Το κόστος που αναγκάστηκε να «πληρώσει» για την ιδιωτικοποίηση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, αλλά και την υλοποίηση σημαντικών έργων υποδομής που επιβαρύνουν το δίκτυο υπενθυμίζει ο ΟΣΕ περνώντας στην αντεπίθεση μετά την ανακοίνωση της ιδιωτικής πια εταιρείας λειτουργίας που του πετάει το μπαλάκι των ευθυνών για την «τραγική κατάσταση των σταθμών του Προαστιακού Σιδηροδρόμου, αλλά και του κύριου σιδηροδρομικού δικτύου».
Μια ακόμη διαμάχη βρίσκεται σε εξέλιξη μεταξύ του διαχειριστή της εθνικής σιδηροδρομικής υποδομής, του ΟΣΕ δηλαδή, και της πρώην θυγατρικής του και ιδιωτικής πια εταιρείας παροχής σιδηροδρομικών υπηρεσιών, της ΤΡΑΙΝΟΣΕ. Με αποκορύφωμα τις κόντρες αρχικά για την εξυπηρέτηση των ΑμεΑ, μετά από επεισόδιο με επιβάτη την περασμένο Μάιο, αλλά και την πρόσφατη για τις συχνές διακοπές ηλεκτροδότησης του δικτύου, ο κύκλος διευρύνεται.
Όπως ανέφερε σε ανακοίνωσή της σήμερα η ΤΡΑΙΝΟΣΕ, με αφορμή δημοσιεύματα για την κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει οι σταθμοί του Προαστιακού Σιδηροδρόμου, καθώς και του βασικού δικτύου, η εταιρεία «έχει επανειλημμένα απευθυνθεί στα αρμόδια όργανα του ΟΣΕ, που είναι υπεύθυνος για τη συντήρηση και ασφάλεια των σταθμών, προκειμένου να γίνουν οι απαραίτητες ενέργειες. Δυστυχώς μέχρι σήμερα, ουδεμία μέριμνα έχει ληφθεί για τη βελτίωση των υποδομών αυτών».
Τα καρφιά για τον ΟΣΕ δεν σταμάτησαν εδώ, καθώς η ανακοίνωση καταλήγει ως εξής: «Η κατάσταση αυτή έχει ως συνέπεια την ταλαιπωρία των επιβατών που επιλέγουν να μετακινηθούν με το τραίνο, ταυτόχρονα όμως πλήττεται και η εικόνα του σιδηροδρόμου, μια εικόνα που δεν βελτιώνεται μόνο με γρήγορα τραίνα, αλλά απαιτεί και την αξιοπρεπή και ασφαλή πρόσβαση σε αυτά».
Στην αντεπίθεση ο ΟΣΕ για τις παρεχόμενες υπηρεσίες και την υποστελέχωση
Αποδίδοντας λίγο ως πολύ την ανακοίνωση της ΤΡΑΙΝΟΣΕ στα αποτελέσματα της έρευνας που λίγο νωρίτερα είχε δημοσιοποιήσει η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων (ΡΑΣ), βάσει των οποίων «οι βασικότερες αιτίες παραπόνων των επιβατών αφορούν στη λειτουργία της ιδιωτικής εταιρείας και όχι του διαχειριστεί υποδομής», ο ΟΣΕ πέρασε στην αντεπίθεση. Υποδεχόμενος, όπως αναφέρει στην απάντησή του ο ΟΣΕ, την ανακοίνωση της ιδιωτικής εταιρείας «με έκπληξη και με λύπη», αποδέχεται ότι «η κατάσταση των υποδομών βρίσκεται σε κρίσιμο σημείο, ως αποτέλεσμα των επιβαρύνσεων που αναγκαστικά προκαλούνται από την υλοποίηση νέων και σημαντικών έργων».
Εν συνεχεία όμως, στην ανακοίνωση επισημαίνεται ότι «με απόφαση της ελληνικής πολιτείας, ο ΟΣΕ επιβαρύνθηκε με συνολική ζημία άνω των 700 εκατ. εύρω, προκειμένου να καταστεί εφικτή η ιδιωτικοποίηση της συγκεκριμένης εταιρείας παροχής σιδηροδρομικού έργου. Η διαδικασία ιδιωτικοποίησης της εταιρείας, ήδη από το 2008 συμπαρέσυρε και ολόκληρο το προσωπικό διαχείρισης σταθμών που ήταν διαθέσιμο στον ΟΣΕ με αποτέλεσμα τη διαρκή και μόνιμη υποστελέχωση του, μέχρι σήμερα».
Οι πρωτοβουλίες και τα ερωτήματα
Επίσης, με την ανακοίνωσή του ο ΟΣΕ επιτίθεται ουσιαστικά στην ιδιωτική εταιρεία, που ανήκει πια στην οικογένεια της Ferrovie Dello Stato Italiane, για τις επενδύσεις που έχει δεσμευτεί ότι θα κάνει sτον ελληνικό σιδηρόδρομο. Παραθέτοντας μια σειρά πρωτοβουλιών, η ανακοίνωση σχολιάζει ότι από τα διαφαινόμενα στη σιδηροδρομική πραγματικότητα της χώρας, «ο μόνος που πραγματοποιεί επενδύσεις και συμβάλλει αποτελεσματικά στην αλλαγή της πραγματικότητας προς ένα καλύτερο αύριο είναι ο δημόσιος χώρος με τη συμβολή της πολιτείας».
Οι πρωτοβουλίες του Οργανισμού είναι οι εξής:
1. Η προσπάθεια ενεργοποίησης και ένταξης σε παραγωγική λειτουργία από τον ΟΣΕ, των συστημάτων ενημέρωσης των επιβατών και παροχής πληροφοριών, που παρά το γεγονός ότι παρελήφθησαν την προηγούμενη δεκαετία , παραμένουν ανενεργά.
2. Η δημιουργία ειδικής διεύθυνσης στον Οργανισμό που θα εξειδικεύεται στην αντιμετώπιση των προβλημάτων των επιβατών, παρέχοντας και την κατάλληλη στελέχωση (παρά το ήδη ελλιπές προσωπικό του και ευρύτερα τους περιορισμένους πόρους του). Επισημαίνονται επίσης η ασάφεια και τα κενά σε θεσμικά ζητήματα αρμοδιοτήτων που επέφερε ο Νόμος 3891/2010.
3. Η υλοποίηση, στο πλαίσιο του επιχειρησιακού του προγράμματος, ενός ανεπτυγμένου σχεδίου δράσης για την συντήρηση και την ανάπτυξη των σταθμών με σημαντικό προϋπολογισμό και διάθεση ίδιων πόρων.
4. Την υπεράνθρωπη προσπάθεια του προσωπικού του να εξυπηρετεί τους επιβάτες σε όλα τα επιμέρους ζητήματα που προκύπτουν, παρά το γεγονός ότι οι δραστηριότητες αυτές στη διεθνή σιδηροδρομική πρακτική αποτελούν αντικείμενο των παρόχων σιδηροδρομικού έργου.
Τέλος, «μας δημιουργεί πολλά ερωτηματικά η ανακοίνωση της ιδιωτικής εταιρείας, την ίδια ώρα που δημοσιεύτηκε έρευνα της ΡΑΣ για το επίπεδο ικανοποίησης των επιβατών στις μετακινήσεις με τραίνο, σύμφωνα με την οποία οι κύριες αιτίες παραπόνων (83,91% του συνόλου) στον σιδηρόδρομο αφορούν τις υπηρεσίες, την κατάσταση του τροχαίου υλικού, την τιμολόγηση μέσα στις αμαξοστοιχίες, τα δρομολόγια και όχι στους σταθμούς του δικτύου» αναφέρεται στην ανακοίνωση του ΟΣΕ.
Ειδικότερα, από τα συμπεράσματα της μελέτης της ΡΑΣ (αναλυτικά τα αποτελέσματα της μελέτης στο Βήμα), τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζει το επιβατικό κοινό είναι οι τιμές των εισιτηρίων, καθώς και τα θέματα επιστροφής κομίστρου, συμψηφισμού ή αλλαγής εισιτηρίου. Ακολουθούν παράπονα που αφορούν προτάσεις επανεκτίμησης παλιών δρομολογίων ή δημιουργίας νέων, διευκολύνσεις πληρωμών, παράπονα για έλλειψη θέρμανσης–ψύξης ή εξαερισμού εντός των αμαξοστοιχιών κ.λπ. Μετά έρχονται οι «Καθυστερήσεις», οι «Πληροφορίες» και το «Προσωπικό». Αυτές οι πέντε κατηγορίες συγκεντρώνουν το 83,91% του συνόλου των παραπόνων.
Στην απάντησή του ο ΟΣΕ καταλήγει: «Όπως προκύπτει από την έρευνα οι δύο βασικότερες αιτίες παραπόνων των επιβατών αφορούν στη λειτουργία της ιδιωτικής εταιρείας και όχι του διαχειριστεί υποδομής, δηλαδή του ΟΣΕ».