Η συμφωνία των Πρεσπών,δεν είχε ως αφετηρία την επίλυση ενός κρίσιμου εθνικού θέματος που μας ταλανίζει τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά ήταν το όχημα, όπως ομολογεί τώρα ο ίδιος ο πρωθυπουργός, για την αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού. Δεν επεδίωξε σε καμιά φάση τη συναίνεση και το διάλογο, αλλά στόχευε στο να διαμορφωθεί μια νέα διαχωριστική γραμμή για να μπορέσει ο Σύριζα να διασωθεί πολιτικά και να παραπλανήσει και πάλι τους πολίτες μετά τη μνημονιακή στροφή του.
Το αποτέλεσμα το βλέπουμε σήμερα μπροστά μας. Επανέφερε στο προσκήνιο,όπως και πριν το 2015, με άλλους όρους ένα βαθύτατο διχασμό ,μια οξύτατη πόλωση τόσο στην ελληνική κοινωνία, όσο και στο πολιτικό σκηνικό γενικότερα. Η δε νέα «κεντροαριστερή» ταυτότητα που επιδιώκει υποτίθεται ο κ. Τσίπρας, εξελίσσεται σε ένα ευτελισμό της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, σε καταστρατήγηση του Συντάγματος και του κανονισμού της Βουλής προκειμένου να εξυπηρετηθούν οι πρωθυπουργικές μεθοδεύσεις.
Οι διαδηλωτές ταυτίζονται με ακροδεξιούς, τα δακρυγόνα που υποτίθεται θα καταργούσε εν μία νυκτί, πέφτουν βροχή ενώ ο…γόνιμος νέος διπολισμός που επιδιώκει εξελίσσεται σε ιλαροτραγωδία με μετακινήσεις βουλευτών και ρευστοποίηση των μικρότερων κομμάτων. Παρακολουθούμε δυστυχώς μια επανάληψη του μοντέλου που ζήσαμε τα πρώτα χρόνια των μνημονίων, με την εξουσία αυτή τη φορά να τροφοδοτεί το λαϊκισμό, την καιροσκοπική δημαγωγία, την κατάρρευση κάθε ηθικών και ιδεολογικών φραγμών.
Ο προοδευτικός πόλος που σχεδιάζει ο κ. Τσίπρας -και φαίνεται ότι βρίσκει μερικούς πρόθυμους να συμπλεύσουν μαζί του για να διασώσουν τα πολιτικά τους ιμάτια- ουδεμία σχέση έχει με την πρόοδο και πολύ περισσότερο με τις ανάγκες της χώρας. Η όποια μετάλλαξη του δεν παραπέμπει σε ένα προοδευτικό κόμμα, αλλά εδράζεται στις πιο παλιές παλαιοκομματικές πρακτικές.
Αν ο Σύριζα και ο πρωθυπουργός προσωπικά επιθυμούσαν πράγματι την απαλλαγή τους από τις ιδεοληψίες και αγκυλώσεις που εξακολουθούν να κυριαρχούν στο χώρο τους, δεν θα προκαλούσαν μονίμως την αντιπολίτευση, δεν θα έστηναν δικαστικές σκευωρίες, δεν θα καταστρατηγούσαν τους θεσμούς, αλλά θα αναζητούσαν πριν φτάσει στη συμφωνία, τα ελάχιστα τουλάχιστον σημεία επαφής με την αντιπολίτευση.
Οι προϋποθέσεις υπήρχαν, το πλαίσιο εθνικής συνεννόησης υπήρχε αλλά τα αγνόησε. Κι αυτό γιατί αποφάσισε να χρησιμοποιήσει ένα εθνικό θέμα ως μοχλό μικροκομματικών επιδιώξεων. Δυστυχώς σε κάποιο βαθμό το πέτυχε. Αποσταθεροποίησε όμως και δίχασε την κοινωνία, οδήγησε στα άκρα την πολιτική αντιπαράθεση και εν τέλει υπονόμευσε την πορεία της χώρας προς την ομαλότητα…