Ποια είναι η διαφορά του «ωραίου» από το «εξαιρετικό», υπό την έννοια του αντίθετου στο συνηθισμένο; Γιατί ένα απολύτως συμμετρικό πρόσωπο μπορεί, τελικά, να είναι αδιάφορο, ενώ ένα πρόσωπο με ατέλειες γίνεται, πολύ συχνά, συναρπαστικό; Θα έχετε σίγουρα δει κάποια ηλεκτρονικά πορτρέτα που προκύπτουν από τα ωραιότερα χαρακτηριστικά διάσημων γυναικών.
Για παράδειγμα, το στόμα της Αντζελίνα Τζολί, τα ζυγωματικά της Σκάρλετ Τζοχάνσον, τα αμυγδαλωτά μάτια της Μόνικα Μπελούτσι. Ε, κατά κανόνα, το αποτέλεσμα απέχει πολύ από το να είναι γοητευτικό. Συζητώντας περί αυτού με έναν φίλο σκηνοθέτη και προσπαθώντας να ορίσουμε την ομορφιά και να ανιχνεύσουμε τη γοητεία, καταλήξαμε στο «όλα τέλεια και ένα λάθος».
Το ίδιο, περίπου, πίστευε ο φίλος και για το ταλέντο. Εξηγώντας μου ότι ο Μάρλον Μπράντο μπορεί να μη γινόταν «Μάρλον Μπράντο» αν αυτός ο άντρακλας δεν είχε μια φωνούλα σαν 18χρονο κορίτσι που παλεύει ακόμη με τις ορμόνες του.
Ας πούμε λοιπόν για τη γοητεία του λάθους που πολύ συχνά αποτυπώνεται σε έργα τέχνης προσδίδοντάς τους μοναδικότητα. Και έρχονται τώρα μελετητές και γιατροί να πιθανολογήσουν ότι, για παράδειγμα, ο Ντα Βίντσι είχε στραβισμό – κάτι το οποίο έχει διατυπωθεί και για το πρόσωπο στο πορτρέτο της Τζοκόντα – και γι’ αυτό ζωγράφιζε έτσι όπως ζωγράφιζε. Απλοϊκό μού φαίνεται.
Ο Ντα Βίντσι ζωγράφιζε έτσι διότι ήταν σπουδαίος ζωγράφος. Τις λεπτομέρειες που κάνουν τα έργα του κορυφαία θα τις εφεύρισκε είτε είχε στραβισμό είτε διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια. Αλίμονο αν τέτοιου επιπέδου καλλιτέχνες «έβλεπαν» μόνο με τα μάτια και όχι με την ψυχή.
Εξ ορισμού, η τέχνη είναι η ερμηνεία της πραγματικότητας. Οχι η αποτύπωσή της. Ακόμη και στη φωτογραφία, ο φακός του καλλιτέχνη δεν «βλέπει» αυτό που βλέπουμε όλοι. Εξάλλου, κατά την άποψή μου, ο ρόλος της τέχνης στη ζωή μας δεν έγκειται στο πώς την καταλαβαίνουμε, αλλά στο κατά πόσο την αισθανόμαστε και μας συγκινεί.