«Επιβλήθηκαν 29 νέοι φόροι ΣΥΡΙΖΑ: Αύξηση ΦΠΑ, μετάθεση προϊόντων στον αυξημένο συντελεστή, κατάργηση μειωμένου ΦΠΑ για τα νησιά του Αιγαίου, κατάργηση φοροαπαλλαγών, κατάργηση έκπτωσης φόρου για μισθωτή εργασία, αύξηση συντελεστών για εισόδημα από τα ενοίκια, αύξηση προκαταβολής φόρου για ελεύθερους επαγγελματίες και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αύξηση συντελεστή πολυτελούς διαβίωσης, επιβολή φόρου στην συνδρομητική τηλεόραση, στη σταθερή τηλεφωνία και στο διαδίκτυο, αύξηση φόρου στην αμόλυβδη βενζίνη και στο ντίζελ κίνησης, επιβολή φόρου στο κρασί και στον καφέ είναι μερικοί από τους φόρους αυτούς», όπως είπε ο κ. Μητσοτάκης.
Τόνισε δε, πως «μία πολιτική εναντίον όλων είναι ο απολογισμός της φορομπηχτητικής σας πολιτικής» στρεφόμενος στα έδρανα των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ.
«Εσείς κ. Τσίπρα, είσαστε αυτός που δεν επέτρεψε στην χώρα να ολοκληρώσει το δεύτερο μνημόνιο, υπογράψατε ένα αχρείαστο τρίτο μνημόνιο και βάλατε στην χώρα σε έναν άτυπο τέταρτο μνημόνιο» πρόσθεσε.
ΝΔ: Το μόνο ευτύχημα είναι ότι η σημερινή κυβέρνηση έχει ολοκληρώσει τον καταστροφικό κύκλο της
Στο «κατόρθωμα» των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ να καταστήσουν την Ελλάδα πρωταθλήτρια στην υπερφορολόγηση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ αναφέρθηκαν ο τομεάρχης Οικονομικών της Νέας Δημοκρατίας Χρήστος Σταϊκούρας, και ο αναπληρωτής τομεάρχης, Απόστολος Βεσυρόπουλος, καθώς όπως τόνισαν την τελευταία δεκαετία επέβαλαν 29 νέους φόρους.
Παράλληλα, οι βουλευτές της ΝΔ σημειώνουν ότι «το μόνο ευτύχημα είναι ότι η σημερινή κυβέρνηση έχει ολοκληρώσει τον καταστροφικό κύκλο της και ότι σύντομα θα ανοίξει ένα νέος κύκλος ρεαλισμού, ελπίδας και υπευθυνότητας».
Αναλυτικά οι βουλευτές της ΝΔ επισημαίνουν:
«Μπορεί να μοιάζει απίστευτο, αλλά 29 νέους φόρους επέβαλε η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ την τελευταία τετραετία, καθιστώντας την Ελλάδα πρωταθλήτρια στην υπερφορολόγηση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.
Υπερφορολόγηση, η οποία, μαζί με τις περικοπές συντάξεων, ανεβάζει το συνολικό λογαριασμό των νέων μόνιμων μέτρων λιτότητας στα 9,5 δισ. ευρώ από το 2015.
Αυτό είναι το περιβόητο μίγμα πολιτικής για το οποίο η Κυβέρνηση έχει το θράσος να πανηγυρίζει σήμερα, έχοντας διαλύσει τη μεσαία τάξη.
Και με αυτό το καταστροφικό μίγμα πολιτικής αποτυγχάνει συστηματικά στους αναπτυξιακούς στόχους και διογκώνει το χρέος των πολιτών σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία.
Τι κάνει σήμερα η κυβέρνηση; Προωθεί αποσπασματικά και με μεγάλη καθυστέρηση μειώσεις κάποιων λίγων από τους 29 φόρους που η ίδια επέβαλε και θέλει επιπλέον από τους πολίτες να είναι και ευχαριστημένοι.
Ακόμη και με αυτές τις μειώσεις, ωστόσο, κοροϊδεύει:
- Μειώνει τις ασφαλιστικές εισφορές μόνον στους ελεύθερους επαγγελματίες και όχι σε όλους τους εργαζόμενους, αφού προηγουμένως μόνη της, το 2016, τις αύξησε.
- Μειώνει σταδιακά τη φορολόγηση των επιχειρήσεων, αφού προηγουμένως μόνη της, το 2015, την αύξησε. Θέλει μάλιστα να πανηγυρίσουμε για το γεγονός ότι το 2021 οι φόροι στις επιχειρήσεις θα διαμορφωθούν εκεί που ήταν το 2014.
- Παρατείνει για λίγο το ειδικό καθεστώς μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ και μάλιστα για ελάχιστα ακριτικά νησιά, αφού προηγουμένως μόνη της, το 2015, κατήργησε αυτό το καθεστώς σε όλα τα νησιά.
Τέλος, αφού έκοψε μέσα σε μια τετραετία 17 φορές τις συντάξεις, δεν προχωρά τελικά και σε μια ακόμη αχρείαστη περικοπή τους, αποσιωπώντας το γεγονός ότι μόνη της την ψήφισε το 2017 και δεν προβλεπόταν ούτε καν στο 3ο Πρόγραμμα που εκείνη έφερε στη χώρα.
Το μόνο ευτύχημα είναι ότι η σημερινή Κυβέρνηση έχει ολοκληρώσει τον καταστροφικό κύκλο της. Και ότι σύντομα θα ανοίξει ένα νέος κύκλος ρεαλισμού, ελπίδας και υπευθυνότητας. Με ένα σχέδιο που θα απελευθερώσει τις παραγωγικές δυνάμεις της οικονομίας, θα οδηγήσει στην παραγωγή πλούτου και θα βελτιώσει την ποιότητα ζωής όλων των πολιτών.
Με άλλα λόγια, ένα σχέδιο που θα προωθεί την παραγωγικότητα, την ανταγωνιστικότητα, τη δημιουργικότητα, την εξωστρέφεια και θα υπηρετεί την αρμονική ισορροπία μεταξύ οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης.
Αυτό είναι το σχέδιο της επόμενης κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας, με βασικούς άξονες μια γενναία μείωση της φορολογίας νοικοκυριών και επιχειρήσεων, την υλοποίηση φιλοεπενδυτικών μεταρρυθμίσεων, την ενίσχυση της ρευστότητας και την άσκηση αποτελεσματικής κοινωνικής πολιτικής».