Εβδομήντα χρόνια από την ίδρυση της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας και ενώ αυτοί που την ίδρυσαν βρίσκονται σε μια πρωτοφανή διαμάχη μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να έχει διαρραγεί επικίνδυνα η ενότητα του δυτικού κόσμου, εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια μιας ενδεχόμενης επιστροφής στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Διότι δεν πρέπει να αγνοηθεί η αυστηρή προειδοποίηση που απηύθυνε ο πρόεδρος Πούτιν (με αφορμή την απόσυρση των Ηνωμένων Πολιτειών από τη συμφωνία για την απαγόρευση της εγκατάστασης πυραύλων μικρού και μέσου βεληνεκούς στην Ευρώπη) ότι εάν η κυβέρνηση Τραμπ εγκαταστήσει νέους πυραύλους στην ευρωπαϊκή ήπειρο, τότε η Ρωσία θα βάλει στο στόχαστρο όχι μόνο τις χώρες που θα φιλοξενήσουν τα όπλα αυτά, αλλά και τις ίδιες τις ΗΠΑ. Και δεν είναι τυχαίο ότι η απειλή αυτή εκτοξεύθηκε την επομένη της Διάσκεψης Ασφαλείας στο Μονάχο, όπου διαπιστώθηκε, ανοιχτά πλέον, το βαθύτατο ρήγμα στις σχέσεις ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Ενα ρήγμα την αποκλειστική ευθύνη του οποίου φέρει ο ανεκδιήγητος Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος, πέρα από το γεγονός ότι έχει βάλει στο στόχαστρο τους ευρωπαίους υποτιθέμενους συμμάχους του με το σαθρό επιχείρημα ότι δεν συνεισφέρουν αρκετά στον προϋπολογισμό του ΝΑΤΟ, ουσιαστικά σφραγίζει έτσι την απέχθειά του σε κάθε μορφή πολυμερούς συνεργασίας εν ονόματι του εθνικολαϊκιστικού συνθήματος «America First». Αρκεί να θυμηθούμε ότι οι ΗΠΑ έχουν ήδη αποσυρθεί από την πολύκροτη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιράν και από τη δύσκολη συμφωνία για την κλιματική αλλαγή, ενώ έχουν αποφασίσει μονομερώς να αποσύρουν τα στρατεύματά τους από τη Συρία. Δεν χάνουν μάλιστα την ευκαιρία να εκμεταλλεύονται συνεχώς τα προβλήματα συνεργασίας που έχουν προκύψει στο εσωτερικό της ΕΕ με τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και τους ακροδεξιούς ηγέτες τους.
Το συμπέρασμα είναι ότι η αμερικανική εγγύηση για την ασφάλεια της ευρωπαϊκής ηπείρου, όπως είχε εκφραστεί μεταπολεμικά μέσω του ΝΑΤΟ, κινδυνεύει να μην ισχύει πλέον, δημιουργώντας έτσι ένα πρωτόγνωρο στρατηγικό κενό, το οποίο είναι επόμενο να εποφθαλμιούν η Ρωσία και η Κίνα. Δεν άργησε άλλωστε ο Βλαντίμιρ Πούτιν να δείξει τις προθέσεις του. Και το ερώτημα είναι τι περιθώρια αντίδρασης διαθέτει τώρα η Ευρωπαϊκή Ενωση, καθώς βρίσκεται εν μέσω της μεγαλύτερης εσωτερικής κρίσης που γνώρισε από την εποχή της ίδρυσής της. Με την επικείμενη έξοδο της Βρετανίας, τη διαμάχη Γαλλίας – Ιταλίας, την άνοδο των εθνικολαϊκιστών, το ρήγμα με τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, το βραχυκύκλωμα του γαλλογερμανικού άξονα και τόσα άλλα. Το κυριότερο όμως είναι η απουσία ισχυρών ηγετών που θα μπορούσαν να υλοποιήσουν την επανεκκίνηση σε νέες βάσεις του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Διότι τώρα, περισσότερο παρά ποτέ, είναι επιτακτικά αναγκαία η ουσιαστική ενίσχυση της ευρωπαϊκής ενοποίησης στους τομείς της ασφάλειας και της άμυνας.