Την εκτίμηση ότι πολύ σύντομα θα γίνουν αισθητές εξελίξεις και στο οικονομικό πεδίο των διμερών σχέσεων Ελλάδας- Βόρειας Μακεδονίας, ως αποτέλεσμα της εφαρμογής της Συμφωνίας τον Πρεσπών, διατύπωσε ο διευθυντής του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού Γιώργος Τσίπρας, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού – Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM».
Ο κ. Τσίπρας υπενθύμισε ότι η Ελλάδα ήταν ένας σημαντικός οικονομικός εταίρος για τη γειτονική μας χώρα, ήδη από τη δεκαετία του ’90, «αλλά πλέον ανοίγονται δυνατότητες για να έχουμε πολύ περισσότερες σχέσεις».
«Η συμφωνία αυτή», προέβλεψε, «θα έχει αποτέλεσμα και επίπτωση κυρίως στον χώρο του εμπορίου και των επενδύσεων, της ενίσχυσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και στις δύο χώρες, στις μεταφορές, στις υποδομές, στην ενέργεια, στην τεχνολογία και την καινοτομία και βεβαίως στον τουρισμό, που ήταν ήδη πολύ αναπτυγμένος».
Σε ό,τι αφορά την προοπτική βελτίωσης των δικτύων μεταφορών επισήμανε πως πρέπει να ανοίξει και να συνδέσει και πάλι το Βελιγράδι με την Αθήνα, μέσω της Βόρειας Μακεδονίας η σιδηροδρομική αρτηρία, «μια πολύ σημαντική διασύνδεση ειδικά σε ό,τι αφορά τη ροή εμπορικών προϊόντων από και προς την Ασία, δηλαδή από Ευρώπη και Ασία και αντίστροφα».
Σχετικά με τα ενεργειακά δίκτυα, ο κ.Τσίπρας εκτίμησε ότι «μπορεί να υπάρξει πολύ μεγαλύτερη διασύνδεση ανάμεσα στις δύο χώρες, μπορούν να υπάρξουν μεγάλα έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και αίτηση για κοινά χρηματοδοτούμενα έργα από την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Παράλληλα, ο διευθυντής του Οικονομικού Γραφείου του πρωθυπουργού εξήγησε πως μέσα από την άρση του αρνητικού φορτίου που υπήρχε σε διμερές επίπεδο «η Ελλάδα μπορεί να επανέλθει στον βαλκανικό χώρο, μετά από μια περίοδο κρίσης και κυρίως τραπεζικής αποβαλκανοποίησης για τις δικές μας επιχειρήσεις».
Αναφορικά με τις πρωτοβουλίες, που θα μπορούσαν να είναι ευεργετικές για τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος και την περαιτέρω σύσφιξη των διμερών οικονομικών σχέσεων, σημείωσε ότι «μέχρι τώρα έλειπαν μια σειρά από συμβάσεις που διέπουν τις διμερείς οικονομικές μας σχέσεις σχεδόν με το σύνολο των ευρωπαϊκών και βαλκανικών χωρών. Για παράδειγμα, δεν έχουμε σύμβαση αποφυγής διπλής φορολογίας, το οποίο είναι παράλογο», προαναγγέλλοντας «μια σειρά από άλλες τέτοιες συμβάσεις, οι οποίες αναμένεται να υπογραφούν το επόμενο διάστημα και να ανοίξουν πολύ περισσότερο χώρο για ελληνικές επενδύσεις εκεί».