H επομένη επικύρωσης της συμφωνίας των Πρεσπών από την ελληνική Βουλή βρίσκει τις πολιτικές δυνάμεις νευρικές, σε διαδικασία ανασύνταξης, εξαιτίας κυρίως της σφοδρότητας των αντιδράσεων και της ατμόσφαιρας εθνικής ήττας που επικράτησε μετά απ’ αυτή.
Η κυβέρνηση είναι αλήθεια ότι κλονίστηκε και ενδεικτική προς τούτο ήταν η ανακούφιση που ένιωσαν τα στελέχη της με την ανακοίνωση του αποτελέσματος της σχετικής ψηφοφορίας στο Κοινοβούλιο.
Χωρίς αμφιβολία , ο κ. Τσίπρας πέρασε δια πυρός και σιδήρου στην προσπάθειά του να υπερψηφίσει την επίμαχη συμφωνία.
Το βάρος της απεδείχθη εντέλει πολύ μεγάλο και κατά πάσα βεβαιότητα θα καταδιώκει για καιρό την κυβέρνηση, για να μην πούμε σχεδόν για πάντα.
Με την επιλογή του ο κ. Τσίπρας ήθελε να καταγάγει νίκη ταυτοτική για τις δυνάμεις της Αριστεράς και απώτερος σκοπός του ήταν να «δέσει» τους ψηφοφόρους του, να τους μεταδώσει τη βεβαιότητα δυναμικής παρέμβασης ακόμη και στο πεδίο των εθνικών υποθέσεων.
Δεν μέτρησε ωστόσο την οξύτητα και την ένταση των αντιδράσεων. Οσοι παρακολουθούν τα τεκταινόμενα στη Βόρειο Ελλάδα βεβαιώνουν ότι η κυβέρνηση πλήγωσε βάναυσα τα αισθήματα των πολιτών, επισημαίνοντας ότι μετά τη συμφωνία το κλίμα χειροτέρεψε για τον ΣΥΡΙΖΑ και για τον πρωθυπουργό προσωπικά.
Υπό αυτή την έννοια θεωρούν βέβαιο ότι η εκλογική επίδοση του κυβερνώντος κόμματος από τη Λάρισα και πάνω θα είναι ιδιαιτέρως φτωχή και θα επιδράσει καταλυτικά συνολικά στο εκλογικό αποτέλεσμα.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Πρωθυπουργός έσπευσε την επομένη των Πρεσπών να μεταφέρει τη συζήτηση από το εθνικό στο κοινωνικό πεδίο, μέσω της αύξησης του κατώτατου μισθού στα 650 ευρώ. Και θα συνεχίσει να πράττει το ίδιο με άλλες ευκαιρίες, ακριβώς για να αμβλύνει τις κακές εντυπώσεις.
Κοινή είναι ωστόσο η πεποίθηση ότι ειδικά στη Βόρειο Ελλάδα τα πράγματα έχουν οριστεί από τις Πρέσπες και δεν αλλάζουν.
Δεν χωρεί αμφιβολία ότι το εθνικό θέμα απομόνωσε τον ΣΥΡΙΖΑ, περιόρισε το ακροατήριό του και αντιθέτως επέτρεψε στη Νέα Δημοκρατία να «σφραγίσει» τις δυνάμεις της και να διεκδικεί τις καλύτερες των επιδόσεών της στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας και της Θράκης.
Επιπλέον αξιοσημείωτη είναι η ευκαιρία που προσέφερε το όλο θέμα στις αντισυστημικές δυνάμεις της άκρας δεξιάς, ιδιαιτέρως της Χρυσής Αυγής.
Στη Μακεδονία οι «χρυσαυγίτες» έκρυψαν το αποκρουστικό ναζιστικό τους πρόσωπο κάτω από τη γαλανόλευκη με τον ήλιο της Βεργίνας και πρωταγωνιστούν σε βίαιες αντιδράσεις.
Είναι κοινός τόπος ότι ευνοήθηκαν από την ριζοσπαστικοποίηση που επέβαλε το εθνικό θέμα στον ευρύτερο χώρο της δεξιάς και πλέον πολλοί είναι αυτοί που συμμερίζονται την άποψη ότι διεκδικούν ευθέως πια τη θέση του τρίτου κόμματος στη Βουλή, με ότι αυτό συνεπάγεται για τις μετεκλογικές συνεργασίες, αν αυτές ποτέ χρειαστούν.
Αυτή είναι ίσως η χειρότερη υπηρεσία που προσέφερε ο κ. Τσίπρας υπερασπιζόμενος άκριτα τη συμφωνία των Πρεσπών. Μπορεί ο ίδιος να δηλώνει ότι κατήγαγε νίκη απέναντι στις εθνικιστικές δυνάμεις ένθεν – κακείθεν των συνόρων, αλλά τίποτε για την ώρα δεν βεβαιώνει κάτι τέτοιο.
Αντιθέτως πολλοί φοβούνται ότι δεν θα είναι ευθύγραμμη η πορεία των πραγμάτων κατά την εφαρμογή της συμφωνίας, σε σημείο που ελλοχεύει ακόμη και ο κίνδυνος της γελοιοποίησης, με ότι αυτό συνεπάγεται.
Οπως και να έχει οι Πρέσπες επιδρούν και θα συνεχίσουν να επιδρούν ποικιλοτρόπως στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Το παιγνίδι στα θολά νερά των λιμνών δεν ήταν ποτέ εύκολο, έκρυβε πάντα απρόοπτα…
ΤΟ ΒΗΜΑ