Στο θέμα του Brexit εστιάζει η εφημερίδα Tagesspiegel. «Θα επέλθει ένα σκληρό Brexit όπως προκρίνει μια μειοψηφία των Τόρηδων στη Βουλή; Ή θα καταφέρει η βρετανίδα πρωθυπουργός Μέι να παρατείνει μέχρι τέλους το διαπραγματευτικό παιχνίδι με τις εναπομείνασες 27 χώρες της ΕΕ, για να εκβιάσει εν τέλει την ύστατη στιγμή τη συγκατάθεση της Βουλής της για τη συμφωνία εξόδου; Δεδομένης της ιστορικής τομής που συνεπάγεται το Brexit, στο κυβερνητικό τετράγωνο στο Λονδίνο φαίνεται πως συνεχίζουν να μην αντιλαμβάνονται τη σοβαρότητα της κατάστασης. […] Πάντως, και αυτό έγινε επίσης σαφές στο κοινοβούλιο, η πλειονότητα των βουλευτών είναι κατά μιας μη συντεταγμένης εξόδου. Όσο πλησιάζει η ημερομηνία του Brexit στις 29 Μαρτίου, τόσο πιο ξεκάθαρο γίνεται ότι η βρετανική απειλή περί ενός no-deal-Brexit είναι στην πραγματικότητα μπλόφα».
Για το ίδιο θέμα η Badische Neueste Nachrichten: «[…] Με τόση αντίσταση που συναντά, η κατάσταση για τη Μέι είναι κάθε άλλο παρά εύκολη. Τόσο οι Βρυξέλλες όσο και η ίδια η κοινοβουλευτική της ομάδα δεν τη στηρίζουν. Δεν ενεργεί όμως επιπόλαια. Ακολουθεί με σθένος ένα σχέδιο το οποίο υπαγορεύεται από την ημερομηνία του Brexit που πλησιάζει όλο και πιο απειλητικά. Η Μέι ποντάρει στο ότι ο φόβος μιας άτακτης εξόδου από την ΕΕ θα συνετίσει στο τέλος όλους τους εμπλεκόμενους. Αναλαμβάνει υψηλό ρίσκο, αλλά δεν έχει και άλλη επιλογή».
Γερμανία: Επιστροφή στην (προεκλογική) κανονικότητα
Στο Βερολίνο συναντήθηκαν το βράδυ της Τετάρτης οι ηγεσίες των τριών συγκυβερνώντων κομμάτων (CDU/CSU και SPD) για να συζητήσουν μια σειρά από ακανθώδη ζητήματα που προέκυψαν τελευταία, όπως η αξίωση των Σοσιαλδημοκρατών για τη θεσμοθέτηση βασικής σύνταξης, και τα οποία, σύμφωνα με αναλυτές, έχουν τη δυναμική να προκαλέσουν ακόμη και την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού. Το σχόλιο της Rheinische Post:
«[…] Τα κόμματα τήρησαν τη μεταξύ τους συμφωνία και δεν έκαναν δηλώσεις μετά τη συνάντηση. Στην πραγματικότητα όμως δεν είχαν και τίποτα να πουν […]. Στα πολλά και αμφιλεγόμενα θέματα, όπως τη βασική σύνταξη, την κατάργηση του φόρου αλληλεγγύης ή την αναπτυξιακή πολιτική, δεν υπάρχει κοινός παρονομαστής. […] Έτσι ξεκινούν και πάλι δύσκολες συζητήσεις για βασικά θέματα αρχής που είναι και η πεμπτουσία της δημοκρατίας: χρειαζόμαστε περισσότερο κοινωνικό κράτος ή μείωση της φορολογίας για την οικονομία και επενδύσεις στις υποδομές; Μετά την παράλογη χρονιά του 2018, τα κόμματα εξουσίας επιστρέφουν και πάλι στην κανονικότητα. Δεν πρόκειται για θεαματική εξέλιξη, ωστόσο είναι θεμιτή. Η κατάσταση όμως παραμένει εξαιρετικά ριψοκίνδυνη: διότι μπορεί ο κυβερνητικός συνασπισμός να ξεπέρασε την κρίση, αλλά όχι και τον κίνδυνο εν γένει. Εάν οι Ευρωεκλογές και οι τοπικές εκλογές στη Βρέμη δεν εξελιχθούν καλά για το SPD, τότε θα τεθεί και πάλι το ερώτημα περί συνέχισης του μεγάλου συνασπισμού. Στο κυβερνητικό τετράγωνο κανείς δεν ποντάρει σήμερα στο ότι η κυβέρνηση αυτή θα εξαντλήσει την τετραετία. Γι΄ αυτό και τα δυο στρατόπεδα εξοπλίζονται με νέες ιδέες. Με τον τρόπο αυτό προετοιμάζονται ώστε στην εσχάτη να μπορούν να ξεκινήσουν άμεσα τον προεκλογικό αγώνα».
Τέλος της σοσιαλιστικής παρένθεσης στην Ισπανία;
Σε πρόωρες εκλογές φαίνεται να οδηγείται η Ισπανία μετά την απόρριψη του προϋπολογισμού από τη Βουλή. Το σχόλιο της Märkische Oderzeitung:
«Ήδη ο συντηρητικός προκάτοχος του Πέδρο Σάντσεθ, Μαριάνο Ραχόι, δεν μπορούσε να κυβερνήσει με 137 επί συνόλου 350 βουλευτών. Ο νυν πρωθυπουργός έχει μόλις 84. Πίστευε όμως ότι είχε αρκετά πειστικές ιδέες για να αποσπά ad hoc πλειοψηφίες. Τελικώς απέτυχε εξαιτίας των καταλανών αυτονομιστών που ήραν την εμπιστοσύνη τους στο πρόσωπό του. Και αυτό διότι δεν ήθελε και δεν μπορούσε να τους επιτρέψει ένα δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία τους. Ο Σάντσεθ έκανε αρκετά για την αποκλιμάκωση της έντασης στην Καταλονία. Αλλά δεν τα κατάφερε. Εάν επιβεβαιωθούν οι εκτιμήσεις, τότε η σύντομη παρένθεση του σοσιαλισμού στην Ισπανία θα είναι και πάλι παρελθόν».