Το υπουργείο Εσωτερικών ανακοίνωσε την Τετάρτη ότι προχώρησε στη σύλληψη ενός ανθρώπου που φέρεται να ενεπλάκη στην ενέργεια που κόστισε τη ζωή στον δημοσιογράφο.
Μετά τον θάνατό του, κάθε βράδυ σημειώνονται συγκρούσεις ανάμεσα σε διαδηλωτές, κυρίως νέους, και τις αστυνομικές δυνάμεις.
Η Κασερίν είναι μία από τις πρώτες πόλεις όπου είχαν ξεσπάσει στα τέλη του 2010 διαδηλώσεις κατά της αδιαφορίας των αρχών και της ενδημικής φτώχειας, διαδηλώσεις που μετατράπηκαν σε επανάσταση κατά της δικτατορίας.
Εγκαταλελειμμένοι από την εξουσία
Από τότε και παρά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, κινήματα διαμαρτυρίας σημειώνονται συχνά στην Κασερίν, οι κάτοικοι της οποίας εξακολουθούν να αισθάνονται εγκαταλελειμμένοι από την κεντρική εξουσία.
Η αυτοπυρπόληση του δημοσιογράφου «αποτελεί ένδειξη άρνησης μιας καταστροφικής κατάστασης και μιας περιφερειακής ανισορροπίας, ενός ισχυρού ποσοστού ανεργίας των νέων και της ανέχειας μέσα στην οποία ζουν οι συμπολίτες μας στις εσωτερικές περιοχές», γράφει η εφημερίδα Le Quotidien.
«Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί σήμερα πως όλοι οι ηγέτες της χώρας αυτής είναι υπεύθυνοι. Υπεύθυνοι για την απόγνωση της νεολαίας μας, την απελπισία της και το αίσθημα ματαίωσής της», προσθέτει η γαλλόφωνη εφημερίδα.
Σύμφωνα με τον Μεσούντ Ρομντανί, πρόεδρο του τυνησιακού Φόρουμ οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων (FTDES), «υπάρχει χάσμα ανάμεσα στην πολιτική τάξη και τους νέους, κυρίως εκείνους που ζουν στην αβεβαιότητα στο εσωτερικό της χώρας και βλέπουν θολό το μέλλον».
«Οι κάτοικοι των υποβαθμισμένων περιοχών αισθάνονται θύματα της ‘hogra’ (περιφρόνησης, στα αραβικά) που επιμένει από την εποχή του πρώτου προέδρου της Τυνησίας Χαμπίμπ Μπουργκίμπα (1956-1987), περνάει από το καθεστώς του Μπεν Αλι και φθάνει μέχρι τις διάφορες κυβερνήσεις που τον διαδέχθηκαν μετά την επανάσταση», εξηγεί.
Η οργή της νεολαίας
Η οργή της νεολαίας δεν περιορίζεται στην Κασερίν. Βίαιες συγκρούσεις σημειώθηκαν τη νύχτα της Τρίτης προς Τετάρτη ανάμεσα σε διαδηλωτές και στις δυνάμεις της τάξης στην Τζεμπνιάνα, βόρεια της Σφαξ, της δεύτερης μεγαλύτερης πόλης της Τυνησίας (ανατολικά). Αστυνομικός τραυματίστηκε.
Τουλάχιστον πέντε άνθρωποι προσήχθησαν έπειτα από ταραχές στην Τεμπούρμπα, 30 χλμ. από την Τύνιδα, δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο ο εκπρόσωπος της εθνικής υπηρεσίας ασφαλείας, Ουαλίντ Κιμά.
Ο Ρομντανί προβλέπει επέκταση των κινημάτων διαμαρτυρίας και σε άλλες περιοχές δεδομένης της «απουσίας πραγματικής βούλησης των πολιτικών να ενσκήψουν στα πραγματικά προβλήματα των Τυνήσιων».
Το εθνικό Συνδικάτο Τυνήσιων Δημοσιογράφων (SNJT) κάλεσε από την πλευρά του τα μέλη του σε γενική απεργία «αξιοπρέπειας» στις 14 Ιανουαρίου, επέτειο της επανάστασης του 2011, για να διαμαρτυρηθούν κατά της καταστροφικής κατάστασης στον τομέα των ΜΜΕ, ιδίως στα ιδιωτικά και της «ευάλωτης» κατάστασης στην οποία βρίσκεται ικανός αριθμός δημοσιογράφων.
Οι ταραχές σε ορισμένες πόλεις της Τυνησίας σημειώνονται οκτώ χρόνια μετά την αυτοπυρπόληση, τον Δεκέμβριο του 2010, νεαρού πλανόδιου μικροπωλητή στο Σίντι Μπουζίντ (κέντρο) ο οποίος διαμαρτυρόταν για τη φτώχεια και τους αστυνομικούς εξευτελισμούς.
«Μόνο οι εκλογές τους ενδιαφέρουν»
Ο θάνατός του προκάλεσε διαδηλώσεις που επεκτάθηκαν στη συνέχεα σε όλη τη χώρα και οδήγησαν στην ανατροπή του καθεστώτος του Ζιν Ελ Αμπιντίν Μπεν Αλι.
Από τότε, και αντίθετα από άλλες χώρες που επηρεάστηκαν από την Αραβική Ανοιξη, η Τυνησία παγίωσε τη μετάβασή της προς τη δημοκρατία. Οι επόμενες ελεύθερες εκλογές προβλέπεται να διεξαχθούν το 2019.
Η οικονομία όμως εξακολουθεί να βρίσκεται στον αναπνευστήρα. Ο πληθωρισμός και η ανεργία, η οποία κυμαίνεται γύρω στο 15%, τροφοδοτούν τις κοινωνικές ταραχές.
Η πολιτική τάξη δεν μοιάζει καθόλου έτοιμη να αντιμετωπίσει αυτή την κοινωνική δυσφορία: τα «μάτια της είναι στραμμένα στις βουλευτικές και προεδρικές εκλογές του 2019 και σε τίποτε άλλο!», λέει ο Ρομντανί.