύγχρονο εργοστάσιο σαπωνοποιίας της Ριτσώνας, το οποίο πάντα εξασφάλιζε συμβόλαια για παραγωγή προς τρίτους, συνέβαλαν στην αναβίωσή της με αποτέλεσμα σήμερα το management να επεξεργάζεται φιλόδοξα πλάνα για την περαιτέρω ανάπτυξη της εισηγμένης επιχείρησης.
«Το turn around story της Παπουτσάνης έχει πιστοποιηθεί. Από εδώ και μπρος επιθυμούμε για το 2019 να διατηρήσουμε τον ρυθμό ανόδου των πωλήσεων του 2018, να αυξήσουμε τις εξαγωγές και να ενισχύσουμε τα δίκτυα διανομής» ανέφερε σε συνάντηση με δημοσιογράφους ο νέος διευθύνων σύμβουλος της Παπουτσάνης κ. Μιχάλης Παναγής.
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Παπουτσάνης και εκ των βασικών μετόχων (μαζί με τον κ. Γιώργο Γκάτζαρο) κ. Μενέλαος Τασόπουλος: «Ολα αυτά τα χρόνια καταφέραμε να αυξήσουνε τους όγκους μας και να βελτιώσουμε ταυτόχρονα τα κόστη μας. Ο χρυσός αυτός κανόνας θα συνεχιστεί αλλά πλέον θα δώσουμε έμφαση στο εμπορικό κομμάτι, στα νέα δίκτυα διανομής για τα προϊόντα μας, στις συνεργασίες με μεγάλους οίκους του εξωτερικού και στις εξαγωγές που από το 41% του συνολικού κύκλου εργασιών το 2018, εκτιμούμε ότι το 2019 θα αντιπροσωπεύουν το 50% του τζίρου».
Το μείγμα των πωλήσεων
Το 23% του συνολικού κύκλου εργασιών της Παπουτσάνης προέρχεται από πωλήσεις επωνύμων προϊόντων της (Olivia, Karavaki, Natura, Aromatics κ.λπ.) στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ο τομέας αυτός αναπτύχθηκε κατά 10% το 2018 κυρίως λόγω της αύξησης των εξαγωγών και της αύξησης των πωλήσεων στις ελληνικές αλυσίδες σουπερμάρκετ.Το 33% του κύκλου εργασιών αφορά πωλήσεις προς την ξενοδοχειακή αγορά, οι οποίες αναπτύχθηκαν κατά 10% το έτος 2018. Η ανάπτυξη αυτή προήλθε από τις αγορές του εξωτερικού στις οποίες έχει παρουσία η Παπουτσάνης, κυρίως μέσω της συνεργασίας της με τη SYSCO Guest Supply.
Επώνυμα προϊόντα της Παπουτσάνης, υπό τα σήματα Olivia, Skin Essentials, Καραβάκι κ.ά., καθώς και προϊόντα Κορρέ – σε συνεργασία με την ομώνυμη εταιρεία – διανέμονται σε μεγάλες αλυσίδες ξενοδοχείων και σε μεμονωμένες ξενοδοχειακές μονάδες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Οι παραγωγές προϊόντων για τρίτους αντιπροσωπεύουν το 29% του κύκλου εργασιών της Παπουτσάνης. Στη συγκεκριμένη κατηγορία σημειώθηκε αύξηση πωλήσεων κατά 16% στη χρήση 2018, σε σχέση με το έτος 2017. Η ανάπτυξη αυτή προήλθε από την ελληνική αγορά και τη διεύρυνση υφιστάμενης συνεργασίας με μεγάλη πολυεθνική εταιρεία του χώρου.
Τέλος, το 15% του κύκλου εργασιών προέρχεται από βιομηχανικές πωλήσεις σαπωνόμαζας, ως πρώτης ύλης για την παραγωγή σαπουνιών. Η κατηγορία αυτή αναπτύχθηκε κατά 50% μεταξύ 2017 και 2018, λόγω της σημαντικής αύξησης των εξαγωγών.
Οι πωλήσεις της συγκεκριμένης κατηγορίας παρουσιάζουν σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης την τελευταία τριετία, που οφείλεται στην αύξηση της ζήτησης από εταιρείες εξωτερικού για ειδικούς τύπους σαπωνόμαζας που μπορεί και προμηθεύει η Παπουτσάνης. Είναι ενδεικτικό ότι εξαγωγές σαπωνόμαζας γίνονται και στη Γαλλία, μια χώρα με παράδοση και τεχνογνωσία στη σαπωνοποιία.
Θυγατρική στην Πολωνία
Οι εξαγωγές της Παπουτσάνης ανήλθαν στα 10 εκατ. ευρώ το 2018. Η διοίκηση θα δώσει έμφαση στην επέκταση των εξαγωγών σε ΗΠΑ, Καναδά και Κορέα. Πρόσφατα η Παπουτσάνης προχώρησε στη σύσταση εμπορικής εταιρείας joint venture στην Πολωνία μαζί με την πολωνική σαπωνοποιία Betasoap Sp. Η νέα εταιρεία με την επωνυμία Papoutsanis Sp. θα εμπορεύεται τα προϊόντα της Παπουτσάνης στην αγορά της Πολωνίας.
Το 2018 οι συνολικές πωλήσεις της Παπουτσάνης ΑΒΕΕ διαμορφώθηκαν στα 24,2 εκατ ευρώ, αυξημένες κατά 16,7% σε σχέση με το 2017. Τα κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (EBITDA) άγγιξαν τα 2,9 εκατ. ευρώ, έναντι 2,3 εκατ. ευρώ το 2017, αυξημένα κατά 24,5% και τα κέρδη μετά από φόρους διαμορφώθηκαν σε 1,1 εκατ. ευρώ έναντι 0,42 εκατ. ευρώ το 2017.
Ο καθαρός τραπεζικός δανεισμός (τραπεζικά δάνεια μείον ταμειακά διαθέσιμα) κατήλθε σε 6,36 εκατ. ευρώ έναντι 6,88 εκατ. ευρώ το 2017.
Το ιστορικό
Η εταιρεία ιδρύθηκε το 1870 στο Πλωμάρι της Λέσβου από τον Δημήτρη Παπουτσάνη, ο οποίος με πρώτη ύλη τα φυτικά έλαια ίδρυσε τη φερώνυμη σαπωνοποιία. Το 1913 οι εγκαταστάσεις μεταφέρθηκαν στον Πειραιά και το 1965 έγινε μετεγκατάσταση στη Νέα Κηφισιά. Το 1972 η εταιρεία εισήχθη στο Χρηματιστήριο και στις αρχές του 1990 η οικογένεια Παπουτσάνη μεταβίβασε τις μετοχές στον όμιλο Δαυίδ. Το 2001 δημιουργήθηκε το σύγχρονο εργοστάσιο παραγωγής προϊόντων προσωπικής φροντίδας στη Ριτσώνα Ευβοίας.