Νταβός 2019. Διαβάσαμε και είδαμε στο Διαδίκτυο πολλές και ενδιαφέρουσες παρουσιάσεις, συζητήσεις και ομιλίες. Στην ετήσια συνεύρεση των ισχυρών από την πολιτική, επιστημονική και επιχειρηματική κοινότητα που έδωσαν και πάλι το «παρών» στο χιονισμένο χωριό. Η γενική αποτίμηση από τα ΜΜΕ υπήρξε αρνητική. Κι αυτό όχι μόνο από τις ηχηρές απουσίες. Τα τρία προηγούμενα χρόνια σφραγίστηκαν με ομιλίες όπως αυτή του ινδού πρωθυπουργού (2018) για το όραμα της Ινδίας που προαλείφεται να καταλάβει την πρώτη θέση πληθυσμιακά και μια από τις πέντε ισχυρότερες οικονομικά χώρες. Του προέδρου της Κίνας Σι Τζιπίνγκ (2017) που εμφανίστηκε ως ο υπέρμαχος της παγκοσμιοποίησης, και του οικοδεσπότη καθηγητή Σβαμπ (2016) που έδωσε το εναρκτήριο λάκτισμα για τη νέα ανατρεπτική εποχή της Τεχνητής Νοημοσύνης. Αυτή τη χρονιά η γενική εικόνα ήταν απογοητευτική. Εδινε την εντύπωση ότι το «Νταβός» πνέει τα λοίσθια. Φόβος για το μέλλον, ενοχή για τα ευρήματα της Oxfam – μια χούφτα άνθρωποι κερδίζουν όσα 3,5 δισ. συνανθρώπων μας – και κατήφεια από δημοσιεύματα για την προσγείωση εκατοντάδων εταιρικών ή προσωπικών τζετ.
Αυτά όλα όμως τα έχετε διαβάσει λίγο-πολύ. Σήμερα θα ασχοληθούμε με το να εντοπίσουμε στοιχεία από την ετήσια έρευνα του 2019 που διενεργεί η PwC από το 1997, και που σε έναν βαθμό εξηγεί τον χαρακτηρισμό ως «απαισιόδοξο» για το κλίμα που επικρατεί στις μεγάλες επιχειρήσεις και στην οποία συμμετέχουν εκατοντάδες CEO’s από όλες τις περιοχές του κόσμου και από όλους τους κλάδους της οικονομίας. Τις προβλέψεις τους για το μέλλον των επιχειρήσεών τους, την παγκόσμια και την εταιρική ανάπτυξη και τις αδυναμίες που αντιμετωπίζει ο επιχειρηματικός κόσμος. Επενδύσεις, θέσεις εργασίας και δεξιότητες αποτελούν το επίκεντρο των προβληματισμών τους. Ας δούμε όμως μερικά ευρήματα.
1. Παγκόσμια ανάπτυξη. Η πλειοψηφία των ερωτηθέντων είναι αισιόδοξη. Ωστόσο η απαισιοδοξία κυριαρχεί στο 30% έναντι 5% της περασμένης χρονιάς. Ενα άλμα 25% που σε έναν βαθμό ταυτίζεται με τις μετρημένα απαισιόδοξες. Ολες οι μεγάλες γεωγραφικές ενότητες παρουσιάζουν σχεδόν τον ίδιο βαθμό απαισιοδοξίας, με εξαίρεση τις ΗΠΑ. Μπορούμε να δικαιολογήσουμε την αμερικανική αισιοδοξία στο γεγονός ότι η έρευνα διεξήχθη την εποχή που μειώθηκε σημαντικά η εταιρική φορολόγηση, ενώ ένα μέρος των επιχειρήσεων θεωρούσαν θετική την έναρξη του «εμπορικού πολέμου». Σήμερα αμφιβάλλουμε αν το κλίμα είναι τόσο θετικό και στις ΗΠΑ. Η αστάθεια που έχει προκαλέσει η μονομερής εμπορική πολιτική της αμερικανικής διοίκησης είναι ένας παράγων που εκείνη την εποχή δεν υπήρχε στον ορίζοντα.
2. Εμπιστοσύνη στο μέλλον της ανάπτυξης επιχειρήσεων. Κι αυτός ο δείκτης ανιχνεύει σημαντικά στοιχεία, όπως πρόθεση για μελλοντικές επενδύσεις, αγορά εργασίας και τεχνολογικές εξελίξεις. Και βρίσκεται σε χαμηλότερα επίπεδα από τον περσινό. Θα δούμε γιατί.
3. Κίνδυνοι και προκλήσεις. Υπάρχουν σημαντικές ανακατατάξεις στη σειρά των κινδύνων που αξιολογούνται ως κυρίαρχοι σε σχέση με το 2018. Πρώτες στον πίνακα είναι όπως και την προηγούμενη χρονιά οι «υπερβολικές ρυθμίσεις», αλλά μειωμένες κατά 8%. Αντανακλά την απέχθεια των μεγάλων επιχειρήσεων στη ρυθμιστική πολιτική των κυβερνήσεων. Ομως χωρίς λογικές ρυθμίσεις ο νόμος της ζούγκλας και η οικονομία-καζίνο κυριαρχούν. Και δίνουν τροφή σε κάθε είδος λαϊκιστών να αμφισβητούν τα οφέλη των ανοιχτών αγορών και να ενισχύουν την πολιτική τους ισχύ. Οι ρυθμίσεις προς αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, του μαύρου χρήματος, της ελεύθερης διακίνησης αγαθών, της προστασίας της εργασίας ή της κλιματικής αλλαγής είναι απαραίτητες για την ευστάθεια του παγκόσμιου συστήματος. Για παράδειγμα η ΕΕ κατηγορείται για γραφειοκρατικό παρεμβατισμό. Ομως η εσωτερική αγορά, το μεγαλύτερο επίτευγμα της Ενωσης, βασίζεται ακριβώς στη λεπτομερή και κοινά αποδεκτή ρύθμιση για την εξάλειψη των τεχνικών και δασμολογικών-φορολογικών εμποδίων στην κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των κεφαλαίων, των αγαθών και των προσώπων. Πριν λίγες ημέρες τέθηκε σε εφαρμογή η μεγαλύτερη εμπορική συμφωνία ΕΕ – Ιαπωνίας που αφορά 600 εκατ. κατοίκους.
4. Νέοι κίνδυνοι. Στους τέσσερις επόμενους κινδύνους η περσινή χρονιά κατέγραψε την τρομοκρατία (41%), τη γεωπολιτική αστάθεια (40%) και την κυβερνο-ασφάλεια με το ίδιο ποσοστό και την επάρκεια δεξιοτήτων (38%). Η φετινή έρευνα έφερε σημαντικές ανακατατάξεις. Δεύτερη λοιπόν η πολιτική αστάθεια (35%), και στη συνέχεια η επάρκεια δεξιοτήτων (34%), ο εμπορικός πόλεμος (31%), η κυβερνο-ασφάλεια (30%), ο προστατευτισμός και η γεωπολιτική αστάθεια και ο λαϊκισμός (28%). Καταλαβαίνουμε ότι η πολιτική αστάθεια του παγκόσμιου συστήματος είναι συνέπεια της ανόδου του λαϊκισμού, του προστατευτισμού και της ανόδου του λαϊκισμού και του προστατευτισμού – είναι στην ουσία ο ίδιος κίνδυνος που εκδηλώθηκε με το δημοψήφισμα στη Βρετανία, την εκλογή του κ. Τραμπ στις ΗΠΑ, στη Βραζιλία, στην Ιταλία…
Θα επιμείνουμε λίγο στους κινδύνους που επισημαίνονται σε σχέση με την ανατροπή που συνεπάγεται η ψηφιακή εποχή. Από τις σχετικές απαντήσεις – που δεν έχουμε χώρο να αναλύσουμε – επισημαίνουμε δύο αντιφατικά μηνύματα. Από τη μια η έλλειψη κατάλληλων δεξιοτήτων οδηγεί σε μια ανατροπή της αγοράς εργασίας, από την άλλη η ταχύτητα εξάπλωσης των ψηφιακών αλλαγών που τρέχουν δεν αποδίδουν μέχρι στιγμής τα επιθυμητά αποτελέσματα σε επίπεδο κερδοφορίας. Η πίεση για αλλαγές στις επιχειρήσεις αυξάνει, ενώ τα απτά οικονομικά αποτελέσματα που θα χρηματοδοτήσουν το μέλλον τους είναι πενιχρά. Αποτέλεσμα η παραδοχή των περισσοτέρων ότι δυσκολεύονται να καταλήξουν σε ορθολογική και μετρήσιμη διαδικασία λήψης στρατηγικών αποφάσεων. Ισως αυτή η «μέγγενη» να είναι και ο σημαντικότερος κίνδυνος για τις επιχειρήσεις.
Ο κ. Αντώνης Τριφύλλης είναι μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου της διαΝΕΟσις, πρώην στέλεχος της ΕΕ.