Ανακοίνωση με την οποία σχολιάζει τις ρωσικές θέσεις απέναντι στη Συμφωνία των Πρεσπών εξέδωσε το υπουργείο Εξωτερικών, καλώντας τη Ρωσία να αλλάξει τη στάση της στο συγκεκριμένο ζήτημα.
«Η επίκληση πολιτικών εξελίξεων στο εσωτερικό φίλων χωρών από το ρωσικό Υπουργείο Εξωτερικών δεν συνάδει με το επίπεδο που χαρακτηρίζει τις σχέσεις Ελλάδας-Ρωσίας και τους διαχρονικούς δεσμούς φιλίας μεταξύ των λαών μας» αναφέρουν από τη Βασ. Σοφίας, προσθέτοντας πως «παράλληλα, τροφοδοτεί έναν εύλογο προβληματισμό καθώς παραβλέπει την συντεταγμένη και αποτελεσματική δημοκρατική λειτουργία των θεσμών στην Ελλάδα, το Σύνταγμα της οποίας έχει σαφείς πρόνοιες για την αντιμετώπιση κάθε πιθανού ενδεχόμενου στην εσωτερική πολιτική τάξη, η οποία ασφαλώς και δεν αποτελεί πεδίο πρόσφορο για σχόλια από τη πλευρά τρίτων».
«Εκφράζουμε τη βεβαιότητα ότι η Ρωσία, που αναγνωρίζει εδώ και χρόνια τη ΠΓΔΜ ως «Δημοκρατία της Μακεδονίας» θα σεβαστεί τις ευαισθησίες του ελληνικού λαού στη χρήση του ονόματος Μακεδονία, θα αποκαλεί από εδώ και στο εξής τη χώρα αυτή με τη νέα συνταγματική της ονομασία, δηλαδή «Βόρεια Μακεδονία» και το κυριότερο, θα αποστεί από ανάλογες δηλώσεις που αποτελούν παρέμβαση στα εσωτερικά της Ελλάδας» επισημαίνει το υπουργείο Εξωτερικών.
«Η Συμφωνία των Πρεσπών συμβάλλει ήδη από την υπογραφή της στην εδραίωση της σταθερότητας και της ειρήνης στα Βαλκάνια» αναφέρει το ελληνικό ΥΠΕΞ, συμπληρώνοντας ότι «αποτελεί ένα διεθνώς αναγνωρισμένο πρότυπο επίλυσης διαφορών μεταξύ δυο ανεξάρτητων κυρίαρχων κρατών υπό την αιγίδα του ΟΗΕ χωρίς παρεμβάσεις τρίτων. Διαφορών που επί μακρόν υπονόμευαν την προοπτική των λαών της περιοχής να συνυπάρχουν ειρηνικά και να συνεργάζονται προς όφελος της σταθερότητας και της ασφάλειας της περιοχής».
«Οι διεθνείς μας εταίροι καλούνται να σεβαστούν το πνεύμα και το γράμμα της Συμφωνίας και να επικροτήσουν το γεγονός ότι οι πολιτικές ηγεσίες των δύο χωρών επέδειξαν το απαραίτητο πολιτικό θάρρος να φτάσουν στη λύση ενός ιδιαίτερα ακανθώδους ζητήματος, προασπίζοντας, την ίδια στιγμή, τα εθνικά τους συμφέροντα» καταλήγει η ελληνική διπλωματία.