Μεγάλη πολεμική έχει ξεσπάσει στις ΗΠΑ λόγω της πρότασης της Δημοκρατικής βουλευτίνας Αλεξάντρια Οκάσιο Κορτέζ να φορολογούνται με 70% όσοι κερδίζουν πάνω από 10 εκατ. δολάρια τον χρόνο. Η τόσο υψηλή φορολόγηση των πολύ πλούσιων είναι εφαρμόσιμη;

Η 29χρονη βουλευτίνα, η νεότερη στην ιστορία του Κογκρέσου, η οποία ανέλαβε τα καθήκοντά της την 1η Ιανουαρίου με τη νέα Βουλή που εξελέγη τον Νοέμβριο, διατύπωσε την πρόταση αυτή σε συνέντευξή της στο CBS την Κυριακή. Πολλοί έσπευσαν να την αντικρούσουν, όπως ο πρώην διοικητής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Αλαν Γκρίνσπαν που τη χαρακτήρισε «φριχτό λάθος» γιατί θα πλήξει την αμερικανική οικονομία.

Υπερασπιστές

Αλλά και πολλοί άλλοι την υπερασπίστηκαν, όπως ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής Γουόρεν Μπάφετ, ο οποίος εδώ και χρόνια ζητά να αυξηθεί η φορολόγηση των πλουσίων. Ο Μπάφετ, ο οποίος έχει περιουσία 81 δισ. δολαρίων σύμφωνα με το «Forbes», υποστηρίζει ότι πληρώνει λιγότερους φόρους από τη γραμματέα του. Δεν κατηγορεί τους πλούσιους επειδή οι φτωχοί είναι φτωχοί, ούτε πιστεύει ότι οι πλούσιοι δεν προσφέρουν πολλά, απλώς θεωρεί πως όσοι κερδίζουν τα υψηλότερα εισοδήματα πρέπει να πληρώνουν περισσότερους φόρους.

«Γνωρίζω πολλούς μεγα-πλούσιους που είναι πολύ αξιοπρεπείς άνθρωποι. Αγαπούν την Αμερική, δίνουν μεγάλο μέρος της περιουσίας τους σε φιλανθρωπίες και τους περισσότερους δεν θα τους πείραζε να πληρώσουν υψηλότερους φόρους» είχε γράψει ο Μπάφετ σε άρθρο του στους «New York Times» το 2011.

Η πρόταση της Οκάσιο Κορτέζ – η οποία ανήκει στην αριστερή πτέρυγα των Δημοκρατικών και δηλώνει «Δημοκρατική Σοσιαλίστρια» – πηγαίνει κόντρα στην επικρατούσα λογική των τελευταίων δεκαετιών ότι η μείωση της φορολογίας των πλουσίων ενθαρρύνει το επιχειρείν, δημιουργεί θέσεις εργασίας και ενισχύει την ανάπτυξη, ενώ η αύξησή της ωθεί τους πλούσιους να κρύβουν τα εισοδήματά τους σε offshore ή να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε άλλη χώρα με χαμηλότερη φορολογία. Γι’ αυτό όσοι υποστηρίζουν αυτή την άποψη θεωρούν ότι η αύξηση της φορολογίας των πλουσίων δεν αυξάνει τα εισοδήματα του κράτους και ότι προτάσεις σαν της Οκάσιο Κορτέζ είναι πυροτεχνήματα για πολιτική κατανάλωση.

Τα ελλείμματα

Η αυξανόμενη ανισότητα και τα αυξανόμενα ελλείμματα στους κρατικούς προϋπολογισμούς, ιδίως μετά την οικονομική κρίση του 2008, έχουν επαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτημα της αύξησης της φορολογίας ως μέσου ανακατανομής του πλούτου. Οι Αμερικανοί που κερδίζουν περισσότερα από 10 εκατ. δολάρια φορολογούνται σήμερα με 37%. Στη Βρετανία ο υψηλότερος συντελεστής είναι σήμερα 45% – από 83% πριν τη Θάτσερ.

Ιστορικά, οι ΗΠΑ είχαν περισσότερες φορολογικές κλίμακες και τα υψηλότερα εισοδήματα πλήρωναν εξαιρετικά υψηλούς φόρους. Επί Αϊκ Αϊζενχάουερ, για παράδειγμα, ο υψηλότερος συντελεστής ήταν 91%. Επί Τζον Κένεντι και Λίντον Τζόνσον έπεσε στο 70%, προτού τον μειώσει ο Ρόναλντ Ρίγκαν στο 50% και στη συνέχεια, με το φορολογικό νομοσχέδιο του 1986, στο 38%.

Η αλήθεια είναι ότι πριν από εκείνο το νομοσχέδιο οι πλούσιοι είχαν πολλές εκπτώσεις και παραθυράκια, τα οποία έκλεισαν το 1986, όμως παράλληλα μειώθηκε πολύ ο υψηλότερος συντελεστής. Υπήρχαν όμως και περισσότερες προοδευτικές φορολογικές κλίμακες, ενώ σήμερα όποιος κερδίζει, για παράδειγμα, 550.000 δολάρια τον χρόνο βρίσκεται στην ίδια φορολογική κλίμακα με όποιον κερδίζει 10 ή 50 φορές περισσότερα.

Μελέτη-σταθμός

Μελέτη-σταθμός του Πίτερ Ντάιαμοντ από το ΜΙΤ και του Εμάνιουελ Σάεζ από το Μπέρκλεϊ το 2012 κατέληξε ότι συντελεστής 73% για τα υψηλότερα εισοδήματα θα ήταν ο ιδανικός στις ΗΠΑ για δύο λόγους. Πρώτον, για τους πολύ πλούσιους ένα έξτρα δολάριο έχει μηδενική αξία – δηλαδή, ενώ ένας φτωχός μπορεί να βελτιώσει τη ζωή του με λίγα επιπλέον χρήματα, για τον Μαρκ Ζούκερμπεργκ του Facebook, δεν έχουν καμία σημασία. Δεύτερον, ασχέτως του πόσα χρήματα χρειάζεται το κράτος για τις δαπάνες του, οι πλούσιοι πρέπει να πληρώνουν τους υψηλότερους δυνατούς φόρους προκειμένου να κρατιέται η φορολογία χαμηλή για τους φτωχότερους. Οι δύο καθηγητές έκαναν εμπειρικούς υπολογισμούς και κατέληξαν ότι το 73% είναι το ιδανικό – υψηλότερη φορολόγηση θα ήταν αντιπαραγωγική, διότι θα αφαιρούσε το κίνητρο από τους πλούσιους.

«Φορολογικός συντελεστής 70%-80% είναι προφανώς τρέλα, σωστά; Ποιος πιστεύει ότι κάτι τέτοιο είναι λογικό; Μόνο άσχετοι όπως… ο Πίτερ Ντάιμοντ, κάτοχος βραβείου Νομπέλ Οικονομίας και ο κορυφαίος ειδικός στα δημόσια οικονομικά, και ο Εμάνιουελ Σάεζ, από τους κορυφαίους ειδικούς στην ανισότητα» έγραψε σε άρθρο του στους «New York Times» ο επίσης νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν, υπερασπιζόμενος την πρόταση της Οκάσιο Κορτέζ. «Αλλωστε πρόκειται για μια πολιτική που κανένας δεν έχει εφαρμόσει εκτός από… τις ΗΠΑ, για 35 χρόνια μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – που περιλαμβάνουν την πιο επιτυχημένη περίοδο οικονομικής ανάπτυξης στη χώρα».

«Σοβαρή πρόταση»

«Γιατί λοιπόν να μη φορολογήσουμε τους πλούσιους με 100%; Η απάντηση είναι πως αυτό θα τους αφαιρούσε το κίνητρο να κάνουν ό,τι κάνουν για να κερδίζουν τόσα χρήματα, το οποίο θα έπληττε την οικονομία» συνεχίζει ο Κρούγκμαν. «Με άλλα λόγια, η φορολογική πολιτική προς τους πλούσιους δεν πρέπει να έχει τίποτα να κάνει με τα συμφέροντα των πλουσίων αυτά καθαυτά, αλλά με το πώς το κίνητρο αλλάζει τη συμπεριφορά των πλουσίων, επηρεάζοντας τον υπόλοιπο πληθυσμό». Δηλαδή, «όταν φορολογούμε τους πλούσιους, το μόνο που πρέπει να μας νοιάζει είναι πόσα χρήματα θα μαζέψουμε. Ο ιδανικός φορολογικός συντελεστής των πολύ υψηλών εισοδημάτων είναι εκείνος που συγκεντρώνει τα περισσότερα δυνατά χρήματα».  

Γι’ αυτό η πρόταση της Οκάσιο Κορτέζ «κάθε άλλο παρά τρελή είναι και συνάδει πλήρως με τη σοβαρή οικονομική έρευνα» κατέληξε ο Κρούγκμαν.