Ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνήματα του 20ου αιώνα είναι το Catch-22 του Joseph Heller. Ο τίτλος του αντιπολεμικού αυτού βιβλίου παραπέμπει σε έναν αυτοαναιρούμενο κανόνα που επικαλείται ένας από τους ήρωες, ένα στρατιωτικός ψυχίατρος που υποστηρίζει ότι οποιοσδήποτε επικαλείται παράνοια για να αποφύγει την πολεμική δράση, προφανώς και δεν είναι παρανοϊκός, εφόσον η επιθυμία του να αποφύγει τον πόλεμο επιβεβαιώνει ότι έχει σώας τα φρένας.
Έκτοτε ο τίτλος του βιβλίου έμεινε συνώνυμος με τον αντιφατικό και αυτοαναιρούμενο κανόνα.
Σε αυτή, όμως, την κατηγορία ετοιμάζεται να προστεθεί και η σημερινή πρόταση στη Βουλή των Κοινοτήτων που έρχεται την επαύριον της απόρριψης και της νέας πρότασης συμφωνίας που κατέθεσε η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι, έστω και εάν αυτή η απόρριψη ήταν κάπως λιγότερο ταπεινωτική από την προηγούμενη.
Η σημερινή πρόταση υποτίθεται ότι σκοπό έχει να αποτρέψει το ενδεχόμενο ενός No deal Brexit, δηλαδή μιας άτακτης εξόδου, αλλά την ίδια στιγμή επιμένει στην έξοδο ούτως ή άλλως: «Η Βουλή αρνείται να εγκρίνει την έξοδο από την ΕΕ χωρίς μια Συμφωνία Αποχώρησης και ένα πλαίσιο για μελλοντική σχέση στις 29 Μαρτίου 2019 και σημειώνει εάν η Βουλή και η ΕΕ δεν επικυρώσουν μια συμφωνία, τότε με βάση το δίκαιο του ΗΒ και της ΕΕ παραμένει ως εξέλιξη η έξοδος χωρίς συμφωνία».
Η σημερινή πρόταση είναι πολύ πιθανό να περάσει, όπως σημειώνει και το Eurointelligence του Βόλφγκανγκ Μύνχαου, όπως είναι πιθανό να περάσει και η αυριανή πρόταση που θα ζητά παράταση της διαδικασίας του άρθρου 50 παρότι η ευρωπαϊκή πλευρά έχει κάνει σαφές ότι δεν μπορεί να συναινέσει σε απλή παράταση της διαδικασίας του άρθρου 50 χωρίς όρους και χωρίς προοπτική συμφωνίας.
Το αδιέξοδο παραμένει
Μόνο που όλα αυτά δεν αντιμετωπίζουν το αδιέξοδο. Γιατί όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές μπορεί το Brexit να κέρδισε την πλειοψηφία της βρετανικής κοινωνίας, εκφράζοντας διαφορετικές και αντιφατικές προσδοκίες, όμως την ίδια στιγμή οι πολιτικοί εκφραστές της καμπάνιας υπέρ του δεν είχαν ούτε προετοιμασία ούτε επίγνωση του τι σήμαινε μια τέτοια επιλογή.
Και αυτό γιατί φαντασιώνονταν μια τομή που θα απελευθέρωνε δυναμικές που η Βρετανία είχε να δει από τον καιρό της αυτοκρατορίας, την ώρα που η πεζή πραγματικότητα ήταν ότι οι βρετανικές επιχειρήσεις χρειάζονταν συμπεφωνημένη έξοδο και τελωνειακή ένωση, κοινώς οτιδήποτε στα μάτια του European Research Group, δηλαδή της ομάδας συντηρητικών οπαδών του σκληρού Brexit, φαντάζει ως προδοσία και «νερό στο κρασί».
Επιπλέον, όλοι αυτοί επέδειξαν πραγματική άγνοια του πώς λειτουργούν και σκέφτονται οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, συμπεριλαμβανομένης της γραφειοκρατίας των Βρυξελών που δεν είχε κανένα σκοπό να διευκολύνει τη Βρετανία στην α λα καρτ σχέση που επιθυμούσε να έχει.
Όλα αυτά δεν είναι άσχετα και με τον τρόπο που διαμορφώνεται η πολιτική ελίτ της Βρετανίας, συχνά με μικρή επαφή με την πραγματική ζωή και τις δυσκολίες που αυτή θέτει.
Μόνο που το πρόβλημα παραμένει. Η απόρριψη κάθε πρότασης συμφωνίας μέχρι τώρα μαζί με τη διαφαινόμενη απόρριψη της μη συμφωνίας, μπορεί να γεννά το φιλοσοφικό οντολογικό ερώτημα τι υπάρχει ανάμεσα στη συμφωνία και τη μη συμφωνία, όμως την ίδια στιγμή ορίζει και μια βαθιά κρίση διακυβέρνησης σε μια χώρα που, ας μην το ξεχνάμε, είναι μέλος του G7, πυρηνική δύναμη, και μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας.
Η Τερέζα Μέι έχει επιτρέψει να συνεχιστούν οι ψηφοφορίες, έστω και με την αντιφατικότητα που περιγράψαμε πιο πάνω, όμως αυτές από μόνες τους δεν ορίζουν περίγραμμα λύσης.
Η δυσκολία της εύρεσης εναλλακτικής
Την ίδια ώρα τα αδιέξοδα εντείνονται από το γεγονός ότι δεν υπάρχουν εύκολες εναλλακτικές. Η πρόταση των Εργατικών για τελωνειακή ένωση στα μάτια των σκληρών υποστηρικτών του Brexit φαντάζει προδοσία, ενώ ακόμη και η λύση που έχει ονομαστεί Norway plus, κατά το πρότυπο της ειδική σχέσης της σκανδιναβικής χώρας με την ΕΕ, έχει διάφορες δυσκολίες (όπως π.χ. το να δεχτούν οι υπόλοιπες χώρες της EFTA τη Βρετανία ως μέλος) και δεν είναι βέβαιο πως αντιστοιχεί σε αυτό που θέλουν οι υποστηρικτές του Brexit.
Παράλληλα, είναι πολύ δύσκολο να τεθεί θέμα δεύτερου δημοψηφίσματος και γιατί αυτό δεν συνάδει με τις κοινοβουλευτικές παραδόσεις της Βρετανίας (και άρα θα βάθαινε μια κρίση διακυβέρνησης χωρίς προηγούμενο) και γιατί δημιουργεί ένα κακό προηγούμενο για να μεθοδευτεί ξανά δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας.
Και βέβαια η πρόταση να γίνει τώρα η έξοδος και να συνεχιστεί μετά η διαπραγμάτευση για τη συμφωνία, δεν αναιρεί το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι προφανώς θα ζητήσουν όλο το αρχικό πακέτο της συμφωνίας αποχώρησης (συμπεριλαμβανομένου του ιρλανδικού backstop, άρα τον κίνδυνο η Βρετανία να αποκτήσει εσωτερικό δασμολογικό σύνορο) πριν προχωρήσουν σε συζήτηση για νέα εμπορική συμφωνία.
Τι μπορεί να γίνει από εδώ και πέρα; Δύσκολο να πει κανείς μέσα στο πολιτικό και θεσμικό κουβάρι που έχει διαμορφωθεί. Ωστόσο θα μπορούσε κανείς να υποθέσει ότι τα πράγματα μπορούν να κινηθούν σε δύο κατευθύνσεις.
Εάν η αίσθηση αδιεξόδου οδηγήσει στην αποδοχή κάποιας εκδοχής συμφωνίας, τότε θα μπορούσε να δοκίμαζε η Τερέζα Μέι και μια τρίτη ψηφοφορία, αν και χωρίς μεγάλες παραχωρήσεις από τους ευρωπαίους. Αν αυτή απορριφθεί για άλλη μια φορά τότε το ενδεχόμενο ενός Brexit χωρίς συμφωνία γίνεται πραγματικό, έστω και με μια μικρή χρονική παράταση. Και τότε θα είναι η ώρα της αλήθειας. Δεν θα είναι κατάρρευση, αλλά θα είναι μάλλον ένας ακριβός λογαριασμός.