Η κυβέρνηση διαμηνύει ότι μόλις κυρωθεί η συμφωνία των Πρεσπών από το κοινοβούλιο της FYROM θα την εισάγει στη Βουλή για κύρωση, παρότι οι κυβερνητικοί εταίροι είχαν συμφωνήσει το θέμα να τους απασχολήσει τον Μάρτιο.
Αυτό σημαίνει ότι ο πρωθυπουργός επιλέγει την επιτάχυνση των διαδικασιών και των πολιτικών εξελίξεων.
Ο πρωθυπουργός δηλώνει με απόλυτη βεβαιότητα ότι διαθέτει τη διπλή πλειοψηφία που θα χρειαστεί να κυρώσει τη συμφωνία των Πρεσπών και να συνεχίσει τη διακυβέρνηση της χώρας.
Εάν είναι έτσι τα πράγματα, τότε έχουμε μπροστά μας δύο εκδοχές.
Η πρώτη, οι 151 της πλειοψηφίας των Πρεσπών να είναι οι ίδιοι με τους 151 της νέας δεδηλωμένης – και η δεύτερη, να είναι διαφορετικοί.
Από τις μέχρι τώρα δηλώσεις των κομμάτων και των βουλευτών, προκύπτει, με σχετική βεβαιότητα, ότι μπορεί η συμφωνία των Πρεσπών να κυρωθεί από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, κάποιους βουλευτές των ΑΝΕΛ, τους τέσσερις του Ποταμιού και κάποιους ανεξάρτητους.
Οι ίδιοι βουλευτές μπορεί να αποτελέσουν και τη νέα κοινοβουλευτική πλειοψηφία που θα προσφέρει τη συνέχεια της κυβέρνησης μέχρι τον Σεπτέμβριο, ή μέχρι την ημέρα που θα αποφασίσουν οι νέοι κυβερνητικοί εταίροι.
Σε αυτήν την περίπτωση θα έχουμε μια ελαφρώς διαφορετική κυβερνητική ατζέντα για να εκφραστούν και οι νέοι εταίροι και κυρίως μια νέα κίνηση του πρωθυπουργού, ανάλογης του 2015 μετά την υπογραφή του 3ου μνημονίου, διαφορετικής βέβαια έντασης.
Ο πρωθυπουργός θα επιδιώξει, εν όψει των ευρωπαϊκών και αυτοδιοικητικών εκλογών, να δώσει το νέο πολιτικό και ιδεολογικό του πλαίσιο, που θα βρίσκεται πιο κοντά στην εξελισσόμενη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, παρά στην ευρωπαϊκή ριζοσπαστική Αριστερά, από την οποία, ούτως ή άλλως, έχει απομακρυνθεί μετά το καλοκαίρι του 2015.
Οι επιλογές αυτές θα επηρεάσουν ασφαλώς την πολιτική αντιπαράθεση στην τελική ευθεία για τις εκλογές και φυσικά τα κόμματα του κέντρου και της σοσιαλδημοκρατίας.
Εάν το εγχείρημα πετύχει, μπορεί να μην αλλάξει τη σειρά των δύο πρώτων κομμάτων, όπως καταγράφεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις, σίγουρα θα επηρεάσει τη διαφορά και πιθανόν την επόμενη ημέρα των εθνικών εκλογών.
Μπορεί οι πιθανότητες πλήρους επιτυχίας της στρατηγικής να μην είναι ισχυρές, σίγουρα δεν είναι αμελητέες.
Η δεύτερη εκδοχή είναι να έχουμε διαφορετική πλειοψηφία βουλευτών για την κύρωση της συμφωνίας των Πρεσπών και διαφορετική δεδηλωμένη ή, καλύτερα, έστω με συγκρούσεις και αμφισβητήσεις, τη σημερινή.
Σε αυτήν την περίπτωση οι εθνικές εκλογές μπορεί και να προηγηθούν, ή να συμπέσουν με τις προγραμματισμένες εκλογές, στις 26 Μαΐου.
Δεν μπορώ να φανταστώ ότι το Ποτάμι, και όχι μόνο, θα ψηφίσουν τη συμφωνία και δεν θα έχουν βάλει ως όρο ή την προσφυγή σε εκλογές ή την αλλαγή της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Υπάρχει και το ενδεχόμενο ο πρωθυπουργός να προκηρύξει εκλογές πριν από την ψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών και φυσικά πριν από την ψήφιση της ένταξης στο ΝΑΤΟ της FYROM, για να στείλει το βάρος των αποφάσεων στην επόμενη κυβέρνηση.
Νομίζω ότι η επιλογή αυτή μπορεί να αρέσει στον κ. Καμμένο και να του δίνει εκλογικές ελπίδες, όμως συγκεντρώνει τις λιγότερες πιθανότητες.
Ο πρωθυπουργός ξέρει πως ό,τι πολιτικό κόστος ήταν να έχει το έχει ήδη υποστεί, το πισωγύρισμα θα τον βλάψει διπλά.
Το ηθικό και ιστορικό βάρος της συμφωνίας μάλλον το μετρά αντίστροφα, λόγω των γενετικών ιδεοληψιών του ΣΥΡΙΖΑ και φυσικά μια προσφυγή στις εκλογές, πριν από την κύρωση της συμφωνίας, ακυρώνει το εγχείρημα της νέας μετάλλαξής του, την οποία έχει από καιρό αποφασίσει.
Το 3ο μνημόνιο ήταν το όχημα της πρώτης μετάλλαξής του, η συμφωνία των Πρεσπών θα είναι το δεύτερο.
Υπάρχουν και δύο ακόμη ερωτήματα:
– Πόσοι θα τον ακολουθήσουν από τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ και πόσοι θα προστεθούν;
– Πώς θα απαντήσει το Κίνημα Αλλαγής και οι άλλες δυνάμεις του κέντρου και της κεντροαριστεράς;
*Ο κ. Γιάννης Μαγκριώτης, είναι συντονιστής της Πρωτοβουλίας για τη Νέα Σοσιαλδημοκρατία και πρώην υφυπουργός Υποδομών του ΠαΣοΚ.