Πρόσκληση ενδιαφέροντος για την είσοδο επενδυτών μειοψηφίας στο μετοχικό κεφάλαιο της «Αριάδνης», θυγατρικής του ΑΔΜΗΕ που έχει αναλάβει την υλοποίηση της «μεγάλης» ηλεκτρικής διασύνδεσης της Κρήτης μέσω Αττικής, θα δημοσιευθεί το αμέσως επόμενο διάστημα, όπως ανέφερε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ΑΔΜΗΕ, Μάνος Μανουσάκης, μιλώντας στο Athens Energy Forum 2019.
Το 51% των μετοχών, τουλάχιστον, θα παραμείνει στον ΑΔΜΗΕ, ενώ για την εκχώρηση μειοψηφικού πακέτου έχουν ήδη ξεκινήσει επαφές με Ευρωπαίους Διαχειριστές Μεταφοράς Ενέργειας, με στόχο η διαδικασία να ολοκληρωθεί σε ορίζοντα τριμήνου.
Σύμφωνα με τον προγραμματισμό του ΑΔΜΗΕ, στο πρώτο τρίμηνο του έτους το έργο θα προκηρυχθεί προκειμένου να τεθεί σε λειτουργία έως τα τέλη του 2022.
«Η διασύνδεση Κρήτης-Αττικής θα διασφαλίσει την επάρκεια εφοδιασμού της Κρήτης για τις επόμενες δεκαετίες και αποτελεί το πρώτο βήμα για τη μετατροπή της Ελλάδας σε ενεργειακό κόμβο της ευρύτερης περιοχής» σημείωσε ο επικεφαλής του ΑΔΜΗΕ.
Ο κ. Μανουσάκης τόνισε, ακόμη, την αύξηση των επενδύσεων του ΑΔΜΗΕ το 2018, που έφθασαν στα 175 εκατ. ευρώ κάτι που -όπως είπε- αποδεικνύει την τήρηση της δέσμευσης της διοίκησης του Διαχειριστή για επιτάχυνση των κρίσιμων έργων του Συστήματος Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας (με έμφαση στις διασυνδέσεις των νησιών), η υλοποίηση πολλών εκ των οποίων καθυστερούσε επί δεκαετίες.
«Προσβλέπουμε σε αγορά με εύρωστο και υγιή ανταγωνισμό» επισήμανε στο ίδιο συνέδριο ο αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Δημήτρης Τζαννίνης, υπογραμμίζοντας ότι η Επιχείρηση υποχρεώνεται να αγοράζει ενέργεια σε υψηλή τιμή και να την πουλά σε χαμηλή.
Χαρακτήρισε ανέφικτους τους στόχους που τέθηκαν για μείωση του μεριδίου αγοράς της ΔΕΗ, αν ληφθεί υπόψη ότι το ήμισυ των πελατών δεν είναι ανοιχτό στον ανταγωνισμό, καθώς και ότι σημαντικό μερίδιο της λιγνιτικής και υδροηλεκτρικής παραγωγής της ΔΕΗ, που διατίθεται μέσω των δημοπρασιών ΝΟΜΕ, αντί για την εσωτερική αγορά καταλήγει σε εξαγωγές.
Ο πρόεδρος της Elpedison Andrea Testi ανέφερε ότι οι επενδυτές βάσισαν τα πολυετή σχέδιά τους στην υπόθεση ότι η παραγωγή ενέργειας από λιγνιτικές μονάδες θα μειωθεί σημαντικά στο προσεχές μέλλον, ωστόσο δύο λιγνιτικές μονάδες που έχουν φθάσει στο όριο των επιτρεπόμενων ωρών λειτουργίας τους, σύμφωνα με την Οδηγία για την παραγωγή βιομηχανικών ρύπων, συνέχισαν να λειτουργούν χωρίς καμία όχληση.
«Η παράταση της διάρκειας ζωής των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής με λιγνίτη συνεπάγεται ότι θα υπάρχει λιγότερος χώρος για άλλους τύπους παραγωγής» σημείωσε ο κ. Testi και κατέληξε:
«Εάν η Ελλάδα έχει αποφασίσει να γίνει ο νέος «παράδεισος» για την παραγωγή ενέργειας με λιγνίτη, αυτό θα πρέπει να αντικατοπτρίζεται σαφώς στην ενεργειακή πολιτική της χώρας, έτσι ώστε οι επενδυτές και οι ανεξάρτητοι ηλεκτροπαραγωγοί να μπορούν να λαμβάνουν καλά σταθμισμένες αποφάσεις. Αυτές οι αποφάσεις έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο επίπεδο των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων στην Ελλάδα, καθώς και στην απασχόληση και την περαιτέρω οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας».