Oι νέοι στόχοι για τη μείωση των NPEs μέχρι το 2021 είναι φιλόδοξοι. Υποδηλώνουν μείωση των NPEs κατά 60% από τα τρέχοντα επίπεδα μέχρι το τέλος του 2021, με τα εγχώρια επίπεδα NPEs να υποχωρούν από το περίπου 50% σήμερα στο περίπου 20% το 2021, αναφέρει σε νέα της έκθεση η Morgan Stanley, επισημαίνοντας ότι οι στόχοι για τη μείωση των NPEs θα επιφέρουν ένα κόστος για τους επενδυτές της τάξεως των 11,1 δισ. ευρώ.
Όπως σημειώνει, σε ανάλυσή της υπό τον τίτλο «Greek Banks – Exploring the ‘bad bank’ bull case» (ελληνικές τράπεζες – διερευνόντας το θετικό σενάριο της bad bank), το βασικό της σενάριο υποδηλώνει πως λίγες είναι οι ευκαιρίες για τους επενδυτές να «παίξουν» την ελληνική ανάκαμψη μέσω των τραπεζών, ενώ μία bad bank θα «ξεκλείδωνε» το αισιόδοξο σενάριο για την Εθνική Τράπεζα και τη Eurobank.
Η Morgan Stanley εκτιμά ότι με το βασικό της σενάριο δεν προσφέρεται κίνητρο,ώστε να παιχτεί η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας μέσω των τραπεζών. Για τον λόγο αυτό αφαιρεί τις τιμές-στόχους για τις τέσσερις μετοχές και παραμένει με σύσταση «equal weight» και για τις τέσσερις μετοχές.
Τα βασικά συμπεράσματα
Στην έκθεσή της η Morgan Stanley κάνει προβλέψεις για τον σχηματισμό και την εξάλειψη NPEs στις τέσσερις συστημικές τράπεζες, συμπεραίνοντας ότι σύμφωνα με το βασικό της σενάριο, θα δούμε συνέχιση των σημαντικά πιεσμένων αποδόσεων.
Τα βασικά συμπεράσματα είναι:
* Οι στόχοι για τα NPEs υπονοούν μια καταπόνηση 49 δισ. ευρώ για το σύστημα τα επόμενα τρία χρόνια.
* Οι τράπεζες μπορούν να πιάσουν τους στόχους μόνο μέσα από τη συνεχιζόμενη στήριξη σε διαγραφές και πωλήσεις. Ο οίκος είναι επιφυλακτικός για τη συνεισφορά της οργανικής μείωσης των NPEs και περιμένει η τελευταία να συνεισφέρει μόνο 12% από τα 49 δισ. ευρώ.
* Στο βασικό σενάριο, το κόστος κινδύνου (cost of risk) παραμένει υψηλό και η πώληση δανείων ακριβή. Με βάση αυτό, υποστηρίζει ότι το συγκεκριμένο σενάριο προσφέρει λίγες δυνατότητες να παιχτεί η ελληνική ανάκαμψη μέσω των τραπεζών καθώς οι επενδυτές βρίσκονται αντιμέτωποι με πιεσμένες αποδόσεις τα επόμενα τρία χρόνια.
* Είναι περισσότερο πεπεισμένη για την ικανότητα της ΕΤΕ και της Eurobank να πιάσουν τους στόχους απ’ ό,τι η Αlpha Βank και η Πειραιώς. Αυτό εξαιτίας, μεταξύ άλλων, της υψηλότερης κάλυψης NPEs και της χαμηλότερης ζημιάς ως ποσοστού των προ προβλέψεων εσόδων που έχουν οι δύο πρώτες έναντι των άλλων δύο.
* Μια ελληνική «κακή τράπεζα» μπορεί να ξεκλειδώσει ένα «επενδυτικό στόρι». Θα επιτρέψει στον κλάδο να αξιοποιήσει κεφάλαιο για να επιταχύνει τη μείωση των NPEs, ενώ τώρα δεν είναι σε θέση να το κάνουν χωρίς να υπάρξει διάχυση (dilution) των υφιστάμενων μετόχων. Το κόστος για τις τράπεζες από μια «κακή τράπεζα» είναι το «δέλτα» μεταξύ της λογιστικής αξίας και της αγοραίας αξίας των NPEs.
* Το κόστος για τους επενδυτές για τη μείωση του δείκτη NPEs σε 10% την επόμενη χρονιά είναι 11,1 δισ. ευρώ. Η Morgan Stanley υποστηρίζει ότι οι τιμές αγοράς υπονοούν έκπτωση 45-59% στη λογιστική αξία των ελληνικών NPEs, κάτι που υποδεικνύει έλλειμμα προβλέψεων, αν οι τράπεζες χρησιμοποιήσουν ένα όχημα ειδικού σκοπού για να πετύχουν τον περιορισμό του δείκτη NPEs. Το κόστος δηλαδή της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, ώστε να αποκτήσουν κεφαλαιακή επάρκεια (CET1) 14%, για τους επενδυτές θα είναι 11,1 δισ. ευρώ.
* Οι νέοι επενδυτές της ΕΤΕ και της Eurobank θα μπορούσαν να κερδίσουν 86% και 17% απόδοση σε ένα καλό (bull) σενάριο «καθαρής» απόδοσης ιδίων κεφαλαίων από τις τράπεζες, που ακολουθεί την εκκαθάριση των NPEs και την ανακεφαλαιοποίηση. Δεν βλέπει ωστόσο απόδοση για Αlpha Βank και Πειραιώς.