Στο εθνικό θέμα υπήρχε επιλογή, όμως δεν την είδαν.
Δυστυχώς, το εθνικό θέμα αντιμετωπίστηκε και πάλι με διχαστικό τρόπο, στο βωμό του κομματικού συμφέροντος.
Η κυβέρνηση έχει την πρώτη ευθύνη και η αντιπολίτευση όμως και κυρίως η ΝΔ, την ακολούθησε με τον ίδιο ζήλο.
Η συμφωνία των Πρεσπών είναι ετεροβαρής∙ μας δίνουν το σύνθετο όνομα και μερικές αυτονόητες ‒για υποψήφιο μέλος των ευρατλαντικών θεσμών‒ τροποποιήσεις του συντάγματος και τους δίνουμε ‒στην καλύτερη περίπτωση για μας‒ έμμεσα τη μακεδονική ταυτότητα.
Υπάρχει μια αλήθεια για την γραμμή που ακολουθούσαν οι μέχρι τώρα κυβερνήσεις στο θέμα του ονόματος και αυτή είναι το σύνθετο όνομα με γεωγραφικό προσδιορισμό, για όλες τις χρήσεις και ότι ποτέ δεν συζητήθηκαν θέματα, όπως η Μακεδονική ταυτότητα και γλώσσα. Η αλήθεια όμως θα είναι μισή, αν δεν πούμε, ότι η άλλη πλευρά με τις εθνικιστικές κυβερνήσεις που είχε απόρριπτε την σύνθετη ονομασία και έτσι η συζήτηση δεν προχωρούσε, τα Σκόπια κέρδιζαν διμερείς αναγνωρίσεις αλλά έμειναν μακριά από το ΝΑΤΟ και κυρίως μακριά από την ΕΕ και τα πολλά ευεργετήματά της.
Πιστεύω ότι τέτοια θέματα με μεγάλο ιστορικό και συναισθηματικό φορτίο και ισχυρή γεωπολιτική σημασία δεν μπορούν να λυθούν με συμφωνίες-πακέτο∙ χρειάζονται σταθερά βήματα και δεσμευτικοί οδικοί χάρτες, όπως η ενδιάμεση συμφωνία του 1995, η οποία έδωσε τη δυνατότητα, ακόμη και με τις πιο ακραίες κυβερνήσεις στη FYROM, να προχωρήσουν σε βάθος οι σχέσεις των δύο χωρών σε όλους τους τομείς, όπως ο οικονομικός, που έπιασε τα υψηλότερα επίπεδα που μπορούν οι δύο χώρες.
Όπως ισχυριζόμουν από την αρχή, και αποκάλυψε προχθές ο κ. Καμμένος, η επισπεύδουσα της συμφωνίας ήταν για δικούς της λόγους η ελληνική κυβέρνηση και όχι ο διεθνής παράγοντας.
Σε κάθε περίπτωση, έπρεπε να προχωρήσουμε τη συμφωνία σε δύο στάδια. Το πρώτο να περιείχε το όνομα με αντάλλαγμα την ένταξη στο ΝΑΤΟ και το δεύτερο έναν οδικό χάρτη 15 χρόνων ένταξης στην ΕΕ, που θα περιελάμβανε τα θέματα γλώσσας, εθνότητας-υπηκοότητας, εμπορικά σήματα, εκπαιδευτικά εγχειρίδια κ.λπ. Το πρώτο θα έλυνε τα θέματα ασφάλειας και γεωστρατηγικής, που ενδιαφέρουν τον διεθνή παράγοντα. Το δεύτερο είναι που θέλουν πιο πολύ οι γείτονές μας και η δική μας πλευρά μπορεί να το διαχειριστεί πιο αποτελεσματικά, λόγω των αυστηρών κανόνων της ΕΕ, όπως το είδαμε και με την Τουρκία και στην πορεία αυτή θα υπάρξουν καλύτερες προϋποθέσεις για να συμφωνηθούν αμοιβαία αξιοπρεπείς λύσεις.
Δυστυχώς το πολιτικό σύστημα και στα πολύπλοκα εθνικά θέματα, σκέφτεται και αποφασίσει απλοϊκά χωρίς ολοκληρωμένες αναλύσεις, με βασικό κίνητρο το προσωρινό κομματικό και προσωπικό συμφέρον, αδιαφορώντας για την επόμενη ημέρα.
*Ο κ. Γιάννης Μαγκριώτης, είναι συντονιστής της Πρωτοβουλίας για τη Νέα Σοσιαλδημοκρατία και πρώην υφυπουργός Υποδομών του ΠαΣοΚ.