«Αυτά σκεφτόμουν όταν άκουσα έναν σφυριχτό ήχο από πάνω. Μπερδεύτηκα για μια στιγμή και μετά συνειδητοποίησα πως ήταν ένα ελικόπτερο που ετοιμαζόταν να προσγειωθεί, με επιβάτες τους γονείς μου, οι οποίοι θέλοντας να μου κάνουν έκπληξη, είχαν έρθει αεροπορικώς από το Λονδίνο και, όταν έφτασαν στο Λος Αντζελες, νοίκιασαν ελικόπτερο για να τους φέρει στο Τοπάνγκα Κάνιον. Ετρεξα στο μπάνιο, έκανα ένα γρήγορο ντους, φόρεσα καθαρό παντελόνι και πουκάμισο – το περισσότερο που μπορούσα να κάνω τα τρία, τέσσερα λεπτά μέχρι να φτάσουν. Ο ήχος της μηχανής ήταν εκκωφαντικός, κι έτσι κατάλαβα ότι το ελικόπτερο πρέπει να είχε προσγειωθεί στον επίπεδο βράχο δίπλα στο σπίτι μου. Πετάχτηκα έξω ενθουσιασμένος να χαιρετήσω τους γονείς μου – αλλά δεν υπήρχε τίποτε στον βράχο, δεν έβλεπα κανένα ελικόπτερο, και ο πολύ δυνατός ήχος της μηχανής είχε σταματήσει απότομα. Η ησυχία και το κενό, η απογοήτευσή μου, με έκαναν να βάλω τα κλάματα. Είχα χαρεί και είχα ενθουσιαστεί τόσο πολύ και τώρα δεν υπήρχε τίποτε». Ετσι περιγράφει ο Ολιβερ Σακς (Oliver Sacks, 1933-2015) τη δική του εμπειρία ψευδαισθήσεων, η οποία οφειλόταν στη χρήση ουσιών, στο βιβλίο του «Ψευδαισθήσεις», το οποίο κυκλοφόρησε μεταφρασμένο από την αγγλική στα τέλη του 2018 από τις εκδόσεις Ροπή.
Πιθανότατα για τους αναγνώστες του BHMA-Science ο βρετανικής καταγωγής νευρολόγος και συγγραφέας, ο οποίος διέπρεψε στις ΗΠΑ, δεν χρειάζεται συστάσεις. Τα βασισμένα σε ιατρικά περιστατικά βιβλία του έχουν κάνει τον Σακς γνωστό και αγαπητό ανά τον κόσμο καθώς από μέσα τους αναδύεται η αγάπη του για τον άνθρωπο, εν προκειμένω δε τον άρρωστο άνθρωπο του οποίου η νευρολογική διαταραχή μπορεί να τον έχει απογυμνώσει από ικανότητες και δεξιότητες που θεωρούμε συνώνυμες της ανθρώπινης ύπαρξης. Η αφήγηση της προσπάθειας του γιατρού να μπει στη θέση των ασθενών του, να ανακαλύψει περισσότερα για την όποια ασθένεια, όσο σπάνια και αν είναι (ανατρέχοντας στη βιβλιογραφία, σύγχρονη αλλά και περασμένων αιώνων) και εν τέλει να βοηθήσει τον ασθενή στον αγώνα του να βρει έναν τρόπο να ζήσει μια όσο τον δυνατόν πληρέστερη ζωή παρά το πρόβλημα, δίνει πάντα στα αναγνώσματα του Σακς έναν αέρα αισιοδοξίας. Παράλληλα δε αφαιρεί το στίγμα που πιθανόν να υπάρχει σε σχέση με κάποιες ασθένειες ή καταστάσεις.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι παραισθήσεις τις οποίες οι περισσότεροι συνδέουμε με τη σχιζοφρένεια αλλά που δεν είναι καθόλου έτσι. Οπως θα αποκομίσει ο αναγνώστης του καλογραμμένου και καλομεταφρασμένου αυτού βιβλίου, οι παραισθήσεις μπορούν να έχουν πολύ περισσότερες αιτίες, από την ημικρανία και τις επιληπτικές κρίσεις μέχρι τον αλκοολισμό, τη χρήση ουσιών αλλά και το γήρας και τη φυσική έκπτωση των αισθητηριακών λειτουργιών τις οποίες ο εγκέφαλος δραστηριοποιείται για να αναπληρώσει.
Ο ίδιος ο Σακς φοβήθηκε ότι έπασχε από σχιζοφρένεια όταν οι παραισθήσεις του συνεχίστηκαν, παρά τη διακοπή της λήψης ουσιών (αμφεταμίνες), αλλά μια έμπειρη φίλη γιατρός τού εξήγησε ότι ήταν συμπτώματα της στέρησης. Ευτυχώς για όλους όσοι αγάπησαν τα βιβλία του ο Σακς σταμάτησε πολύ νωρίς στη ζωή του να παίρνει ψυχοδραστικές ουσίες. Δεν ξέχασε όμως τους φόβους που μπορεί να γεννήσουν. Ετσι στο πρώτο κεφάλαιο, όπου περιγράφονται ψευδαισθήσεις ατόμων που χάνουν την όρασή τους (πρόκειται για το Σύνδρομο Σαρλ Μπονέ, κατά το οποίο ο δραστήριος εγκέφαλος παράγει εικόνες, παρά το γεγονός ότι ο κατεστραμμένος αμφιβληστροειδής δεν λειτουργεί) αντιλαμβάνεται πλήρως τη γηραιά κυρία η οποία φοβάται να διηγηθεί τα «οράματά» της στις νοσηλεύτριες του οίκου ευγηρίας όπου φιλοξενείται για να μην τη θεωρήσουν ψυχικά διαταραγμένη.
Συχνά ο Σακς δεν αρκείται στο να αφαιρέσει το πιθανό στίγμα, αλλά πηγαίνει ένα βήμα πιο κάτω αναδεικνύοντας τη θετική πλευρά των πραγμάτων. Εν προκειμένω θυμίζοντάς μας ότι ορισμένα αριστουργήματα του ανθρωπίνου πνεύματος μπορεί να οφείλονται στην «κακή» τύχη των δημιουργών τους να ζουν σε έναν κόσμο εμπλουτισμένο από ψευδαισθήσεις. Είναι βέβαιον ότι οι αναγνώστες θα πλουτίσουν ποικιλοτρόπως τη δική τους ζωή μέσα από αυτό το βιβλίο των ψευδαισθήσεων.