Σε μια «προεκλογική έξοδο» στις αγορές προχωρά η κυβέρνηση σε μια προσπάθεια να ενισχύσει το προφίλ. Η κυβέρνηση επιχειρεί με την έκδοση του 5ετους να δοκιμάσει την προεκλογική τύχη στις αγορές.
Το υπουργείο Οικονομικών, ανακοίνωσε την έκδοση νέου 5ετούς ομολόγου από τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.
Το Ελληνικό Δημόσιο ανακοίνωσε τους αναδόχους της νέας έκδοσης ομολόγου, με τη νέα έξοδο στις αγορές να αναμένεται, όπως αναφέρει η ανακοίνωση, στο «κοντινό μέλλον», υπό την αίρεση των συνθηκών της αγοράς.
Συγκεκριμένα, όπως σημειώνεται, η Ελληνική Δημοκρατία έδωσε εντολή στις BofA Merrill Lynch, Goldman Sachs, HSBC, JP Morgan, Μorgan Stanley, και Societe Generale CIB για μια νέα έκδοση ομολόγου με ωρίμανση τον Απρίλιο του 2024.
Το δημόσιο σκοπεύει να αντλήσει περί τα 2 δισ. ευρώ, ενώ το επιτόκιο αναμένεται να κινηθεί πέριξ του 3,5% – 3,75%.
Το νέο ομόλογο θα έχει λήξη λίγο μεγαλύτερη των 5 ετών.
Την ίδια στιγμή, το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης προχωρεί και στη συγκέντρωση των αποθεματικών όλων των φορέων της γενικής κυβέρνησης οι διοικήσεις των οποίων υποχρεούνται να μεταφέρουν τα αποθεματικά σε λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδας μέχρι και τις 25 Φεβρουαρίου.
Καλή η συγκυρία
Το μεγαλύτερο μέρος των συναλλαγών στην ΗΔΑΤ τις τελευταίες ημέρες αφορούσε τους 5ετείς τίτλους, καθώς «προετοιμάζεται» το έδαφος για τη νέα έκδοση. Εξάλλου το ίδιο είχε παρατηρηθεί και κατά την έκδοση του 7ετούς ομολόγου τον Φεβρουάριο του 2018, όπου και τότε είχε γίνει ράλι των τιμών στους 7ετείς τίτλους – οι οποίοι έκτοτε δεν τα πήγαν πάντως και τόσο καλά.
Καθώς η Ισπανία πούλησε 10ετές ομόλογο μαζεύοντας προσφορές 47 δισ. ευρώ για μια έκδοση αξίας 10 δισ. ευρώ και η Ιταλία πούλησε ομόλογα 16 ετών, ορισμένοι διαχειριστές hedge funds που αγόρασαν πρόσφατα ιταλικά ομόλογα θεωρούν ότι η συγκυρία είναι καλή για την Ελλάδα, ελπίζοντας πάντως σε μια πριμοδότηση 30 μονάδων βάσης για να μπουν στη νέα 5ετή έκδοση.
Την ερχόμενη Τρίτη, πάντως, η Γερμανία σχεδιάζει την έκδοση 2ετών ομολόγων με στόχο την άντληση 5 δισ. ευρώ, ενώ την Τετάρτη η Ιταλία θα βγει στις αγορές με την έκδοση ομολόγων μεσαίας και μεγάλης διάρκειας λήξεων και η Γερμανία θα επιστρέψει με στόχο την άντληση 3 δισ. ευρώ με την έκδοση 10ετούς ομολόγου. Η Αυστρία μπορεί επίσης να προχωρήσει στην πώληση 10ετούς κοινοπρακτικού ομολόγου.
Επαφή με τις αγορές
Αυτό σημαίνει πως οι 21 βασικοί διαπραγματευτές (primary dealers) των ελληνικών ομολόγων (Alpha Bank, Banca IMI SPA, Barcleys, BNP Paribas, Citigroup, Commerzbank, Credit Suisse, Deutsche Bank, Εθνική, Eurobank, Goldman Sachs, HSBC, JP Morgan, Merrill Lynch, Morgan Stanley, Natwest Markets, Nomura, Societe Generale, Πειραιώς, UBS και Unicredit) θα πρέπει να αξιολογήσουν όλα τα δεδομένα ώστε να αποφανθούν για τη χρονική στιγμή που θα ανοίξει το βιβλίο προσφορών.
Πηγές κοντά στη νέα έκδοση σημείωναν πως η χώρα θα πρέπει να βγαίνει σε τακτά διαστήματα στις αγορές ώστε να «χτίσει» σταδιακά την επαφή της με τους επενδυτές, καθώς μετά το (αναγκαίο) «κούρεμα» των ομολόγων του PSI οι αγορές θα παραμείνουν εξαιρετικά επιφυλακτικές για μεγάλο διάστημα με τη χώρα. Η Ελλάδα επρόκειτο εξάλλου να προχωρήσει στην έκδοση 10ετούς ομολόγου πέρυσι το καλοκαίρι, με τη Rothschilds να ενημερώνει σχετικά αρκετούς επενδυτές, αλλά αναγκάστηκε να την αναβάλει λόγω των διακυμάνσεων στις αγορές εξαιτίας και της κρίσης στην Ιταλία.
Πηγές κοντά στον ΟΔΔΗΧ (Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους) σημειώνουν πως το «μαξιλαράκι ασφαλείας» επαρκεί για 4 χρόνια και το διάστημα αυτό θα πρέπει να το εκμεταλλευτεί η Ελλάδα ώστε να αποκαταστήσει τη σχέση της με τις αγορές και να γίνει σταδιακά μια κανονική χώρα. Παρά το «μαξιλάρι», οι κινήσεις της χώρας θα πρέπει να είναι προσεκτικές. Το «ακριβό» π.χ. χρέος του ΔΝΤ ύψους 3,8 δισ. ευρώ θα μπορούσε να αποπληρωθεί μετά την προσφυγή στις αγορές, ώστε να δοθεί και το κατάλληλο σινιάλο στους επενδυτές.
Η βιωσιμότητα
Σε κάθε περίπτωση, με το 80% του δημόσιου χρέους να βρίσκεται στα χέρια των επίσημων πιστωτών, οι σχέσεις της Αθήνας με τους ευρωπαίους πιστωτές θα καθορίσουν τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους. Η προθυμία τους να στηρίξουν την Ελλάδα – η οποία βέβαια δεν θα πρέπει να αντιστρέψει τη μεταρρυθμιστική ατζέντα – θα παραμείνει καθοριστική για την αξιολόγηση της ικανότητας της χώρας να ανταποκριθεί στις μελλοντικές χρηματοοικονομικές της υποχρεώσεις.
Η κόπωση των μεταρρυθμίσεων και οι εξωτερικοί κίνδυνοι θα μπορούσαν να μετριάσουν τις προσπάθειες της Ελλάδας, επηρεάζοντας την ανάπτυξη η οποία εκτιμάται στο 2,4% το 2019 από 2,1% το 2018, παρατηρούσε π.χ. το ΔΝΤ. Να σημειωθεί ότι σήμερα τα ελληνικά ομόλογα βρίσκονται σε μη επενδυτική διαβάθμιση, με την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας να απέχει, βάσει της καλύτερης αξιολόγησης από τη Fitch, κατά 4 βαθμίδες από την επενδυτική βαθμίδα.