Σε ρεκόρ δημοσιονομικού πλεονάσματος ελπίζει η αριστερή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ προσπαθεί να ικανοποιήσει τους επενδυτές. Οι οικονομολόγοι ωστόσο αναρωτιούνται αν η χώρα επιτυγχάνει μεγαλύτερη πειθαρχεία από αυτή που είναι καλή για την ίδια, σημειώνουν οι Financial Times σε άρθρο τους.
Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν τον Δεκέμβριο για τους πρώτους 11 μήνες του 2018 έδειξαν ότι η Ελλάδα θα υπερβεί τον ετήσιο στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού – πριν δηλαδή πληρώσει τους τόκους και το κεφάλαιο που οφείλονται στο δημόσιο χρέος – με πολύ μεγαλύτερο περιθώριο από ό, τι είχε προβλεφθεί προηγουμένως.
Το πρωτογενές πλεόνασμα ανήλθε σε 7,6 δισ ευρώ τους πρώτους 11 μήνες του 2018, ποσό που αντιστοιχεί στο 4% περίπου του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος, υπερβαίνοντας την επίσημη πρόβλεψη του υπουργείου Οικονομικών κατά 2,8 δισ. ευρώ.
Ο υπουργός Οικονομικών κ. Ευκλείδης Τσακαλώτος δήλωσε τον Δεκέμβριο σε ένα roadshow με αμερικανούς επενδυτές ότι η υπέρβαση των στόχων προϋπολογισμού αύξησε την αξιοπιστία της Ελλάδας. «Αποδεικνύει πως όταν η κυβέρνηση θέτει συγκεκριμένους στόχους μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματική στην επίτευξή τους» δήλωσε χαρακτηριστικά.
Παραδέχτηκε ωστόσο ότι δεν είναι η καλύτερη στρατηγική να υπερβαίνει η κυβέρνηση τους στόχους κάθε χρόνο, καθώς αυτό θα είχε αρνητικές συνέπειες για την οικονομία.
Σύμφωνα με τους FT, οι οικονομολόγοι ανησυχούν ότι τα υψηλά πλεονάσματα του 2017 και 2018 ήδη περιορίζουν τη δυνητική ανάπτυξη. Μεγάλος μέρος της υπεραπόδοσης προέρχεται από βαθιές περικοπές στις δημόσιες επενδύσεις, οι οποίες κανονικά θα ήταν κρίσιμοι παράγοντες για την οικονομική ανάπτυξη.
«Οι περικοπές σημαίνουν ότι το περιορισμένο δημοσιονομικό περιθώριο της Ελλάδας χαραμίζεται χάριν βραχυπρόθεσμων αποτελεσμάτων εις βάρος της μακροπρόθεσμης ανάπτυξης και ευημερίας», εξηγεί η Μιράντα Ξαφά, πρώην οικονομολόγος του ΔΝΤ και μελετητής του think tank «Centre for International Governance Innovation».
Το δημοσίευμα αναφέρεται στις εφάπαξ παροχές της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα και τονίζει ότι αυτές αποσκοπούν και στην ανάκτηση των δυσαρεστημένων οπαδών του ΣΥΡΙΖΑ, ενόψει των εκλογών, οι οποίοι, όπως επισημαίνει το δημοσίευμα, «δεν έχουν δει ακόμη κανένα όφελος από την επιστροφή της Ελλάδας στην θετική ανάπτυξη, έπειτα από τη μεγαλύτερη ύφεση στη σύγχρονη ιστορία της χώρας» .
Οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι το κόστος των έκτακτων παροχών, μεταξύ των οποίων το επίδομα θέρμανσης και τα αναδρομικά σε δημόσιους υπαλλήλους, μπορεί να ξεπεράσει και τα 2 δισ. ευρώ τους προσεχείς μήνες, ενώ δεν αναμένεται να προωθήσουν την ανάπτυξη παρά το γεγονός ότι θα εισάγουν ρευστότητα στην οικονομία.