Ένα από τα πιο σημαντικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας πέρα από δημόσιο χρέος και την ανάγκη προσέλκυσης άμεσων ξένων επενδύσεων, είναι η επένδυση στην γνώση και εν γένει σε αυτό που αποκαλείται ανθρώπινο κεφάλαιο (human capital) .
Με τον όρο αυτό εννοούμε την συμβολή του κάθε ατόμου, με τα προσόντα και τις δεξιότητές του στην παραγωγική διαδικασία και στη παραγωγή νέου πλούτου.
Η διαδικασία αυτή έχει άμεση σχέση με την έρευνα και ανάπτυξη που εφαρμόζουν τόσο τα πανεπιστήμια όσο και μεγάλες επιχειρήσεις που έχουν την δυνατότητα να επενδύσουν σε νέα ταλέντα και σε προσπάθειες ανακάλυψης και αναγνώρισης νέων ευρεσιτεχνιών, που θα συμβάλλουν με τρόπο πιο ευέλικτο και αποτελεσματικό στην αύξηση του ΑΕΠ της χώρας.
Δυστυχώς η χώρα μας, έχει μείνει πίσω τόσο στο θέμα της καινοτομίας μέσω έρευνας και κατοχύρωσης διανοητικής ιδιοκτησίας, όσο και στην επένδυση συνολικά του ανθρώπινου κεφαλαίου, που απαιτεί την ισχυρή παρουσία και συνεργασία τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα.
Γενικά η νέα εποχή της ψηφιοποίησης, απαιτεί νέες διαδικασίες ανάδειξης προσόντων και ανέλιξης του προσωπικού με στόχο την ενίσχυση τόσο των εταιρικών κερδών όσο και της εγχώριας οικονομίας.
Οι νέες τάσεις απαιτούν την προσήλωση των επιχειρήσεων αλλά και του κράτους σε 3 βασικούς τομείς για την ανάδειξη αποτελεσματικού ανθρώπινου δυναμικού :
1. Υψηλή εξειδίκευση και δια βίου μάθηση σε τεχνολογίες διείσδυσης και καινοτομίας μέσω του disruption learning.
2. Καλλιέργεια και εκπαίδευση πάνω στα λεγόμενα soft skills, όπου αναδεικνύεται η ικανότητα επικοινωνίας και η διαδικασίας επίλυσης διαφορών αλλά και λήψης αποφάσεων.
3. Ανάδειξη και διατήρηση ταλέντων, όπου κάθε οργανισμός καθώς ο και κρατικός μηχανισμός, οφείλει μέσα από διαδικασίες ουσιαστικής αξιολόγησης, να μετρά και να δίνει τις κατάλληλες ευκαιρίες σε ταλαντούχους ανθρώπους να ξεδιπλώσουν τα προσόντα και τις γνώσεις τους, μέσα από συγκεκριμένα projects και διαδικασίες υλοποίησης υπηρεσιών που βελτιώνουν ένα προϊόν ή υπηρεσία αν πρόκειται για επιχείρηση ή προσδίδουν προστιθέμενη αξία στην εξυπηρέτηση του πολίτη αν μιλάμε για τον δημόσιο τομέα.
Σε κάθε περίπτωση, μία σύγχρονη οικονομία, είναι αδύνατον να αναπτυχθεί μόνο με λογικές εντάσεως κεφαλαίου ή ανειδίκευτης εργασίας με βάση ένα χαμηλό κατώτατο μισθό, καθώς μεσοπρόθεσμα η παραγωγικότητα δεν είναι διατηρήσιμη.
Απαιτείται λοιπόν, εντατική δουλειά από όλους τους εμπλεκόμενους και κυρίως από την πολιτεία, ώστε να δώσει τα κίνητρα σε άτομα και επιχειρήσεις στο να εκπαιδεύονται, να μαθαίνουν, να εξελίσσονται και να δημιουργούν διαρκώς αξία για το κοινωνικό σύνολο, που επί της ουσίας είναι και η πιο σημαντική επένδυση για τον τόπο.
Ο Μελέτης Ρεντούμης είναι οικονομολόγος τραπεζικός.