«Κάποια στιγμή θα πρέπει όλοι να αποφασίσουμε να αποβάλουμε τη βαλκανική νοοτροπία και να γίνουμε πραγματικοί Ευρωπαίοι», σημειώνει, μέσω της συνέντευξής του στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο αντιπρόεδρος της Βουλής, βουλευτής του ΚΙΝΑΛ Δημήτρης Κρεμαστινός. Και υπογραμμίζει, σχολιάζοντας την κατηγορία της ΝΔ ότι η κυβέρνηση αντάλλαξε τη μη περικοπή των συντάξεων με τη Συμφωνία των Πρεσπών, «κάποτε πρέπει να καταλάβουμε ότι είμαστε μια μικρή χώρα και οι πρωθυπουργοί πρέπει να ελίσσονται για το συμφέρον της χώρας μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Μπορεί να κάνουν λάθη, όμως με τίποτα δεν μπορεί να χαρακτηριστούν προδότες».
Ο κ. Κρεμαστινός εκτιμά, μιλώντας στο Πρακτορείο, ότι η Συμφωνία των Πρεσπών μπορεί να προκαλέσει πολιτικές εξελίξεις, εξηγώντας ότι «εάν η κυβέρνηση δεν συγκεντρώσει τον απαιτούμενο αριθμό βουλευτών για την ψήφισή της, τότε θα έχουμε εκλογές. Ακόμα όμως και αν υπάρχει πλειοψηφία στη Βουλή υπέρ της Συμφωνίας, εκτιμώ ότι το περιεχόμενό της θα επηρεάσει το αποτέλεσμα όποτε και αν γίνουν οι εκλογές».
Μέσω της συνέντευξής του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Δ. Κρεμαστινός χαρακτηρίζει θετική την πρόταση του Αλέξη Τσίπρα για συμπόρευση της Σοσιαλδημοκρατίας με την Αριστερά στην Ευρώπη, σχολιάζοντας όμως ότι ο πρωθυπουργός θα έπρεπε από την αρχή της κυβερνητικής θητείας να είχε επιδιώξει σε εθνικό επίπεδο τη συνεργασία με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και όχι με εκ διαμέτρου αντίθετους ιδεολογικά χώρους.
Συμπληρώνει δε, «εάν τον Ιανουάριο του 2015 είχε σχηματιστεί κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων είναι βέβαιο ότι θα είχε αποφευχθεί η περίοδος Βαρουφάκη την οποία ο ίδιος ο πρωθυπουργός, εκ των υστέρων, χαρακτήρισε περίοδο «αυταπάτης». Κατά συνέπεια, η χώρα δεν θα ήταν υποχρεωμένη να προχωρήσει σε τρίτο μνημόνιο και να υποστεί τα σημερινά επακόλουθά του και γενικά θα βρισκόταν σε καλύτερη οικονομική κατάσταση σήμερα χωρίς capital controls και χωρίς υπερταμείο που να εκμεταλλεύεται τον πλούτο της χώρας για έναν αιώνα».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του αντιπροέδρου της Βουλής και βουλευτή του ΚΙΝΑΛ Δημήτρη Κρεμαστινού στη Φωτεινή Γιαννούλη για το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων:
Ερ.: Η ΝΔ κατηγορεί την κυβέρνηση ότι αντάλλαξε με τους Ευρωπαίους εταίρους το «Μακεδονικό» με τη μη περικοπή των συντάξεων. Πώς το σχολιάζετε;
Απ.: Δεν επιθυμώ να κρίνω τις απόψεις οποιουδήποτε κόμματος, γιατί το κόμμα έχει την ευθύνη των όσων υποστηρίζει και κρίνεται από τον κόσμο. Όμως κάποια στιγμή θα πρέπει όλοι να αποφασίσουμε να αποβάλουμε την βαλκανική νοοτροπία και να γίνουμε πραγματικοί Ευρωπαίοι. Βλέπετε τώρα στην Αγγλία η χώρα έχει ουσιαστικά διχαστεί με το Βrexit με τεράστιες επιπτώσεις για την οικονομία και τη ζωή της. Όμως οι μισοί ‘Αγγλοι δεν κατηγορούν τους άλλους μισούς για προδοσία. Γιατί πιστεύουν ότι έχει δικαίωμα το κάθε κόμμα να έχει την άποψή του σχετικά με το καλό της χώρας του, έστω και αν οι απόψεις είναι εκ διαμέτρου αντίθετες μεταξύ τους. Στη χώρα μας ο Γιώργος Παπανδρέου κατηγορήθηκε για προδοσία σχεδόν από όλα τα κόμματα γιατί έφερε το ΔΝΤ στην Ελλάδα. Όμως όλοι είδαν ότι όλες οι χώρες που χρεοκόπησαν εντάχθηκαν ουσιαστικά στην «προστασία», εντός εισαγωγικών, του ΔΝΤ, γιατί αυτό απαιτούσε η Ευρωπαϊκή Ένωση και ειδικότερα η Γερμανία. Τα ίδια ακούστηκαν για τον Αντώνη Σαμαρά, τα ίδια ακούει σήμερα ο Αλέξης Τσίπρας. Κάποτε πρέπει να καταλάβουμε ότι είμαστε μια μικρή χώρα και οι πρωθυπουργοί πρέπει να ελίσσονται για το συμφέρον της χώρας μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων. Μπορεί να κάνουν λάθη, όμως με τίποτα δεν μπορεί να χαρακτηριστούν προδότες.
Ερ.: Πώς σχολιάζετε τη μεταβίβαση στη Βουλή της δικογραφίας για το C4i που βάζει στο κάδρο τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη; Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση στοχοποιεί συγκεκριμένα πρόσωπα για μικροκομματικούς λόγους;
Απ.: Είναι γνωστό ότι κάθε θέμα που φθάνει στον εισαγγελέα και περιέχει όνομα βουλευτού ή πρώην υπουργού έρχεται υποχρεωτικά σύμφωνα με το Σύνταγμα στη Βουλή. Κατά συνέπεια το ότι εστάλη, εάν εστάλη, το όνομα του πρώην πρωθυπουργού κ. Σημίτη δεν αποτελεί είδηση. Το ουσιαστικό και σοβαρότερο είναι το ότι η κάθε κυβέρνηση όταν αντιμετωπίζει θέμα σχετικά με πρώην πρωθυπουργό η Βουλή και η κάθε κυβέρνηση πρέπει, ταχύτατα, εάν δεν υπάρχουν αποδείξεις να το κλείνει. Διαφορετικά, η διαιώνιση ενός τέτοιου θέματος υποσκάπτει αυτό το ίδιο το δημοκρατικό πολίτευμα. Θυμηθείτε τι συνέβη το ‘89: παρά μία ψήφο να καταδικαστεί ο Ανδρέας Παπανδρέου, ενώ καταδικάστηκε ένας από τους πιο έντιμους πολιτικούς τελείως άδικα, ο Δημήτρης Τσοβόλας. Τα λάθη, λοιπόν, δεν θα πρέπει να επαναλαμβάνονται. Το θέμα αυτό πρέπει να κλείσει.
Ερ.: Θεωρείτε ότι η πρόταση της κυβέρνησης για τη Συνταγματική Αναθεώρηση είναι στη σωστή κατεύθυνση;
Απ.: Είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, αλλά αυτό δεν αρκεί. Η συνταγματική αναθεώρηση θα πρέπει στα περισσότερα σημεία της να βρίσκει σύμφωνη, κυβέρνηση και αντιπολίτευση. Εάν δεν υπάρχει ομοφωνία σε όλα, τουλάχιστον θα πρέπει να υπάρχει στα περισσότερα.
Ερ.: Δεν είναι επιτυχία της κυβέρνησης η μη περικοπή των συντάξεων, κ. Κρεμαστινέ;
Απ. Η μη περικοπή των συντάξεων, όταν μάλιστα είχε αναληφθεί από την κυβέρνηση νομοθετική υποχρέωση να περικοπούν, καταλογίζεται στα θετικά μέτρα. Όμως, για να μιλήσουμε για επιτυχία θα έπρεπε όχι μόνο η μη περικοπή των συντάξεων, αλλά και τα επιδόματα να προέρχονται από ένα πλεόνασμα το οποίο να στηρίζεται στην παραγωγή και στις επενδύσεις. Όταν όμως το πλεόνασμα στηρίζεται στη μεγάλη φορολογία, τότε το πρόβλημα είναι μεγάλο. Σε μια συρρικνωμένη οικονομία, μέχρι πότε η «αγελάδα» θα έχει «γάλα» για να μπορεί να το δίνει σε αυτούς που το έχουν ανάγκη; Μέχρι πότε δηλαδή θα υπάρχουν οι δυνατότητες να αντέχουν τα φυσικά πρόσωπα και οι επιχειρήσεις στη μεγάλη φορολογία;
Ερ.: Πώς σχολιάζετε την πρόταση του Αλέξη Τσίπρα για συμπόρευση της Σοσιαλδημοκρατίας με την Αριστερά απέναντι στις ακραίες- φασιστικές δυνάμεις στην Ευρώπη;
Απ.: Αυτονόητα θετική. Θα πρέπει όμως να σχολιάσω ότι ο πρωθυπουργός θα έπρεπε από την αρχή της κυβερνητικής θητείας να επιδιώξει σε εθνικό επίπεδο τη συνεργασία με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και όχι με εκ διαμέτρου αντίθετους ιδεολογικά χώρους, όπως επέλεξε. Και τούτο γιατί η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και Ανεξαρτήτων Ελλήνων δεν κατάφερε να ψηφίσει όλα τα νομοσχέδια που χαρακτηρίζονται από κοινωνική ευαισθησία χωρίς τις ψήφους των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων της αντιπολίτευσης, δηλαδή της Δημοκρατικής Συμπαράταξης και του Ποταμιού, εάν φυσικά το Ποτάμι αισθάνεται ότι ανήκει στα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Εάν τον Ιανουάριο του 2015 είχε σχηματιστεί κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων είναι βέβαιο ότι θα είχε αποφευχθεί η περίοδος Βαρουφάκη την οποία ο ίδιος ο πρωθυπουργός, εκ των υστέρων, χαρακτήρισε περίοδο «αυταπάτης». Κατά συνέπεια, η χώρα δεν θα ήταν υποχρεωμένη να προχωρήσει σε τρίτο μνημόνιο και να υποστεί τα σημερινά επακόλουθά του και γενικά θα βρισκόταν σε καλύτερη οικονομική κατάσταση σήμερα χωρίς capital controls και χωρίς υπερταμείο που να εκμεταλλεύεται τον πλούτο της χώρας για έναν αιώνα.
Ερ.: Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι δεν κερδίζει έδαφος το ΚΙΝΑΛ, ενώ ενισχύεται ο δικομματισμός. Τι πρέπει να κάνει το ΚΙΝΑΛ για να αντέξει στην πίεση των δύο μεγάλων κομμάτων;
Απ.: Είναι πολύ απλό: Να πείσει τον κόσμο ότι η πρότασή του απέχει τόσο από την πρόταση της Νέας Δημοκρατίας όσο και από την πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ με επίκεντρο το θέμα της οικονομίας. Η πρόταση π.χ. της Νέας Δημοκρατίας για την έξοδο από την οικονομική κρίση χωρίς να ταυτίζεται αναμφισβήτητα ρέπει προς τον νεοφιλελευθερισμό. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ είναι θετική στο σημείο της επιδοματικής πολιτικής προς τους οικονομικά αδύνατους συμπολίτες μας, όμως η επιδοματική πολιτική στηρίζεται στην μεγάλη φορολογία. Το Κίνημα Αλλαγής υποστηρίζει την ανάπτυξη με μεγάλες επενδύσεις και τη δημιουργία κοινωνικού κράτους με ευαισθησίες που δεν θα στηρίζεται στη μεγάλη φορολογία των πολιτών, αλλά στα κέρδη που θα προκύπτουν από τις επενδύσεις και την ανάπτυξη. Είναι δύο αλληλένδετα κεφάλαια, ζωτικά για την έξοδο της χώρας από το οικονομικό αδιέξοδο. Εάν αυτά τα στοιχεία που περιέχονται στο πρόγραμμά του Κινήματος Αλλαγής καταφέρει να τα περάσει στον πολίτη και να τον πείσει, τότε τα εκλογικά αποτελέσματα θα είναι εντυπωσιακά θετικά.
Ερ.: Πολλά στελέχη του χώρου σας μιλούν για στρατηγική ήττα του ΣΥΡΙΖΑ και αφήνουν να εννοηθεί ότι θα μπορούσατε να συνεργαστείτε με τη ΝΔ. Ποια είναι η θέση σας;
Απ.: Το Κίνημα Αλλαγής έχει σαφώς διατυπώσει ότι εάν είναι ανάγκη για τον τόπο να συνεργαστεί, εάν δηλαδή δεν υπάρχει αυτοδυναμία για σχηματισμό κυβέρνησης, θα συνεργαστεί με οποιοδήποτε είναι πρώτο κόμμα, εφόσον όμως υιοθετηθούν οι «κόκκινες γραμμές» του που συνδέονται με τις προγραμματικές θέσεις τις οποίες έχει διατυπώσει δημόσια η πρόεδρός του, η κυρία Γεννηματά. Κατά συνέπεια, δεν τίθεται θέμα συνεργασίας εάν υπάρχει αυτοδυναμία από οποιοδήποτε κόμμα.
Ερ.: Μπορεί η Συμφωνία των Πρεσπών να προκαλέσει πολιτικές εξελίξεις;
Απ.: Αναμφισβήτητα ναι και μάλιστα σε δύο επίπεδα. Εάν η κυβέρνηση δεν συγκεντρώσει τον απαιτούμενο αριθμό βουλευτών για την ψήφισή της, τότε θα έχουμε εκλογές. Ακόμα όμως και αν υπάρχει πλειοψηφία στη Βουλή υπέρ της Συμφωνίας, εκτιμώ ότι το περιεχόμενό της θα επηρεάσει το αποτέλεσμα όποτε και αν γίνουν οι εκλογές.
Ερ.: Στο πρόσωπο του Μακρόν πολλοί έβλεπαν τον ηγέτη που θα βοηθούσε την Ευρώπη να αντιμετωπίσει την πολύπλευρη κρίση. Την προηγούμενη εβδομάδα όμως είδαμε μεγάλες κινητοποιήσεις στη Γαλλία. Τελικά τι πρέπει να γίνει για να ευημερήσουν ξανά οι λαοί της Ευρώπης;
Απ.: Δυστυχώς ο Μακρόν ως Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας είναι υποχρεωμένος με τις πράξεις του να αποδεικνύει συνεχώς ότι ενδιαφέρεται για το κοινωνικό κράτος και για τον αδύναμο οικονομικά πολίτη. Και τούτο γιατί προέρχεται από τον τραπεζικό χώρο, ο οποίος δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στον πολύ κόσμο και ο οποίος βλέπει τον Πρόεδρο της Γαλλίας με καχυποψία. Θα έπρεπε επίσης να είχε συνειδητοποιήσει ότι ιστορικά η Γαλλία μετά την Γαλλική Επανάσταση χαρακτηρίζεται από ευαισθησία του λαού σε εξεγέρσεις με χαρακτηριστικότερη το Μάη του ‘68. Φαίνεται ότι αυτά τα σημεία δεν τα έχει αντιληφθεί ο Πρόεδρος Μακρόν επαρκώς για αυτό ευρέθη απροετοίμαστος στην κινητοποίηση των «κίτρινων γιλέκων». Τα «κίτρινα γιλέκα» δίνουν ένα μήνυμα στην Ευρώπη ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να σηκωθούν από τις πολυθρόνες, καθώς στην ουσία είναι θεατές τηλεοράσεων, για να αγωνιστούν για τα δικαιώματα τους. Ανεξάρτητα με το πόσο συμφωνεί κανείς και με ποιες από τις εκάστοτε διεκδικήσεις, πρέπει όλες οι δημοκρατικές παρατάξεις να αντιληφθούν την αγωνία των πολιτών ώστε να μην παραδοθούν τελικά στον ανεξέλεγκτο λαϊκισμό και σε επικίνδυνους εθνικισμούς που πάντα οδηγούν σε πολέμους και καταστροφές.