Σε επίπεδο κοντά στο ιστορικό του υψηλό ανέρχεται ο αριθμός των δημοσιογράφων παγκοσμίως οι οποίοι βρίσκονται πίσω από τα σίδερα των φυλακών εξαιτίας της δουλειάς τους, συμπεριλαμβανομένων δύο ρεπόρτερ του πρακτορείου ειδήσεων Ρόιτερς η φυλάκιση των οποίων από τις αρχές της Μιανμάρ έχει προκαλέσει διεθνή κατακραυγή, σύμφωνα με έκθεση που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα.

Την 1η Δεκεμβρίου, έγκλειστοι στις φυλακές σε όλο τον κόσμο ήταν συνολικά 251 δημοσιογράφοι επειδή έκαναν απλά τη δουλειά τους, καταγγέλλει η Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων (Committee to Protect Journalists, CPJ) στην ετήσια έκθεσή της. Για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, οι μισοί και πλέον από αυτούς είναι φυλακισμένοι στην Τουρκία, στην Κίνα και στην Αίγυπτο, όπου οι αρχές κατηγορούν δημοσιογράφους για δραστηριότητες με σκοπό την ανατροπή των κυβερνήσεων των τριών χωρών.

«Μοιάζει με τάση πλέον», σχολίασε η συγγραφέας της έκθεσης, η Ελάνα Μπάιζερ. «Μοιάζει σαν να είναι η νέα κανονικότητα», πρόσθεσε με πικρία.
Ο αριθμός των δημοσιογράφων που έχουν φυλακιστεί επειδή κατηγορούνται για διασπορά «ψευδών ειδήσεων» αυξήθηκε στους 28, από 21 πέρυσι και 9 το 2016, σύμφωνα με τη CPJ, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση η οποία έχει έδρα τις ΗΠΑ και προωθεί την ελευθερία του Τύπου.

Η έκθεση επικρίνει τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ διότι χαρακτηρίζει συχνά την αρνητική κάλυψη των ΜΜΕ για τον ίδιο ή τις αποφάσεις του «ψευδείς ειδήσεις», ορολογία που χρησιμοποιείται πλέον όλο και περισσότερο από τους ηγέτες χωρών όπως είναι η Τουρκία ή οι Φιλιππίνες όταν καταφέρονται εναντίον επικριτών τους.

Η έκθεση δημοσιεύεται την ίδια εβδομάδα που το περιοδικό TIME επέλεξε να ονομάσει «Πρόσωπο της Χρονιάς» πολλούς δημοσιογράφους.
Ανάμεσα σε αυτούς συγκαταλέγονταν οι ρεπόρτερ του Ρόιτερς Ουά Λόουν και Κέι Σου Όου, από τη φυλάκιση των οποίων συμπληρώθηκε ένας χρόνος την Τετάρτη, και ο σαουδάραβας δημοσιογράφος Τζαμάλ Κασόγκι, ο οποίος δολοφονήθηκε μέσα στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη πριν από σχεδόν δυόμισι μήνες.

Οι Ουά Λόουν, 32 ετών, και Κέι Σου Όου, 28 ετών, κρίθηκαν ένοχοι της κατηγορίας ότι παρέβησαν τον νόμο περί «κρατικών μυστικών», επειδή διεξήγαγαν έρευνα για μια σφαγή τουλάχιστον 10 μελών της μουσουλμανικής μειονότητας των Ροχίνγκια, ανάμεσά τους παιδιών, και δικαστήριο τους επέβαλε επταετή κάθειρξη. Η σφαγή έγινε στο πλαίσιο της εκστρατείας καταστολής μειονοτικών ανταρτών που εξαπέλυσε ο στρατός, εξαιτίας της οποίας εκατοντάδες χιλιάδες Ροχίνγκια έγιναν πρόσφυγες καταφεύγοντας στο γειτονικό Μπανγκλαντές.
Οι συνήγοροι των δύο δημοσιογράφων άσκησαν έφεση.

Η επικεφαλής της κυβέρνησης της Μιανμάρ Αούνγκ Σαν Σου Τσι λέει πως η φυλάκιση των δύο ρεπόρτερ δεν έχει καμιά σχέση με την ελευθερία της έκφρασης. Σε δηλώσεις της, επέμεινε πως καταδικάστηκαν επειδή παρέβησαν τον νόμο περί κρατικών μυστικών, επιμένοντας:«δεν φυλακίστηκαν επειδή είναι δημοσιογράφοι».

Η Τουρκία παραμένει η χώρα η κυβέρνηση της οποίας καταπατά περισσότερο από κάθε άλλη την ελευθερία του Τύπου, στηλιτεύει η CPJ, καθώς στις τουρκικές φυλακές βρίσκονται τουλάχιστον 68 δημοσιογράφοι αντιμέτωποι με κατηγορίες για «υποστήριξη της τρομοκρατίας» ή απόπειρα ανατροπής της έννομης τάξης.

Τουλάχιστον 25 δημοσιογράφοι βρίσκονται στη φυλακή στην Αίγυπτο.

Η Τουρκία χαρακτηρίζει την εκστρατεία καταστολής αυτή δικαιολογημένη, στο πλαίσιο της αντίδρασής της για το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του 2016. Η Αίγυπτος λέει πως οι ενέργειές της για την πάταξη κάθε διαφωνίας έχουν στόχο εκείνους που προσπαθούν να υπονομεύσουν τη σταθερότητα του κράτους. Στην Αίγυπτο το 2011 λαϊκή εξέγερση ανέτρεψε τον επί δεκαετίες ηγέτη της Χόσνι Μουμπάρακ.
Η κυβέρνηση της Κίνας έχει διαβεβαιώσει στο παρελθόν ότι σημειώνει προόδους σε ό,τι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και υπογραμμίζει πως έχει καταφέρει να βγάλει εκατομμύρια πολίτες από τη φτώχεια.

Οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών δεν απάντησαν αμέσως όταν το Ρόιτερς τους ζήτησε σχόλια για την έκθεση.
Ο συνολικός αριθμός των φυλακισμένων δημοσιογράφων είναι κατά 8% χαμηλότερος σε σύγκριση με πέρυσι, όταν ανερχόταν σε 272, το ιστορικό ρεκόρ, κατά τη CPJ.

Το σύνολο αυτό πάντως δεν συμπεριλαμβάνει δημοσιογράφους που έχουν εξαφανιστεί ή κρατούνται από μη κρατικούς παράγοντες. Σύμφωνα με τη CPJ, δεκάδες ρεπόρτερ έχουν εξαφανιστεί ή απαχθεί στη βόρεια Αφρική και στη Μέση Ανατολή, ανάμεσά τους αρκετοί που κρατούνται από τους σιίτες αντάρτες Χούθι στην Υεμένη.

ΑΠΕ-ΜΠΕ