Ο Ντόναλντ Τραμπ έχει μια ιδιότυπη αντίληψη να υλοποιεί προεκλογικές δεσμεύσεις, αφού για μεγάλο διάστημα συμπεριφέρεται ως να τις έχει ξεχάσει. Γιατί η αποδέσμευση των ΗΠΑ από τη Συριακή κρίση ήταν κάτι το οποίο είχε όντως υποσχεθεί και τώρα φαίνεται να θέλει να το κάνει πράξη.
Η ανακοίνωσή του ότι αποχωρούν οι αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις από το Συριακό έδαφος, επιλογή που τον έχει φέρει σε σύγκρουση με το στρατιωτικοδιπλωματικό κατεστημένο, με αποκορύφωμα την παραίτηση του υπουργού Άμυνας Τζιμ Μάτις, δεν είναι όμως μια απλή παρορμητική επιλογή.
Από τη στιγμή που φάνηκε ότι μέσα και από την παρέμβαση της Ρωσίας δεν ετίθετο θέμα «αλλαγής καθεστώτος» στη Συρία, η ύπαρξη αμερικανικών δυνάμεων στο συριακό έδαφος και δη στις κουρδικές περιοχές μπορεί να εξασφάλιζε την αμερικανική παρουσία στην επόμενη μέρα, αλλά δεν σήμαινε ότι οι ΗΠΑ θα είχαν τον πρώτο λόγο, την ίδια ώρα που τους έφερνε σε μια άμεση αντιπαράθεση με τη Ρωσία που ούτως ή άλλως είχε κατοχυρώσει ότι κατεξοχήν θα εγγυόταν τη μετάβαση.
Επιπλέον, ο βασικός τοπικός σύμμαχος των ΗΠΑ, δηλαδή οι κουρδικές δυνάμεις, έχει ως στόχο τη διαμόρφωση οιονεί κρατικής οντότητας, έναν στόχο που κανένα κράτος στην περιοχή δεν συμμερίζεται, την ίδια ώρα που έφερνε τις ΗΠΑ σε διαρκή τριβή και αντιπαράθεση με την Τουρκία, μία από τις μεγαλύτερες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ και ιστορικά σύμμαχο της Δύσης.
Η ανακοίνωση μάλιστα του Ερντογάν ότι η Τουρκία θα προχωρήσει σε επιχειρήσεις ανατολικά του Ευφράτη καθιστούσε την παραμονή των στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ ακόμη πιο προβληματική, γιατί άνοιγε ένα δρόμο απρόβλεπτων αντιπαραθέσεων.
Η αλλαγή των δεδομένων στη συριακή κρίση
Την ίδια στιγμή, η εκκαθάριση του Ισλαμικού Κράτους από το συριακό έδαφος κυρίως γίνεται εδώ και καιρό από τις δυνάμεις της Συριακή κυβέρνησης, με τη ρωσική και ιρανική υποστήριξη και πολύ λιγότερο από λίγες χιλιάδες δυτικούς στρατιωτικούς (με σημαντικό αριθμό να προέρχεται από ιδιωτικές μισθοφορικές εταιρείες).
Την ίδια στιγμή άλλες δυνάμεις που μέχρι τώρα είχαν συμφέρον για την ανατροπή των συσχετισμών στην περιοχή, όπως ορισμένες αραβικές μοναρχίες, δείχνουν πλέον περισσότερο προσανατολισμένες στην αποκατάσταση σχέσεων με τη Συρία, ιδίως από τη στιγμή που η διαδικασία ανοικοδόμησης της Συρίας υπόσχεται σημαντικά οικονομικά οφέλη. Συμβολική από αυτή την άποψη η πρόσφατη επίσκεψη του Σουδανού πρόεδρου Ομάρ αλ-Μπασίρ στη Δαμασκό, του πρώτου Άραβα ηγέτη που επισκέφτηκε τη Συρία από το 2011.
Από τη μεριά του το Ισραήλ δείχνει να ανησυχεί μια που εκτιμά ότι η υποχώρηση της αμερικανικής παρουσίας θα δώσει περισσότερο χώρο στο Ιράν, αν και πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι σε προηγούμενες στιγμές η Ρωσία προσπάθησε να καθησυχάσει σχετικούς φόβους της Ισραηλινής πλευράς.
Οι εξελίξεις αυτές δεν είναι άσχετες από τον τρόπο με τον οποίο ο Τραμπ θεωρεί ότι πρέπει να αντιμετωπίσει το συνολικό γεωπολιτικό συσχετισμό. Η αντίληψή του είναι ότι η μεγάλη απειλή μεσοπρόθεσμα είναι από την αναβάθμιση της Κίνας και δείχνει να προτιμά πολύ πιο σαφείς διαχωριστικές γραμμές παρά πολλαπλές εμπλοκές και «διαχείριση της αποσταθεροποίησης».
Σε αυτό το πλαίσιο, είναι προφανές ότι στην επιλογή του μέτρησε το ενδεχόμενο να παγιωθεί το ρήγμα ανάμεσα στην Τουρκία και το ΝΑΤΟ και μια πιο μόνιμη μετατόπιση μιας ιδιαίτερα σημαντικής χώρας προς τη μεριά της Ρωσία και της Κίνας. Αποκαθιστώντας καλύτερες σχέσεις με την Τουρκία, οι ΗΠΑ, σύμφωνα με αυτό το σχήμα, αποκαθιστούν εν μέρει και τη συνοχή του δυτικού στρατοπέδου.
Τα ερωτήματα για το από εδώ και πέρα
Για το πώς θα διαμορφωθεί η νέα κατάσταση πολλά θα κριθούν από τις εξελίξεις στην ίδια τη Συρία. Η Τουρκία έχει κάνει σαφή την πρόθεσή της να εισβάλει στο Συριακό έδαφος, ενώ αντίστοιχα και η συριακή κυβέρνηση θα θελήσει επίσης να μεταφέρει δυνάμεις προς τα βορειοανατολικά. Η τουρκική πλευρά διαμηνύει ότι μπορεί αυτή να εξασφαλίσει την εκκαθάριση των δυνάμεων του Ισλαμικού Κράτους και ότι αυτή είναι η δέσμευση που ανέλαβε ουσιαστικά ο Ερντογάν κατά την τελευταία του επικοινωνία με τον Τραμπ.
Από την άλλη είναι πιθανό και η Ρωσία θα θελήσει να καλύψει το κενό που αφήνουν οι ΗΠΑ ως προς την προσπάθεια εξάλειψης των θυλάκων του Ισλαμικού Κράτους.
Οι Κούρδοι θα βρεθούν σε δύσκολη θέση και θα αναγκαστούν να εγκαταλείψουν τα σχέδια για μια αυτόνομη περιοχή ή μια ομοσπονδία, διαπιστώνοντας ότι οι ΗΠΑ έδωσαν υποσχέσεις που μάλλον δεν μπορούσαν να τηρήσουν μέχρι τέλους.
Μένει να δούμε εάν η Τουρκία θα επιμείνει σε μια μεγάλης κλίμακας εισβολή όπως αυτή που έχει εξαγγείλει, ή εάν θα υπάρξει μια ρωσική παρέμβαση που να εγγυηθεί ότι εφόσον δεν τίθεται θέμα κουρδικής οντότητας δεν υπάρχει ανάγκη μείζονος τουρκικής στρατιωτικής επιχείρησης.
Ενισχύεται η θέση του Ερντογάν
Όλα αυτά σηματοδοτούν μια αλλαγή των δεδομένων. Η Τουρκία σε αυτή τη φάση βγαίνει ενισχυμένη εφόσον αίρεται μία από τις βασικότερες εστίες έντασης με τις ΗΠΑ, την ίδια ώρα που δεν έχει λόγο να εγκαταλείψει την παράλληλη συνεννόηση που είχε με άλλες δυνάμεις και παραμένει μία δύναμη με λόγο για την επόμενη μέρα και στη Συρία.
Ο ίδιος ο Ερντογάν παραμένει κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού, εφόσον ούτως ή άλλως η εξαγγελία του για επιχειρήσεις ανατολικά του Ευφράτη είχε τη στήριξη και της αντιπολίτευσης.
Όλα αυτά οφείλουν να απασχολήσουν σοβαρά και την ελληνική πλευρά. Χωρίς εύκολους λεονταρισμούς και με εκτίμηση των πραγματικών συσχετισμών όπως αυτοί διαμορφώνονται.