Τη μείωση του μαθητικού πληθυσμού, που οφείλεται στην εξωτερική μετανάστευση κυρίως αλλοδαπών που σημειώθηκε στη χώρα μετά την έναρξη της κρίσης, αλλά και στη μεγάλη μείωση των γεννήσεων, που έχει σημειωθεί από το 2010 και έπειτα, σημειώνει σε ειδική μελέτη το ΙΟΒΕ. Είναι ενδεικτικό ότι ως το 2035 θα «κλείσουν» 4.800 σχολεία αφού δεν θα υπάρχουν μαθητές, ενώ ο αριθμός των εκπαιδευτικών από 180,3 χιλ. το 2009 ενδέχεται να μειωθεί το 2035 σε 110,5 χιλ. (μείωση 38,7% στο σενάριο προσαρμογής) και σε 80,7 χιλ. (μείωση 55,2% στο σενάριο της ευρωπαϊκής σύγκλισης).
Η σημαντικότερη επίπτωση της κρίσης αφορά τη μείωση του συνολικού μαθητικού πληθυσμού, καθώς από 1,53 εκατ. το 2000 μειώθηκε σε 1,49 εκατ. το 2009 (-3,1%) και 1,44 εκατ. το 2016 (-5,9% συγκριτικά με το 2000). Η εξέλιξη αυτή οφείλεται:
α) Στην εξωτερική μετανάστευση οικογενειών κυρίως αλλοδαπών μετά την έναρξη της κρίσης, καθώς μεταξύ 2011 και 2015 ο αριθμός των παλιννοστούντων και αλλοδαπών μαθητών μειώθηκε κατά 55,9% (από τους 159,5 χιλ. στους 70,3 χιλ.).
β) Στη μείωση των γεννήσεων που σημειώθηκε από το 2010 και εντάθηκε από το 2012 και μετά (με εξαίρεση το 2016, όταν σημειώθηκε αύξηση σε σχέση με το 2015). Η μείωση των γεννήσεων μετά την έναρξη της κρίσης κατά σχεδόν 30%, από 118,3 χιλ. το 2008 σε 88,5 χιλ. το 2017, άρχισε ήδη να αποτυπώνεται στον αριθμό των νηπίων στο νηπιαγωγείο (από 162 χιλ. το 2014 σε 155,2 χιλ. το 2015) και στις πρώτες τάξεις του δημοτικού σχολείου (από 107,2 το 2016 σε 101,9 το 2017).
Εμμεσες επιπτώσεις
Οι μεταβολές αυτές στον μαθητικό πληθυσμό αποτελούν έμμεσες αλλά βαθύτερες επιπτώσεις της κρίσης στην εκπαίδευση, καθώς συνδέονται με τη μεγάλη μείωση της απασχόλησης που σημειώθηκε, τη διάρκεια της ύφεσης της οικονομίας και της καθυστέρησης της ανάκαμψης της απασχόλησης, τις επιπτώσεις στον οικογενειακό προγραμματισμό λόγω της αβεβαιότητας και της έλλειψης οικονομικής εμπιστοσύνης που επήλθε, καθώς και την εξωτερική μετανάστευση αλλοδαπών και Ελλήνων σε αναπαραγωγική ηλικία. Ειδικότερα, αν δεν υπάρξουν ριζικές αλλαγές (τέτοιες ώστε να έχουν ως αποτέλεσμα τη μεγάλη αύξηση των γεννήσεων ή τη μαζική επιστροφή Ελλήνων και την εισροή μεταναστών τα προσεχή χρόνια), ο συνολικός αριθμός των μαθητών θα μειωθεί σε 1,05 εκατ. περίπου (-29,2 % ή 423,3 χιλ. λιγότεροι μαθητές) μέχρι το 2035, όταν δηλαδή θα έχει ενταχθεί στο εκπαιδευτικό σύστημα και η πιο πρόσφατη μείωση γεννήσεων που σημειώθηκε το 2017.
Ηδη καταγράφεται μείωση του αριθμού νηπίων στα νηπιαγωγεία καθώς και του αριθμού μαθητών στις πρώτες τάξης του δημοτικού σχολείου, ενώ οι επιπτώσεις της έναρξης μείωσης των γεννήσεων που σημειώθηκε το 2010 θα αρχίσουν να αποτυπώνονται στη λειτουργία του Γυμνασίου από το 2022, ενώ στα Γενικά και τα Επαγγελματικά Λύκεια από το 2025. Στην τριτοβάθμια εκπαίδευση οι επιπτώσεις αυτές θα αρχίσουν να εκδηλώνονται από το 2028 και έπειτα.
Σχολεία και καθηγητές
Ανάλογα επίσης με την κατεύθυνση και τις επιλογές της κρατικής εκπαιδευτικής πολιτικής για τη διαχείριση του εκπαιδευτικού προσωπικού, στο πλαίσιο της προοπτικής μείωσης του μαθητικού πληθυσμού:
α) Ο αριθμός των σχολικών μονάδων ενδέχεται να μειωθεί έως 10,7 χιλ. το 2035 από 15,5 χιλ. 2008 (μείωση κατά 30,8% ή 4,8 χιλ. σχολικές μονάδες).
β) Ο αριθμός των εκπαιδευτικών από 180,3 χιλ. το 2009 ενδέχεται να μειωθεί το 2035 σε 110,5 χιλ. (μείωση 38,7% στο σενάριο προσαρμογής) και σε 80,7 χιλ. (μείωση 55,2% στο σενάριο της ευρωπαϊκής σύγκλισης).
Να σημειωθεί ότι πριν από την κρίση, η αναλογία εκπαιδευτικών-μαθητών από 1:10,6 (2000) μειώθηκε σε 1:8,2 (2009), ενώ μετά την κρίση αυξήθηκαν σε 1:9,5 (2017).
Ωστόσο, οι αναλογίες εκπαιδευτικών μαθητών στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση παραμένουν στην Ελλάδα μικρότερες από τον μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και του ΟΟΣΑ. Επιπλέον, οι αναλογίες αυτές είναι μικρότερες από τον μέσο όρο των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, είτε στις κεντρικές περιφέρειες της χώρας (Αττική, Κεντρική Μακεδονία), όπου συγκεντρώνεται το μεγαλύτερο μέρος του μαθητικού πληθυσμού, είτε στις πιο απομακρυσμένες περιοχές με μικρότερο πληθυσμό και γεωγραφικές ιδιαιτερότητες (π.χ. δυσπρόσιτα σχολεία νησιωτικών ή ορεινών περιοχών). Προκύπτει, επομένως, το συμπέρασμα ότι οι ελλείψεις και τα κενά εκπαιδευτικών που παρουσιάζονται κάθε χρόνο στα ελληνικά σχολεία οφείλονται περισσότερο σε διαχειριστικές αδυναμίες της κεντρικής διοίκησης, στην αξιοποίηση και διαχείριση του προσωπικού της εκπαίδευσης, του δικτύου σχολικών υποδομών και του σχολικού προγράμματος.
Δάσκαλοι και νηπιαγωγοί
Οι συνέπειες της μείωσης των μαθητών στις ανάγκες σε εκπαιδευτικούς που απαιτούνται για τη λειτουργία των σχολείων, ανάλογα και με το σενάριο εκπαιδευτικής πολιτικής που θα εφαρμοστεί τα προσεχή χρόνια, αναμένεται να έχουν επιπτώσεις στις διαφορετικές ειδικότητες εκπαιδευτικών. Ειδικότερα, οι επιπτώσεις αυτές αναμένεται ότι θα εκδηλωθούν πρώτα (2018) στην ειδικότητα των δασκάλων, καθώς και των εκπαιδευτικών ειδικοτήτων που διδάσκουν στα δημοτικά σχολεία (Αγγλικής, Γαλλικής, Γερμανικής, Φυσικής Αγωγής, Μουσικής, Καλλιτεχνικών, Πληροφορικής). Η σταδιακή επέκταση της 2ετούς υποχρεωτικής προσχολικής εκπαίδευσης (από το 2018) μετριάζει τις επιπτώσεις των δημογραφικών μεταβολών και αναβάλλει προσωρινά για το 2019 την έναρξη εκδήλωσής τους στον αριθμό των νηπίων και στις ανάγκες για νηπιαγωγούς. Από το 2022 όμως οι επιπτώσεις αυτές θα αρχίσουν να εκδηλώνονται και στις υπόλοιπες ειδικότητες εκπαιδευτικών μέσης εκπαίδευσης και θα εντείνονται τα επόμενα χρόνια, καθώς ο αριθμός των μαθητών θα μειώνεται σταδιακά και εντονότερα.
Απόφοιτοι και ΑΕΙ, ΤΕΙ
Ακόμη, η προοπτική μείωσης του μαθητικού πληθυσμού θα έχει σημαντικές επιπτώσεις στην εισαγωγή μαθητών στην ανώτατη εκπαίδευση αφού οι απόφοιτοι Λυκείου που διεκδικούν την εισαγωγή τους στην ανώτατη εκπαίδευση θα μειωθούν σε 54,2 χιλ. το 2035 (-24,5% ή 17,6 χιλ. λιγότεροι) και οι εισερχόμενοι σε 51,8 χιλ. το 2035 (-23,8% ή -16,2 χιλ. λιγότεροι), αν διατηρηθεί η σημερινή αναλογία αποφοίτων-εισερχομένων.
Τέλος, οι δημογραφικές μεταβολές που έχουν σημειωθεί και η προοπτική μείωσης του μαθητικού πληθυσμού που διαγράφεται, αν δεν αναστραφούν σύντομα, θα έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην αγορά εργασίας και στην οικονομία, λόγω μειωμένης προσφοράς νέων αποφοίτων, προσόντων και δεξιοτήτων. Ειδικότερα, αν δεν υπάρξουν ριζικές αλλαγές στις εκπαιδευτικές ροές και στις επιλογές των μαθητών, ο ήδη ισχνός συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες αριθμός των μαθητών της δευτεροβάθμιας επαγγελματικής εκπαίδευσης θα μειωθεί από 106,5 χιλ. το 2008 σε 80,5 χιλ. το 2035 (-26 χιλ. ή -24,4%), ενώ ο αριθμός των αποφοίτων κατ’ έτος από 37,3 χιλ. το 2010 σε 24,1 χιλ. το 2035 (-5,3 χιλ. ή -18,1%). Οι επιπτώσεις αυτές θα ξεκινήσουν να εκδηλώνονται από το 2027 και θα εντείνονται τα επόμενα χρόνια, μέχρι τουλάχιστον το 2035.