Άλλοι δύο άνθρωποι που είχαν καταδικαστεί σε θάνατο δι’ απαγχονισμού οδηγήθηκαν σήμερα στο ικρίωμα στην Ιαπωνία, γεγονός που αύξησε στις 15 τις εκτελέσεις στην ασιατική χώρα φέτος, συμπεριλαμβανομένων των 13 των πρώην μελών της σέκτας Ομ Σινρικιό, που ενέχονταν στην πολύνεκρη επίθεση με αέριο σαρίν στο μετρό του Τόκιο το 1995.
Στην αγχόνη οδηγήθηκαν ο Κέιζο Καουαμούρα, 60 ετών, και ο Χιρόγια Σουεμόρι, 67 ετών, που είχαν καταδικαστεί για τον στραγγαλισμό το 1988 του επικεφαλής μιας εταιρείας επενδύσεων κι ενός υπαλλήλου του, δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε ο υπουργός Δικαιοσύνης Τακάσι Γιαμάσιτα.
Αφότου ανέκτησε την εξουσία ο δεξιός εθνικιστής πρωθυπουργός Σίνζο Άμπε, τον Δεκέμβριο του 2012, έχουν απαγχονιστεί 36 θανατοποινίτες.
Η Ιαπωνία και οι ΗΠΑ είναι οι μόνες πλούσιες χώρες που επιβάλλουν την εσχάτη των ποινών.
Πάνω από 100 καταδικασμένοι σε θάνατο περιμένουν την εκτέλεσή τους στις ιαπωνικές φυλακές, περίπου οι μισοί από αυτούς για πάνω από δέκα χρόνια, μολονότι ο νόμος ορίζει ότι όσοι καταδικάζονται στην εσχάτη των ποινών πρέπει να εκτελούνται έξι μήνες μετά την επιβεβαίωση της ποινής. Στην πραγματικότητα όμως, περνούν χρόνια στον προθάλαμο του θανάτου.
«Οι εκτελέσεις στην Ιαπωνία γίνονται μυστικά και οι κρατούμενοι γενικά δεν ειδοποιούνται παρά μόλις μερικές ώρες νωρίτερα, αλλά όχι πάντα. Οι οικογένειές τους, οι δικηγόροι τους και η κοινή γνώμη δεν ενημερώνονται παρά αργότερα», εξηγούσε σε πρόσφατη έκθεσή της η Διεθνής Αμνηστία, η οποία εκφράζει την έντονη διαμαρτυρία της για κάθε εκτέλεση.
«Πολλοί κρατούμενοι που πάσχουν από ψυχολογικά προβλήματα ή έχουν νοητική υστέρηση εκτελούνται επίσης, ή περιμένουν ακόμη στις πτέρυγες των θανατοποινιτών την εκτέλεσή τους», κατήγγειλε η μη κυβερνητική οργάνωση.
Οι δύο εκτελέσεις που έγιναν σήμερα ήταν οι πρώτες μετά από εκείνες, τον Ιούλιο, των 13 μελών της σέκτας Ομ, που εκτός της επίθεσης με σαρίν στο μετρό του Τόκιο την 20ή Μαρτίου 1995, είχαν διαπράξει και άλλα εγκλήματα.
Αυτή η σειρά απαγχονισμών (επτά την 6η Ιουλίου, άλλες έξι την 26η Ιουλίου) άφησαν εμβρόντητους εκείνους που ζητούν να καταργηθεί η εσχάτη των ποινών, τόσο εξαιτίας του αριθμού τους, όσο και εξαιτίας του γεγονότος πως ορισμένοι από τους θανατοποινίτες ακόμη περίμεναν τις κρίσεις για το αίτημά τους να υπάρξει αναψηλάφηση της δίκης τους.
Στην Ιαπωνία, η συζήτηση για την κατάργηση της θανατικής ποινής δεν απασχολεί πολύ, καθώς η κυβέρνηση επιχειρηματολογεί — επικαλούμενη μία έρευνα — ότι το 80% του πληθυσμού τάσσεται υπέρ της επιβολής της.
Πάντως το συγκεκριμένο δεδομένο που επικαλείται η κυβέρνηση στο Τόκιο χωράει συζήτηση, επισημαίνει η Μάι Σάτο, ερευνήτρια του Ινστιτούτου Έρευνας για την Πολιτική ως προς τις Ποινικές Υποθέσεις του Λονδίνου, καθώς η υποτιθέμενη συντριπτική πλειοψηφία μάλλον οφείλεται, κατ’ αυτήν, στην ομερτά γύρω από τη θανατική ποινή.
«Από τη μια, η κυβέρνηση λέει ότι πρέπει να διατηρηθεί σε ισχύ η θανατική ποινή διότι η μεγάλη πλειοψηφία της κοινής γνώμης τάσσεται υπέρ, όμως απ’ την άλλη, ελάχιστες πληροφορίες δίνονται στην κοινή γνώμη ώστε να διαμορφώσει στ’ αλήθεια άποψη, κάτι που είναι εντελώς αντιφατικό», υπογραμμίζει η ποινικολόγος.