«Το ΚΚΕ έρχεται από πολύ μακριά και πάει πολύ μακριά, αφού πολύ μακριά πάει και η υπόθεση της απελευθέρωσης της εργατικής τάξης», διακήρυξε ο Δ. Κουτσούμπας στην επίσημη εκδήλωση παρουσίασης του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ 1918-1949 που πραγματοποιήθηκε στον Περισσό. «Ανοίγουμε ήδη πανιά, στο νέο αιώνα μας. Έχοντας μελετήσει, εκτιμήσει τον αιώνα που έφυγε. Με τα θετικά, αλλά και τις αδυναμίες και ελλείψεις μας. Διορθώνοντας αδικίες και λάθη που έγιναν σε αυτήν τη δύσκολη και μεγάλη πορεία των 100 χρόνων», σημείωσε ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ.
Στην κατάμεστη αίθουσα συνεδρίων του ΚΚΕ ο κ. Κουτσούμπας αναφέρθηκε στην στάση του ΚΚΕ στα χρόνια της κρίσης και την άρνησή του να συμμετέχει σε κυβερνητικά σχήματα εθνικής σωτηρίας ή οικουμενικές κυβερνήσεις. Όπως είπε, «σε φάση καμπής, καθ’ όλο το διάστημα της τελευταίας καπιταλιστικής κρίσης, το ΚΚΕ δοκιμάστηκε και στάθηκε στο ύψος της αποστολής του, αρνήθηκε να μπει σε οποιαδήποτε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης. Αρχικά με το ΠΑΣΟΚ, τη ΝΔ, τη ΔΗΜΑΡ, το ΛΑΟΣ (2010 έως 2014) που εμφανιζόντουσαν ως κυβερνήσεις «εθνικής σωτηρίας», «οικουμενικές» κ.λπ. και στη συνέχεια με το ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ (από το Γενάρη του 2015 έως σήμερα) που εμφανίζονταν ως «αντιμνημονιακές», «αριστερές» και πάει λέγοντας».
Και αυτό παρά το γεγονός ότι «δέχτηκε μεγάλη πίεση, ότι τάχα θα συνέβαλε έτσι στο να πληρώσει τα βάρη το κεφάλαιο, ότι τάχα θα άνοιγε ο δρόμος για τη διέξοδο από την κρίση σε όφελος των εργατικών-λαϊκών συμφερόντων, ότι δήθεν κάτι καλύτερο θα γινόταν με τη συμμετοχή του ΚΚΕ και άλλα σχετικά, που εκ των πραγμάτων και εκ του αποτελέσματος, αποδείχτηκαν, όχι μόνο λόγια του αέρα, αλλά και επικίνδυνες πολιτικές ενσωμάτωσης του κινήματος και νέας ανόδου των πιο επιθετικών διαθέσεων του μεγάλου κεφαλαίου και των ιμπεριαλιστικών συμμαχιών της ελληνικής αστικής τάξης».
«Η ζωή επιβεβαίωσε περίτρανα τη στάση και τη θέση του ΚΚΕ. Γιατί, αν είχε κάνει το αντίθετο, τώρα θα βρισκόταν απολογούμενο για την επιλογή του, θα βάδιζε δίχως πυξίδα ταξική, θα γινόταν ουρά των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου και των καπιταλιστικών-ιμπεριαλιστικών συμμαχιών του, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ».
Αναφορικά με το Δοκίμιο είπε ότι το ΚΚΕ «είναι το μόνο κόμμα που ασχολείται εντατικά με τη μελέτη και συγγραφή της ιστορίας του, με στόχο η ιστορική πείρα μιας μεγάλης και ηρωικής πορείας να οδηγεί σε συμπεράσματα που το εξοπλίζουν στην πάλη του για την ανασύνταξη του εργατικού-λαϊκού κινήματος, για την προώθηση της Κοινωνικής Συμμαχίας εργατών, βιοπαλαιστών αυτοαπασχολούμενων και αγροτών, σε συμπεράσματα που δυναμώνουν ιδεολογικά και πολιτικά την πάλη για τον σοσιαλισμό – κομμουνισμό».
Για το ίδιο άλλωστε, «το ΚΚΕ βαθαίνει στην ιστορία του, αναλύοντας και εκτιμώντας την ιστορική εξέλιξη, με βάση το γεγονός ότι διεθνώς και στην Ελλάδα έχουν ωριμάσει οι υλικές προϋποθέσεις για τον σοσιαλισμό». «Δηλαδή, υπάρχει τεράστιος πλούτος για να ικανοποιηθούν οι σύγχρονες λαϊκές ανάγκες. Προϋπόθεση είναι να κοινωνικοποιηθούν τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής από την επαναστατική εργατική εξουσία, που θα οργανώσει την παραγωγή και την κατανομή των προϊόντων με τον κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό», είπε.
Μάλιστα τόνισε ότι ο στρατηγικός στόχος του κόμματος «δεν είναι σωστό να καθορίζεται από τον συσχετισμό δυνάμεων». «Οπωσδήποτε, βέβαια, ο συσχετισμός δυνάμεων πρέπει να εκτιμάται αντικειμενικά, ώστε να καθορίζονται τα τρέχοντα καθήκοντα, σε συνάρτηση με τον στρατηγικό στόχο και υποβοηθώντας τον υποκειμενικό παράγοντα να ωριμάσει για τις μεγάλες στιγμές της αποφασιστικής αναμέτρησης», σημείωσε, υπογραμμίζοντας ότι «στις συνθήκες του καπιταλισμού, το Κομμουνιστικό Κόμμα οφείλει να έχει στρατηγική ανατροπής της καπιταλιστικής εξουσίας, ανεξάρτητα από τη μορφή της ή τις συνθήκες δράσης του Κόμματος, όπως έχει δείξει η ιστορία (είτε είναι στη νομιμότητα είτε δρα ημινόμιμα είτε βρίσκεται σε βαθιά παρανομία)» και ανεξάρτητα «αν η μορφή της καπιταλιστικής εξουσίας είναι κομματική κυβέρνηση ενός κόμματος ή συνασπισμού κομμάτων στηριγμένη στο αστικό κοινοβούλιο ή όχι, ή κυβέρνηση τεχνοκρατών ή στρατιωτικών εκπροσώπων της αστικής τάξης, σε εμπόλεμη ή μη εμπόλεμη κατάσταση, όπως αρκετές φορές γνώρισε η χώρα μας στο παρελθόν». «Και αυτό το συμπέρασμα είναι εξαιρετικά επίκαιρο», τόνισε ο κ. Κουτσούμπας