Με ανοιχτά μέτωπα αποχώρησαν τα κλιμάκια των θεσμών της ΕΕ από την Ελλάδα, μετά την ολοκλήρωση του β’ γύρου της μεταμνημονιακής εποπτείας.
Σημειώνεται ότι χθες Πέμπτη κυβερνητικός παράγοντας που συμμετείχε στις συζητήσεις των τελευταίων ημερών ανέφερε ότι δεν έχει γίνει επίσημη πρόταση προς τους επικεφαλής των θεσμών για τη ρύθμιση χρεών προς την εφορία με 120 δόσεις. Σύμφωνα με την ίδια πηγή μάλιστα το οικονομικό επιτελείο δεν είναι σε θέση να απαντήσει αν τελικά θα γίνει αυτή η πρόταση προς τους θεσμούς. Όταν γίνει τότε θα τεθεί στο τραπέζι των συζητήσεων. Για την ώρα δεν έχουν λάβει οι θεσμοί κάποια συγκεκριμένη πρόταση ώστε να διευκολυνθούν 4.000.000 πολίτες που χρωστούν στην εφορία συνολικά 104 δισ. ευρώ και περίπου 85 δισ. προσαυξήσεις.
Ανέφερε ωστόσο ότι υπάρχει πρόοδος – αλλά όχι συμφωνία – στις συζητήσεις για τις 120 δόσεις προς ασφαλιστικά ταμεία και για το νέο σύστημα προστασίας της πρώτης κατοικίας, που θα ισχύσει μετά το τέλος του Νόμου Κατσέλη.
Παράλληλα «στον αέρα» παραμένει ο διάδοχος του Νόμου Κατσέλη, ο κατώτατος μισθός, αλλά και τα αναδρομικά τα οποία επιδικάζουν τα δικαστήρια.
Η κοινή δήλωση των Θεσμών
«Ο στενός διάλογος για τις προκλήσεις και τις προτεραιότητες της οικονομικής πολιτικής θα συνεχιστεί» αναφέρουν σε κοινή τους δήλωση τα κλιμάκια των θεσμών της ΕΕ για την αποστολή στην Αθήνα.
«Η έκθεση ενισχυμένης εποπτείας» προσθέτουν, «η οποία αντικατοπτρίζει τα λεπτομερή πορίσματα και τις συστάσεις της παρούσας αποστολής» και θα δημοσιευθεί στις 27 Φεβρουαρίου «θα χρησιμεύσει ως βάση για να συμφωνήσει το Eurogroup σχετικά με τη μεταφορά των ποσών ισοδύναμου εισοδήματος SMP-ANFA και την ακύρωση του περιθωρίου κέρδους σε ορισμένα δάνεια του EFSF».
Τα κλιμάκια αναφέρουν ότι «η αποστολή διεξήγαγε συζητήσεις σχετικά με τις βασικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία».
Επισημαίνουν ότι περιλάμβαναν «συζητήσεις σχετικά με τη δημοσιονομική κατάσταση και τις προοπτικές μετά την έγκριση του προϋπολογισμού για το 2019 για την επίτευξη του συμφωνηθέντος στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5 % του ΑΕΠ».
Επίσης, «δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην αξιολόγηση της εφαρμογής των 16 ειδικών μεταρρυθμιστικών δεσμεύσεων για το τέλος του 2018 που επισυνάπτονται στη δήλωση του Eurogroup του Ιουνίου 2018, καθώς και της γενικής δέσμευσης για τη συνέχιση και την ολοκλήρωση των βασικών μεταρρυθμίσεων που δρομολογήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος».
Γίνεται σαφές πάντως ότι «η αποστολή επικεντρώθηκε επίσης σε μέτρα για την ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, συμπεριλαμβανομένης της εφαρμογής της στρατηγικής εξυγίανσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και της αναθεώρησης του νόμου περί προστασίας της πρώτης κατοικίας (νόμος Κατσέλη)».
Αναφέρεται στην ανακοίνωση ότι στελέχη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε συνεργασία με στελέχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας επισκέφθηκαν την Αθήνα από τις 21 έως τις 25 Ιανουαρίου για την δεύτερη αποστολή στην Ελλάδα μετά το πρόγραμμα. Στελέχη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου συμμετείχαν στο πλαίσιο της μετα-προγραμματικής εποπτείας. Στελέχη του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας συμμετείχαν στο πλαίσιο του συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης.