Απερρίφθησαν από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας οι προσφυγές κατά της Συμφωνίας των Πρεσπών για τη «Βόρεια Μακεδονία», καθώς κρίνεται ότι άπτονται της εξωτερικής πολιτικής της χώρας, ως εκ τούτου δεν μπορούν να ελεγχθούν δικαστικά.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου (πρόεδρος η Αικατερίνη Σακελλαροπούλου και εισηγήτρια η σύμβουλος Επικρατείας Αικατερίνη Χριστοφορίδου) με δύο αποφάσεις της (2615-2616/2018) έκρινε ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν μπορούν να ελεγχθούν από το ΣτΕ – ως προσβαλλόμενες πράξεις νοούνται τόσο η τελική Συμφωνία των Πρεσπών, όπως και οι επιστολές με τις οποίες ο τότε υπουργός Εξωτερικών Νικόλαος Κοτζιάς συναίνεσε στην έναρξη διαδικασίας διαπραγμάτευσης για την ένταξη της πΓΔΜ στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ.
Η μη δυνατότητα δικαστικού ελέγχου απορρέει από το γεγονός ότι «συνιστούν καθεαυτές πράξεις διαχειρίσεως της πολιτικής εξουσίας στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής και συνδέονται ευθέως με τη διαχείριση των διεθνών σχέσεων της χώρας». Ως εκ τούτου, συνεχίζουν οι σύμβουλοι Επικρατείας, «έχουν κυβερνητικό χαρακτήρα, μη υποκείμενες στον ακυρωτικό έλεγχο του ΣτΕ».
Δεδομένου όμως ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις πιθανώς να έχουν επιπτώσεις σε συνταγματικά προστατευόμενα ατομικά δικαιώματα ή σε πολιτικά δικαιώματα ή ακόμη να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις σε ιδιώτες, μπορεί να υπάρξουν ατομικές νομικές ενέργειες (αγωγές, προσφυγές, κ.λπ.) στα δικαστήρια.
Η Ολομέλεια απέρριψε ως απαράδεκτους του υπόλοιπους ισχυρισμούς των προσφευγόντων.
Μειοψήφησε μόνον ένα μέλος της Ολομέλειας, ο σύμβουλος Επικρατείας Γεώργιος Ποταμιάς υποστηρίζοντας ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις υπόκειται στον έλεγχο του ΣτΕ.
Υπενθυμίζεται, ότι ενώπιον της Ολομέλειας του ΣτΕ οι αιτήσεις ακύρωσης συζητήθηκαν στις 6 Δεκεμβρίου 2018.