Στον πάτο της λίστας των χωρών με τον κατώτατο μισθό βρίσκεται η Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του γερμανικού ινστιτούτου Wirtschafts-und Sozialwissenschaftliches Institut (WSI), καταδεικνύοντας για ακόμα μια φορά την ισοπέδωση των μισθών που έφερε στη χώρα μας η οικονομική κρίση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, το ωρομίσθιο στην Αυστραλία, η οποία βρίσκεται στην κορυφή, ισοδυναμεί με 9,47 ευρώ αγοραστικής δύναμης, όντας εξαπλάσιο της Ρωσίας που αξίζει μόλις 1,64 ευρώ. Η πρώτη πεντάδα συμπληρώνεται από ευρωπαϊκές χώρες, με τις Ελλάδα, Βραζίλια και Αργεντινή να βρίσκονται μεταξύ των ουραγών της κατάταξης.
Με την χρηματοπιστωτική κρίση, η οποία έχει επιδεινώσει τις κοινωνικές ανισότητες σε πολλές χώρες, η στήριξη των χαμηλά αμειβομένων εργαζομένων αποτελεί βασικό στόχο για τις κυβερνήσεις, όπως υπογραμμίζει το άρθρο του World Economic Forum.
Τη στιγμή που οι κατώτατοι μισθοί προσφέρουν μια διαδρομή μακριά από τη φτώχεια, δεν είναι απαλλαγμένοι από την αμφισβήτηση, προκαλώντας συχνά πολιτικά φορτισμένες συζητήσεις και δημιουργώντας πρωτοσέλιδα.
Στην Ευρώπη κορυφώνονται οι συζητήσεις για την αύξηση του κατώτατου μισθού με την Ελλάδα να ξεκινάει συζητήσεις για το ύψος της αύξησης του, στις αρχές του 2019, τη στιγμή που η ισπανική κυβέρνηση ήδη ανακοίνωσε την μεγαλύτερη ετήσια αύξηση εδώ και 40 χρόνια καθώς θα φτάσει το 22%.
Από την άλλη στη Γαλλία, υπό την πίεση των «κίτρινων γιλέκων» ο Εμανουέλ Μακρόν ανακοίνωσε πως θα αυξηθεί επίσης ο κατώτατος μισθός.
Την ίδια στιγμή στην Αυστραλία που βρίσκεται στη κορυφή της κατάταξης υπάρχει ένταση μεταξύ της Επιτροπής Δίκαιης Εργασίας, η οποία καθορίζει τον κατώτατο μισθό, και των συνδικάτων που θέλουν περισσότερα.
Αυτοί που είναι υπέρ, διατείνονται πως οι επιχειρήσεις έχουν ευθύνη να πληρώνουν επαρκώς τους εργαζόμενους για να ζήσουν, ενώ από την άλλη όσοι είναι κατά υποστηρίζουν ότι ένας υψηλός κατώτατος μισθός καταστρέφει τις θέσεις εργασίας και εμποδίζει την επιχειρηματικότητα.
Σύμφωνα με το World Economic Forum, μια έκθεση που παρουσιάστηκε το 2018 από το Ινστιτούτο Φορολογικών Μελετών προειδοποιούσε για την αύξηση του μισθού διαβίωσης, ο οποίος θα μπορούσε να εκθέσει περισσότερες θέσεις εργασίας στην αυτοματοποίηση.
Οι ακαδημαϊκές μελέτες είναι ανάμικτες, αμφισβητώντας ιδέες που έχουν διατυπωθεί επί μεγάλο χρονικό διάστημα ότι τα όρια κατώτατων αμοιβών οδηγούν σε περικοπές θέσεων εργασίας και λιγότερες ώρες που προσφέρονται στους εργαζομένους, ενώ παράλληλα βλάπτουν τις μικρές επιχειρήσεις και ωθούν προς τα πάνω τις τιμές.
«Πριν από τριάντα χρόνια, οι περισσότεροι οικονομολόγοι εξέφραζαν την εμπιστοσύνη τους σε έρευνες ότι οι κατώτατοι μισθοί είχαν σαφώς αρνητικές επιπτώσεις στις θέσεις εργασίας. Αυτό δεν είναι πλέον αλήθεια σήμερα», δήλωσε ο Arindrajit Dube, καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης.
«Το βάρος των στοιχείων μέχρι σήμερα δείχνει ότι οι επιπτώσεις στην απασχόληση από τις αυξήσεις του κατώτατου μισθού στις ΗΠΑ ήταν πολύ μικρές. Πολύ μικρότερες από τις μισθολογικές αυξήσεις», συνέχισε.
Στην πραγματικότητα, πολλοί εργαζόμενοι με την ελάχιστη αμοιβή σε ανεπτυγμένες χώρες εργάζονται στον τομέα των υπηρεσιών, όπου μπορεί να είναι ευκολότερο να μεταβιβαστούν οι αυξήσεις των μισθών στους πελάτες μέσω υψηλότερων τιμών.
Τέλος, σύμφωνα με το δημοσίευμα, ορισμένες εταιρείες δεν φοβούνται να πληρώνουν περισσότερα, επειδή μειώνουν τις αλλαγές προσωπικού, μειώνοντας τις δαπάνες για προσλήψεις και κατάρτιση.