Σε μία «πρόβα πολέμου», όπως τη χαρακτηρίζουν τουρκικά ΜΜΕ, προχωρά από την Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου η Τουρκία, με τη στρατιωτική άσκηση «Γαλάζια Πατρίδα» και στόχο όπως αναφέρεται στη γείτονα να σταλεί σαφές μήνυμα σε Ελλάδα, Κύπρο και Ισραήλ, αλλά και σε όποιον «αμφισβητεί τα συμφέροντα της Άγκυρας» στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Η άσκηση που θα διαρκέσει μέχρι και τις 8 Μαρτίου, θα είναι η μεγαλύτερη των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, όπως επισημαίνει ο Τύπος της χώρας σε μία προσπάθεια να στείλει ένα μήνυμα και στο εσωτερικό, ότι η Άγκυρα διατηρεί την αποτρεπτική της δύναμη.
Με την Τουρκία να βρίσκεται απομονωμένη και τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ να έχουν φτάσει στο ναδίρ, μετά και την απόφαση παγώματος παράδοσης των F-35 λόγω της επιλογής να επιμείνει στην παραλαβή των S-400 από τη Ρωσία, η επιστράτευση της στρατιωτικής ισχύος και οι προκλήσεις είναι κάτι που θεωρείται τουλάχιστον αναμενόμενο και σύμφωνο με την πρακτική της χώρας επί σειρά δεκαετίων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι για την άσκηση η οποία θα πραγματοποιηθεί σε θάλασσα, αέρα και ξηρά, η Τουρκία έχει κλείσει με ΝΑVTEX περιοχές του νοτιοανατολικού Αιγαίου και την νοτιοανατολική περιοχή της Μεσογείου, περιλαμβάνοντας την υφαλοκρηπίδα του Καστελόριζου, περιοχή νοτιοανατολικά της Ρόδου, καθώς επίσης και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης (ΑΟΖ) της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Όπως ανέφερε πριν από μερικές μέρες το κρατικό τουρκικό πρακτορείο Anadolu, προπαγανδίζοντας την άσκηση θα είναι μία τεράστια «επίδειξη δύναμης», καθώς θα λάβουν μέρος εκτός από πλοία, ομάδες κομάντος SAT και SAS, χερσαίες δυνάμεις και η τουρκική ακτοφυλακή. Στην άσκηση θα χρησιμοποιηθούν για πρώτη φορά νέα όπλα και συστήματα με την «πρόβα πολέμου» να έχει στόχο να δηλώσει την ικανότητα και αποφασιστικότητα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, σύμφωνα με τα τουρκικά ΜΜΕ.
Όπως υπογράμμιζε τις προηγούμενες μέρες η Yeni Safak, η άσκηση είναι ένα μέσο με το οποίο «οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις θα ενισχύσουν την κυριαρχία τους στην 462 τετραγωνικών χιλιομέτρων θάλασσα και θα απευθύνει μία σαφή προειδοποίηση σε όσους προετοιμάζουν χάρτες εισβολής».
Η Τουρκία έχει στόχο να δηλώσει την παρουσία της σε Αιγαίο και Ανατολική Μεσόγειο, καθώς απαιτεί συνδιαχείριση των κοιτασμάτων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κυπριακής Δημοκρατίας καθώς επίσης και έλεγχο των ενεργειακών δρόμων. Η διατήρηση της παρουσίας της ως παίκτη στην περιοχή, είναι ζωτικής σημασίας για την Άγκυρα και δεν θέλει σε καμία περίπτωση να χάσει το ρόλο της στην ενεργειακή σκακιέρα. Και φυσικά ο ρόλος που διεκδικεί η γείτονα δεν είναι ρόλος κομπάρσου, αλλά ρυθμιστή, με όσο το δυνατό περισσότερα οφέλη μπορεί να εξασφαλίσει.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι προκλήσεις στις οποίες προχωρά η Τουρκία τόσο στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, επιχειρώντας τη δημιουργία τετελεσμένων, όσο και στο Αιγαίο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι την προηγούμενη εβδομάδα ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών, Μεβλούτ Τσαβούσογλου δήλωσε ξεκάθαρα ότι τόσο η Κύπρος και η Ανατολική Μεσόγειος, όσο και το Αιγαίο αποτελούν «στρατηγικούς στόχους και εθνικά ζητήματα» για την Άγκυρα…
Το γεγονός δε ότι η κυπριακή ΑΟΖ συγκεντρώνει τεράστιο ενδιαφέρον εταιρειών ενέργειας, με τα κοιτάσματα να δείχνουν ότι είναι ιδιαίτερα σημαντικά και την προοπτική δημιουργίας ακόμα και τερματικού υγροποίησης φυσικού αερίου στο νησί, οξύνουν ακόμα περισσότερο την επιθετικότητα της Τουρκίας και την προσπάθεια της να αποκτήσει με κάθε τρόπο δικαιώματα, διεκδικώντας μερίδιο στο μοίρασμα της πίτας.
ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ, Ιταλία και Κατάρ ήδηδραστηριοποιούνται στην κυπριακή ΑΟΖ και ετοιμάζονται για νέα συμβόλαια κάτι που δεν αφήνει ανεπηρέαστο και το Κυπριακό, καθώς δρομολογούνται εξελίξεις και εμφανίζεται νέα κινητικότητα.
Σύμφωνα με πληροφορίες στο ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών παρακολουθούν από κοντά όσα γίνονται στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, ενώ o ελληνικός στόλος είναι σε ετοιμότητα προκειμένου να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε πρόκληση με αφορμή την άσκηση της Άγκυρας.
Τις κινήσεις της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως είναι φυσικό, παρακολουθεί στενά και το Ισραήλ, ενώ οι εξελίξεις δεν αφήνουν αδιάφορες ούτε τις ΗΠΑ αλλά ούτε και τη Γαλλία.
Οι εξελίξεις δημιουργούν μία εκρηκτική κατάσταση στην περιοχή, αφήνοντας ανοιχτό τον κίνδυνο «ατυχήματος», το οποίο θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να αποτραπεί.