Κανένας από τους υποψήφιους δεν κρίθηκε ικανός για διευθυντής του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ). Σύμφωνα με δημοσιεύματα στην τελευταία συνεδρίαση της Επιτροπής Αξιολόγησης απορρίφθηκαν δώδεκα υποψηφιότητες που είτε δεν πληρούσαν τα ειδικά προσόντα είτε δεν παρουσίασαν τα απαιτούμενα δικαιολογητικά (τίτλοι σπουδών, πιστοποιητικά γλωσσομάθειας κλπ.) και τρεις υποψηφιότητες που κατατέθηκαν εκπρόθεσμα. Απορρίφθηκε επίσης μία συλλογική υποψηφιότητα, καθώς η πρόσκληση αφορά στην οργανική θέση διευθυντή, δηλαδή μονοπρόσωπου οργάνου διοίκησης. Οπότε το υπουργείο Πολιτισμού θα προκηρύξει νέο διεθνή διαγωνισμό.
Οι συνάδελφοι που ασχολούνται με το σχετικό ρεπορτάζ σχολιάζουν την απαξίωση, δια της απορρίψεώς τους, σημαντικών προσωπικοτήτων που είχαν θέσει υποψηφιότητα για τη θέση, τον τρόπο με τον οποίο έγινε η προκήρυξη (με κριτήρια ΑΣΕΠ, δηλαδή κριτήρια επιλογής ενός δημοσίου υπαλλήλου), αλλά και το μάλλον ειρωνικό ύφος της ανακοίνωσης που εξέδωσε η υπουργός Πολιτισμού Μυρσίνη Ζορμπά, στην οποία μεταξύ άλλων διαβάζουμε: «Τα εμπόδια και οι δυσκολίες σ΄ αυτή την πορεία επιβεβαιώνουν ότι η κουλτούρα των προκηρύξεων απαιτεί κάποιο διάστημα προκειμένου να αφομοιωθεί τόσο από την επιστημονική και από την καλλιτεχνική κοινότητα όσο και από όλους τους ενδιαφερόμενους».
Και ενώ το υπουργείο τραβά το αυτί της επιστημονικής και της καλλιτεχνικής κοινότητας που… δεν γνωρίζουν πώς γίνονται αυτά τα πράγματα, η πλήρης λειτουργία του μουσείου (που περιμένει να ανοίξει από το 2015) μετατίθεται για άλλη μία φορά στο μέλλον.
Το χρονικό της δημιουργίας του, δηλαδή η απόλυτη αδυναμία μας (και απροθυμία μας;) να το λειτουργήσουμε είναι μια ιστορία που αν δεν ήταν για κλάματα θα ήταν σίγουρα για γέλια. Μια ιστορία που αποκαλύπτει για άλλη μια φορά πόσο δύσκαμπτος αλλά και αδαής και ανέτοιμος είναι ο κρατικός μηχανισμός για πράγματα που στο εξωτερικό είναι θέματα ρουτίνας.