Για τους δολοφόνους του Παύλου, την βραδύνουσα δικαιοσύνη και την ελληνική ακροδεξιά μίλησε η Μάγδα Φύσσα, σε μια κατάθεση ψυχής, πεντέμισι χρόνια μετά τη δολοφονία του γιου της από μέλη της Χρυσής Αυγής.
Μιλώντας στην κάμερα της ΕΡΤ και την εκπομπή «Focus», η κ. Φύσσα δήλωσε περήφανη που ο γιος της δεν φοβόταν, ενώ εξομολογείται πως ούτε η ίδια αισθάνεται φόβο. «Μόνο απέχθεια και μίσος για τους δράστες».
«Είναι ένα κτήνος, δε μπορώ να τον χαρακτηρίσω διαφορετικά» ανέφερε η ίδια, μιλώντας για τον καθ’ ομολογία δράστη, Γιώργο Ρουπακιά, ενώ έκανε λόγο για «αποβράσματα της κοινωνίας».
Η κ. Φύσσα περιέγραψε τη στιγμή που ενημερώθηκε ότι ο Γιώργος Ρουπακιάς τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό. «Ήταν πολύ δύσκολο. Πατάνε πάνω σε νόμους που φτιάξαμε βέβαια εμείς οι άνθρωποι. Αφού όμως είναι καθ’ ομολογία δολοφόνος δεν μπόρεσα ποτέ να καταλάβω γιατί πρέπει να κυκλοφορεί ελεύθερος».
Σε κάθε περίπτωση, υποστήριξε ότι οποιαδήποτε ποινή κι αν επιβληθεί στον καθ’ ομολογία δράστη, δεν θα άλλαζε κάτι στην καθημερινότητά της, από την στιγμή που ο Παύλος δεν θα γύριζε πίσω.
«Εγώ τον Παύλο θέλω, δεν θα ήθελα να είχε γίνει αυτό. Από τη στιγμή όμως που αφαίρεσαν τόσο εύκολα μια ζωή, θέλω να τιμωρηθούν με την εσχάτη των ποινών, να μείνει μέσα, να μην ξαναβγεί ποτέ, να μην ξαναδεί το φως του ήλιου» τόνισε.
Παράλληλα, η κ. Φύσσα έκανε λόγο για πολιτική δολοφονία, όπως του Λαμπράκη. «Μπορεί να μην είναι πρόσωπα ιδίου διαμετρήματος, αλλά ο αγώνας τους ήταν κοινός» είπε χαρακτηριστικά, ενώ κάλεσε «να μην σταματήσουν και μετά τη δίκη οι αντιφασιστικές κινητοποιήσεις, όχι για τον Παύλο, αλλά γιατί 500.000 ψηφοφόροι της ΧΑ παρά το γεγονός ότι έγινε δολοφονία, δεν άλλαξε τίποτα στις εκλογικές αναμετρήσεις».
Στη συνέντευξή της, ακόμη, εκθείασε τα δύο κορίτσια – αυτόπτες μάρτυρες, τα οποία επέλεξαν να καταθέσουν όσα πραγματικά συνέβησαν το βράδυ της δολοφονίας στο Κερατσίνι. «Νομίζω ότι πρέπει να γραφτούν τα ονόματα των δύο κοριτσιών στην ιστορία για το θάρρος και την ωριμότητά τους» επεσήμανε.
Μιλώντας δε για τον Παύλο, εξομολογείται ότι της λείπει ο ήχος από τα βήματά του, το «μάνα» του, η αγκαλιά του. «Δεν με είχε αφήσει να ακούσω όλα του τα τραγούδια. Το «Σιγά μη φοβηθώ» δεν το είχα ακούσει, όπως και τα «Ζόρια» που είναι προφητικό. Κατάλαβα γιατί δεν ήθελε να το ακούσω» περιγράφει.