Τον Ιανουάριο θα ληφθούν οι αποφάσεις της κυβέρνησης για τον κατώτατο μισθό, αφού προηγουμένως μέσα στο Δεκέμβρη κατατεθεί το πόρισμα επιτροπής εμπειρογνωμόνων που διερευνά τις επιπτώσεις στην αγορά και στην οικονομία, τόνισε η υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Έφη Αχτσιόγλου, σε εκδήλωση στο Επαγγελματικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης.
Η κ. Αχτσιόγλου ανέφερε ότι ήδη έχουν κατατεθεί προτάσεις από τους εθνικούς κοινωνικούς εταίρους, που σχεδόν όλες τάσσονται υπέρ της αύξησης του κατώτατου μισθού (είτε μικρής, είτε κλιμακούμενης, κ.α.). Υπογράμμισε, ωστόσο, ότι «καμία από αυτές τις προτάσεις δεν είναι δεσμευτική για τον υπουργό και την κυβέρνηση» και πρόσθεσε πως «εντός του Δεκεμβρίου θα κατατεθεί πρόταση από επιτροπή εμπειρογνωμόνων, η οποία μελετά τις επιπτώσεις αύξησης του μισθού στους θεμελιώδεις δείκτες της οικονομίας και τον Ιανουάριο θα λάβουμε την απόφαση. Μέσα στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Γενάρη θα λάβω εγώ την απόφαση και θα εγκριθεί από το υπουργικό συμβούλιο».
Η υπουργός κατέθεσε την εμπειρία της Πορτογαλίας, η οποία μετά την έξοδο από τα μνημόνια έχει προχωρήσει σε αύξηση του κατώτατου μισθού (5% κάθε χρόνο, έχει κάνει ήδη τρεις) και μάλιστα «χωρίς καμία αρνητική συνέπεια στην απασχόληση», αλλά και της Ισπανίας που σχεδιάζει, αντλώντας συμπεράσματα από την Πορτογαλική εμπειρία, σε μεγάλη αύξηση του κατώτατου μισθού (της τάξης του 22%), παρότι και η Ισπανία έχει μεγάλη ανεργία.
Η κ. Αχτσιόγλου πρόσθεσε ότι η περίοδος 2010-2014, κατά την οποία υιοθετήθηκαν πολιτικές συμπίεσης των εισοδημάτων, στη λογική «της εσωτερικής υποτίμησης», ανεστάλησαν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, μειώθηκε ο κατώτατος μισθός, (2012) και θεσπίστηκε ο υποκατώτατος, έδειξε, ότι όχι μόνο δε μειώθηκε η ανεργία, αντίθετα εκτοξεύτηκε τον επόμενο χρόνο.
«Αυτή η λογική αποδείχθηκε, όχι απλώς κοινωνικά επιζήμια, αλλά αποδείχθηκε και αναποτελεσματική, δηλαδή, δεν έφερε τα αποτελέσματα που έλεγε ότι θα έφερνε» είπε η υπουργός. Πρόσθεσε, ότι εξαρχής η σημερινή κυβέρνηση (και τότε αντιπολίτευση) είχε εκφράσει την αντίθεση της με τη λογική τέτοιων μέτρων και πρόσθεσε: «Αυτά τα μέτρα, που είχαν σκοπό να δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, έφεραν το αντίθετο αποτέλεσμα».
Η κ. Αχτσιόγλου πρόσθεσε ότι παράλληλα με τις αποφάσεις που αναμένονται για τον κατώτατο μισθό τον Ιανουάριο και θα εφαρμοστούν χωρίς ηλικιακή διάκριση, νομοθετήθηκε ήδη και θα ισχύσει από τον Ιανουάριο η επιδότηση των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης για νέους εργαζόμενους ηλικίας έως 25 ετών.
«Όσων δουλεύουν ήδη και όσων θα προσληφθούν» διευκρίνισε η υπουργός.
Συγκεκριμένα, η κ. Αχτσιόγλου ανέφερε ότι, σε υλοποίηση της σχετικής εξαγγελίας του πρωθυπουργού στη φετινή ΔΕΘ, από την 1/1/2019 θα επιδοτείται το μισό των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών για κύρια σύνταξη των εργαζομένων ως 25 ετών.
Το ετήσιο δημοσιονομικό κόστος της επιδότησης εκτιμάται στα 52 εκατομμύρια ευρώ.
Η επιδότηση αυτή, όπως είπε η υπουργός, έχει διττή στόχευση, την αύξηση της απασχόλησης των νέων, μέσω την δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας και τη δυνατότητα παροχής και υψηλότερων αποδοχών, μέσω της μείωσης του μη-μισθολογικού κόστους για τις επιχειρήσεις.