«Ριψοκίνδυνο ταξίδι» επιγράφεται σχόλιο της εφημερίδας Süddeutsche Zeitung, που επισημαίνει ότι ο Αλέξης Τσίπρας και η Άνγκελα Μέρκελ «διατηρούν μία εμφανώς χαλαρή έως φιλική σχέση. Παράδοξο; Σε καμία περίπτωση. Μέρκελ και Τσίπρας συνδέονται με έναν παράφορο πραγματισμό.
Σε αυτό το πλαίσιο η ιδεολογική συνέπεια είναι λιγότερο σημαντική από τη διατήρηση της εξουσίας. Το άλλοτε αντι-συστημικό κόμμα ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον μέρος του συστήματος και εδραιώνει την παρουσία του στο κράτος μοιράζοντας αξιώματα, όπως είχαν κάνει και όλα τα κόμματα που προηγήθηκαν. Ο Τσίπρας έπραξε τα δέοντα, η Ελλάδα το καλοκαίρι αποχώρησε από το πρόγραμμα διάσωσης, έστω και αν ακόμη παραμένει υπό την αυστηρή εποπτεία των δανειστών. Το ότι η Μέρκελ φτάνει στην υγρή και χειμωνιάτικη Αθήνα ήδη στις αρχές της χρονιάς, αποτελεί αναγνώριση για όσα έχουν γίνει. Δεν αποκλείεται να ακουστούν και λόγια ευγνωμοσύνης για το ότι η Ελλάδα επωμίζεται μέχρι σήμερα το μεγαλύτερο βάρος της ευρωπαϊκής συμφωνίας με την Τουρκία για το προσφυγικό. Η αθλιότητα συσσωρεύεται πλέον στους καταυλισμούς σε πέντε ελληνικά νησιά και όχι (σε γερμανικές πόλεις όπως) στο Φράιλασινγκ η στο Πάσαου. Και αυτή τη στιγμή ο Τσίπρας χρειάζεται την επιδοκιμασία, καθώς ο κυβερνητικός συνασπισμός ελάχιστα απέχει από τη ρήξη».
Όπως επισημαίνει η εφημερίδα του Μονάχου, η συγκυρία υποδεικνύει και τη δυσκολία της επίσκεψης, καθώς «το πιο σημαντικό μήνυμα της Μέρκελ στην Αθήνα θα μπορούσε να εκληφθεί και ως προεκλογική βοήθεια. Διότι η καγκελάριος θέλει να επαινέσει τον Τσίπρα για μία ιστορική επιτυχία, τη συμφωνία που συνήψε ο πρωθυπουργός με τον ‘μακεδόνα’ ομόλογό του Ζόραν Ζάεφ και η οποία θα οδηγήσει τον βόρειο γείτονα της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ με την ονομασία Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας. Επί 26 χρόνια οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν είχαν το θάρρος να λύσουν τον γόρδιο δεσμό στην περίπλοκη διαμάχη για την ονομασία, ενώ στα Σκόπια οι πολιτικοί μετεωρίζονταν σε επικίνδυνα μυθεύματα. Η συμφωνία των Πρεσπών, όπως ονομάζεται, είναι ένα εξαιρετικό δείγμα εξωτερικής πολιτικής, για το οποίο Τσίπρας και Ζάεφ, 44 χρονών αμφότεροι, προτείνονται ακόμη και για το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης».
«Χιλιάδες μετανάστες επιστρέφουν από την Ελλάδα»
Στους προσφυγικούς καταυλισμούς στην Ελλάδα αναφέρεται άρθρο στην ηλεκτρονική έκδοση της εβδομαδιαίας εφημερίδας Die Zeit. Το δημοσίευμα επισημαίνει ότι το 2018 περισσότεροι από 12.700 μετανάστες επέστρεψαν στην πατρίδα τους από την Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία της ελληνικής αστυνομίας. Μόνο τον Δεκέμβριο γύρισαν σχεδόν 800. Οι περισσότεροι επέστρεψαν στην Αλβανία, το Ιράκ, το Ιράν και τη Γεωργία». Επιπλέον, η γερμανική εφημερίδα αναφέρεται εκτενώς στην πρόσφατη κριτική που άσκησε η Μη Κυβερνητική Οργάνωση Oxfam για τις συνθήκες διαβίωσης προσφύγων και μεταναστών στους καταυλισμούς, καθώς και στα κέντρα ταυτοποίησης και υποδοχής.
Υπενθυμίζει πάντως ότι «όπως τονίζει η Oxfam, η Ελλάδα δεν επιτρέπεται να αφεθεί μόνη της με αυτή την πρόκληση. Το ζητούμενο είναι να κατανέμονται με δίκαιο τρόπο οι αιτούντες άσυλο στα κράτη-μέλη της ΕΕ. Αλλα η διεθνής κοινότητα, εδώ και χρόνια, δεν μπορεί να συμφωνήσει σε δεσμευτικές ποσοστώσεις για τον διαμοιρασμό των προσφύγων σε όλες τις χώρες. Η εκπρόσωπος του Κόμματος της Αριστεράς για τη μετανάστευση στο γερμανικό Κοινοβούλιο, Γκιοκάϊ Ακμπουλούτ, κατηγόρησε την ομοσπονδιακή κυβέρνηση για απραξία και ζήτησε να κλείσουν τα hotspots (στα ελληνικά νησιά)».
«Ο Σαλβίνι κάνει αυτό που υποσχέθηκε»
Με αφορμή τις εξελίξεις στο προσφυγικό ζήτημα η εφημερίδα Neue Zürcher Zeitung της Ζυρίχης σχολιάζει τις ανησυχητικές εξελίξεις στην Ιταλία και ιδιαίτερα την τακτική του ακροδεξιού υπουργού Εσωτερικών Ματέο Σαλβίνι. Υπό την ηγεσία του Σαλβίνι, επισημαίνει ο αρθρογράφος, η κυβέρνηση της Ρώμης «κάνει με προσήλωση αυτό που είχε εξαγγείλει. Κάνει επανάσταση. Επιχειρεί να αλλάξει ριζικά το πολιτικό σύστημα της Ιταλίας, να εξαρθρώσει το κράτος δικαίου και να υπονομεύσει την ΕΕ. Η μέθοδός της είναι να στήνει αντιπαραθέσεις σε όλα τα μέτωπα – όσο περισσότερη ένταση τόσο το καλύτερο. Με μία έξαλλη κινητοποίηση εναντίον των μεταναστών και άλλων (υποτιθέμενων) εχθρών της Ιταλίας, ο Σαλβίνι καταφέρνει να διατηρεί τους οπαδούς του σε διαρκή εγρήγορση και αγανάκτηση, αλλά και να κινητοποιεί νέους οπαδούς».
Ένα ακόμη ανησυχητικό στοιχείο στην πολιτική κουλτούρα της Ιταλίας, επισημαίνει η ελβετική εφημερίδα, είναι ότι «δεν υπάρχει αντιπολίτευση, παρά μόνο η ίδια η κυβέρνηση εξακολουθεί να συμπεριφέρεται ως αντιπολίτευση στο παλαιό πολιτικό κατεστημένο. Ο Μπερλουσκόνι έχει εξαφανιστεί, ο Ρέντσι έχει εξουδετερωθεί, τα κόμματά τους βρίσκονται σε παρακμή, νέοι ηγέτες δεν διαφαίνονται. Η ελεγκτική αρμοδιότητα του Κοινοβούλιο έχει σχεδόν εκλείψει. Τουλάχιστον ο ιταλικός τύπος ανταποκρίνεται στην αποστολή του, να παρακολουθεί την κυβέρνηση με κριτική διάθεση. Γι αυτό και τον αποκαλούν ‘δημοσιογραφία του ψεύδους’ οι νέοι κυβερνώντες».
Γιάννης Παπαδημητρίου