«Το δράμα του Ζισκάρ είναι ότι δεν ξέρει πως η Ιστορία είναι τραγική». Η διάσημη φράση του Ρεϊμόν Αρόν για τον γνωστό μας Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν θα μπορούσε να είναι και προμετωπίδα του 2019. Είτε ως στεγνή διαπίστωση είτε ως ένα είδος προειδοποίησης για όσους θα βρεθούν στα κέντρα των αποφάσεων. Φυσικά οι περισσότεροι απολογισμοί του τέλους του έτους και τα κείμενα προγνώσεων που διαβάζουμε τούτες τις μέρες περιγράφουν ανοιχτές πληγές και επομένως, φαινομενικά, μοιάζει να είναι κοντά στην αίσθηση του τραγικού. Για να καταλάβουμε όμως το τραγικό, πρέπει να σταθούμε περισσότερο στη μορφή που παίρνουν τα διλήμματα και οι συγκρούσεις οι οποίες σπαράσσουν την εποχή μας. Το τραγικό δεν βρίσκεται απλώς στη συσσώρευση αρνητικών γεγονότων ούτε στην καταγραφή των κακών νέων από τα πολιτικά μέτωπα στην Ευρώπη, στην Αμερική και αλλού. Η απαρίθμηση συμφορών μπορεί, κάλλιστα, να είναι η πολιτισμική απαισιοδοξία των διανοουμένων και ένας μοδάτος καταστροφισμός που αλώνει τη δημόσια σκέψη όπως και τις σειρές του Netflix. Mπορούμε αντιθέτως να πούμε πως η Ιστορία είναι τραγική με μια σημασία πολύ διαφορετική από αυτήν που εννοούμε όταν λέμε πως κάποιο γεγονός είναι «τραγικό». Τραγικός είναι ένας κόσμος όπου έχουν ένα δίκιο (και το δικό τους μερίδιο αλήθειας) και η Αντιγόνη και ο Κρέοντας. Ενας κόσμος όπου διαφορετικές αξίες, δημόσιοι στόχοι και ιδεώδη φαίνονται ασυμφιλίωτα ή έστω πολύ δύσκολα συμβιβάσιμα. Ενας κόσμος, ακόμα, όπου η χαοτική Συρία δεν είναι και ούτε θα γίνει ποτέ το Βιετνάμ με τα δύο στρατόπεδα και τις σαφείς και κάθετες χαράξεις ανάμεσα στο «καλό» και στο «κακό». Με άλλα λόγια, το δικό μας σημερινό τραγικό είναι η πολύπλοκη ύφανση του κόσμου όπου συνυπάρχουν η αδύναμη θεσμική πολιτική, η εκρηκτική διάχυση των ατομικών «θέλω», η ισχύς των χρηματοοικονομικών ροών και οι νέες φανατικές ταυτότητες.
Πάμε όμως και σε άλλα παραδείγματα. Την ίδια στιγμή που μοιάζει δίκαιη η επιδίωξη των επισφαλών μεσαίων και λαϊκών τάξεων στην Ευρώπη για την οικονομική και κοινωνική τους ασφάλεια, εξίσου αληθινή και επείγουσα είναι και μια πολιτική μακροπρόθεσμων μέτρων για το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή. Πώς δένουν όμως στην πράξη αυτές οι δύο διαφορετικές προτεραιότητες; Δεν μιλώ για το επίπεδο των ρητορικών ευχών και των «εκκλήσεων» – εκεί όλα συμφιλιώνονται. Αλλο παράδειγμα: την ίδια στιγμή που η υπάρχουσα ασύμμετρη παγκοσμιοποίηση έχει δημιουργήσει έναν πρωτοφανή στην Ιστορία αριθμό τουριστών και εκδρομέων από την Ανατολική Ασία (που κατακλύζουν κατά μυριάδες το κέντρο των ευρωπαϊκών πόλεων) είναι εύλογη και η αγωνία των κατοίκων σε αυτές τις πόλεις/αξιοθέατα για την αποδιοργάνωση της ζωής τους. Πρέπει να ξέρουμε όμως πως η απαίτηση των μεν για περισσότερη γαλήνη έρχεται σε αντίθεση με τη διεκδίκηση των άλλων, των μέχρι πρότινος «εξωτικών» άλλων, να γνωρίσουν τον κόσμο, να περιηγηθούν ελεύθερα σε τόπους με πολιτιστική ιστορία κ.λπ.
Μπορεί όμως η πολιτική και οι ηγεσίες που έχουμε σήμερα να χειριστούν αυτές τις συγκρούσεις; Είναι σε θέση να αντιληφθούν το βάθος των σύγχρονων διλημμάτων δίχως να καταφεύγουν στα κλισέ και στις ευκολίες των εκάστοτε παρατάξεων; Ο Μακρόν που προσπάθησε να κάνει πράξη το περιβόητο en même temps, την ιδέα ότι μπορείς να εξυπηρετήσεις συγχρόνως και το ένα και το άλλο, και το «αριστερό» και το «δεξιό», έπεσε πάνω στα «κίτρινα γιλέκα» και έχασε το άστρο του σε ελάχιστο χρόνο. Ποια ήταν η αφετηρία του; Σε γενικές γραμμές μια φιλοσοφία κοντινή στο πνεύμα εκείνου του Ζισκάρ – στη φιλελεύθερη αισιοδοξία της βούλησης πως θεωρεί πως είναι πάντα δυνατή η σύνθεση και η πρόοδος στην Ιστορία. Βλέπουμε όμως πόσο δύσκολο είναι αυτό σε συνθήκες όπου σκόρπια αιτήματα, μοριακές δυσφορίες και ανταγωνιζόμενες ταυτότητες δεν επιτρέπουν στην πολιτική να αρθρώσει γενικούς και αποδεκτούς από την πλειοψηφία στόχους.
Νομίζω πως το μεγάλο στοίχημα για το 2019 και για τα επόμενα χρόνια είναι η συνειδητοποίηση αυτής της νέας τραγικής διάστασης και η σοβαρή προετοιμασία για τις επόμενες κρίσεις. Αυτό θα μπορούσε να το ονομάσει κανείς πολιτική της αλήθειας, αν η έκφραση δεν έφερνε μαζί της μια τραγική ειρωνεία. Ο Πεγκί έλεγε πως μια μεγάλη φιλοσοφία δεν είναι αυτή που εγκαθιστά μια οριστική αλήθεια αλλά αυτή που εισάγει την ανησυχία. Από μια άποψη και η πολιτική θα άξιζε να κάνει κάτι παρόμοιο για να γίνει αν όχι μεγάλη, τουλάχιστον χρήσιμη: να εξηγούσε τις δυσκολίες και να αποδοκίμαζε όλα τα τεχνάσματα που πάνε να κρύψουν τις δυσκολίες κάτω από το χαλί.
Ο κ. Νικόλας Σεβαστάκης είναι καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.