Συζητήσεις εφ’ όλης της ύλης με τεχνικά κλιμάκια των θεσμών ξεκίνησαν τη Δευτέρα οι διοικήσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζικών ομίλων. Σε αυτές θα τεθούν επί τάπητος όλα τα ανοιχτά θέματα των τραπεζών, τα οποία περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τα σχέδια μείωσης των «κόκκινων» δανείων και την προσαρμογή του επιχειρησιακού τους μοντέλου.
Οι τραπεζικές διοικήσεις έχουν πάρει μία πρώτη γεύση των εργαλείων στήριξης του κλάδου με χρήση κρατικών εγγυήσεων που προωθεί το υπουργείο Οικονομικών και έχουν ξεκινήσει τους υπολογισμούς τους για το πώς μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την ταχύτερη αποκλιμάκωση των δεικτών καθυστερήσεων.
Ευελπιστούν δε πως μέχρι τα τέλη του ερχόμενου μήνα το σχετικό πλαίσιο θα έχει οριστικοποιηθεί, ώστε να μπορούν να προγραμματίσουν με μεγαλύτερη ακρίβεια τις επόμενες κινήσεις τους.
Σημειώνεται ότι τον ερχόμενο Μάρτιο θα πρέπει να υποβληθούν στον επόπτη του συστήματος, τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM), τα τελικά σχέδια εξυγίανσης των ισολογισμών για την περίοδο 2019-2021 για το σύνολο κάθε ομίλου.
Κρατικές εγγυήσεις
Ως εκ τούτου, οι τραπεζίτες αναμένουν τα τελικά πλάνα υποβοήθησης από το Δημόσιο αυτής της προσπάθειας έτσι ώστε να μπορέσουν να παρουσιάσουν όχι μόνο στην ΕΚΤ αλλά και στην επενδυτική κοινότητα το επικαιροποιημένο στρατηγικό τους σχέδιο.
Με τα νέα εργαλεία κρατικών εγγυήσεων που θα έχουν στη διάθεσή τους, θα στοχεύσουν να απαλλαγούν από «κόκκινα» χαρτοφυλάκια κυρίως μέσω τιτλοποιήσεων σε τιμές που δεν θα προκαλέσουν ζημιές ικανές να οδηγήσουν σε μία νέα αναγκαστική ανακεφαλαιοποίηση. Χωρίς να υπολογίζονται οι έξτρα κινήσεις που θα ενεργοποιηθούν μετά την οριστικοποίηση των συγκεκριμένων μέσω στήριξης, οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι (Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα, Τράπεζα Πειραιώς) θα διαθέσουν μέσω πωλήσεων και τιτλοποιήσεων το 2019 «κόκκινα» δάνεια συνολικού ύψους τουλάχιστον 14 δισ. ευρώ, ποσό διπλάσιο σε σχέση με το αντίστοιχο του 2018.
Από αυτά, τα 9 δισ. ευρώ αφορούν τιτλοποιήσεις που έχει ήδη δρομολογήσει η Eurobank, ενώ τα υπόλοιπα αφορούν τις άλλες τρεις σημαντικές εγχώριες τράπεζες και κινούνται μεταξύ 1,7 και 2 δισ. ευρώ ανά όμιλο (ανοίγματα εντός ισολογισμού).
Ωστόσο, τα νούμερα εκτιμάται ότι θα αυξηθούν σημαντικά εφόσον προχωρήσουν οι σχεδιασμοί του υπουργείου Οικονομικών και επιτρέψουν οι συνθήκες στις αγορές τη διενέργεια συναλλαγών σε ανεκτές τιμές. Εάν όλα πάνε καλά, είναι πιθανό στο α’ εξάμηνο του 2020 ο μέσος δείκτης καθυστερήσεων στην Ελλάδα να υποχωρήσει κάτω από το 20%, από το 50% που βρίσκεται σήμερα.