Θετικές είναι οι πρώτες ενδείξεις από την ΙΤΒ, τη Διεθνή Έκθεση Τουρισμού στο Βερολίνο (6-10 Μαρτίου), για την πορεία του ελληνικού τουρισμού το 2019. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Γερμανικού Συνδέσμου Τουριστικών Γραφείων (DRV) Νόρμπερτ Φίμπιχ «φέτος όλα δείχνουν ότι θα διατηρηθεί το περσινό ήδη υψηλό επίπεδο των κρατήσεων και θα αυξηθεί ελαφρά. Πρόκειται για ένα πολύ θετικό μήνυμα μετά από τους εντυπωσιακά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που σημείωσε η Ελλάδα τον περασμένο χρόνο».
Μέχρι στιγμής οι κρατήσεις από τη Γερμανία για την Ελλάδα είναι σύμφωνα με το Ινστιτούτο Έρευνας της Τουριστικής Αγοράς (GfK) κατά 0,6% μειωμένες σε σχέση με πέρυσι. Το φαινόμενο δεν αφορά μόνο την Ελλάδα. Γενικά οι κρατήσεις των τουριστικών γραφείων και οι πωλήσεις στο διαδίκτυο το διάστημα Νοέμβριος-Ιανουάριος ήταν κατά μέσο όρο 2% χαμηλότερες σε σχέση με το ίδιο διάστημα της προηγούμενης χρονιάς. Τα στοιχεία δεν είναι ανησυχητικά εκτιμά ο κ. Φίμπιχ: «Βρισκόμαστε ακόμη στην περίοδο των πρώιμων κρατήσεων και υπολογίζουμε ότι τις επόμενες εβδομάδες οι κρατήσεις θα αυξηθούν».
Κρήτη και Κως στους δημοφιλέστερους προορισμούς
Παρά το γεγονός ότι η Ισπανία παραμένει ο δημοφιλέστερος τουριστικός προορισμός των Γερμανών, από τον περασμένο χρόνο διαπιστώνεται μια σταδιακή μετατόπιση της τουριστικής κίνησης προς τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου. Μεγάλος κερδισμένος αυτής της εξέλιξης θα είναι φέτος η Τουρκία. Οι μέχρι στιγμής κρατήσεις παρουσιάζουν αύξηση κατά 58% σε σχέση με πέρυσι. Αναμένεται δε ότι η Τουρκία θα προσεγγίσει φέτος το επίπεδο του 2015, όταν κατέγραφε 5,6 εκ. αφίξεις από τη Γερμανία. Μεγάλη διψήφια αύξηση θα σημειώσει και η Αίγυπτος ενώ η Τυνησία, η Κροατία και η Βουλγαρία μπορούν να αναμένουν σύμφωνα με το GfK κατά μέσο όρο φέτος 9% περισσότερους τουρίστες από τη Γερμανία.
Στη βάση των πρώιμων κρατήσεων οι δημοφιλέστεροι προορισμοί των Γερμανών είναι κατά σειρά η Αττάλεια, η Πάλμα ντε Μαγιόρκα, η Κρήτη, η Χουργκάντα στην Αίγυπτο και η Κως. Στους φετινούς κερδισμένους θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η Κύπρος. Οι μέχρι στιγμής κρατήσεις στην ΤUI είναι κατά 17% υψηλότερες από πέρυσι. Ενδεικτικό στοιχείο του αυξημένου ενδιαφέροντος είναι η λειτουργία τεσσάρων νέων πτήσεων την εβδομάδα της TUI fly από τη Φρανκφούρτη και το Ντίσελντορφ για τη Λάρνακα τους καλοκαιρινούς μήνες.
Γιατί η Ελλάδα δεν χάνει τουρίστες;
Δεν ήταν λίγοι οι ειδικοί σε θέματα του τουρισμού που θεωρούσαν τη μεγάλη άνοδο της τουριστικής κίνησης στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια αποτέλεσμα της πολιτικής κρίσης στην Τουρκία και την Αίγυπτο. Οι νεότερες εξελίξεις διαψεύδουν αυτή τη θεωρία. Παρά τη μαζική επιστροφή των τουριστών στις δύο αυτές χώρες αλλά και την αύξηση των παραθεριστών σε άλλες χώρες της περιοχής η Ελλάδα δεν χάνει τουρίστες. «Ο βασικός λόγος είναι ότι η Ελλάδα παραδοσιακά έχει πιστούς οπαδούς», εκτιμά ο πρόεδρος του DRV Νόρμπερτ Φίμπιχ, μιλώντας στη Deutsche Welle. «Όμως, θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι η Ελλάδα έχει επενδύσει πολύ στις υποδομές, κυρίως στα ξενοδοχεία. Έπειτα, τουρίστες που συνήθως επισκέπτονταν την Τουρκία και την Αίγυπτο και που λόγω της κρίσης σε αυτές τις χώρες τα περασμένα χρόνια είχαν επιλέξει την Ελλάδα, διαπίστωσαν πόσο ωραία είναι η χώρα και ξανάρχονται».
Σε μια ανάλογη εκτίμηση καταλήγει και ο πρόεδρος του Συνδέσμου του Γερμανικού Τουριστικού Κλάδου (BTW) Μίχαελ Φρέντσελ. Ενώ εξαίρει τη φυσική ομορφιά της χώρας, τη μοναδικότητα των ελληνικών νησιών, τονίζει πως «οι Έλληνες έχουν κάνει αρκετά για τη βελτίωση του τουριστικού τους προϊόντος και προπαντός σε ό,τι αφορά τη σχέση ποιότητας-τιμής. Αν δεν υπάρξουν μεγάλες αυξήσεις στις τιμές τότε πιστεύω ότι η Ελλάδα θα είναι σε θέση να υπερασπίσει τη θέση που κατάφερε να κατακτήσει στην παγκόσμια αγορά».
Η σκιά του Brexit
Αν και προς το παρόν δεν διαπιστώνονται αρνητικές εξελίξεις, η αβεβαιότητα για τις συνέπειες του Brexit θέτει ένα μεγάλο ερωτηματικό για την πορεία του φετινού τουρισμού στην Ευρώπη και τη Μεσόγειο. Αναφορικά με την Ελλάδα ο Μίχαελ Φρέντσελ επισημαίνει στη Deutsche Welle πως «το ζητούμενο είναι αν θα προκύψει σκληρό Brexit ή όχι και πως θα επιδράσει στην καταναλωτική συμπεριφορά των Βρετανών. Το θέμα δεν είναι αν Βρετανοί θα θελήσουν να παραθερίσουν στην Ελλάδα, αλλά αν και πόσοι θα έχουν την οικονομική ευχέρεια να ταξιδέψουν.»
Παναγιώτης Κουπαράνης, Βερολίνο