«Μα, πρόκειται για εξέγερση;». «Οχι, κύριε, πρόκειται για επανάσταση». Ο διάλογος αυτός διαμείφθηκε ανάμεσα στον Λουδοβίκο 16ο και τον δούκα ντε Λα Ροσφουκό, όταν ο δεύτερος ξύπνησε τον πρώτο το βράδυ της 14ης Ιουλίου 1789 στις Βερσαλλίες. Και τον θυμήθηκε ο Ζαν Ντανιέλ, ο αειθαλής ιδρυτής του «Nouvel Observateur», με αφορμή τα δραματικά γεγονότα των τελευταίων ημερών στη Γαλλία.
Οργή και βία χωρίς συνοχή και στόχους
Τα «κίτρινα γιλέκα» πρωταγωνιστούν λοιπόν σε μια νέα γαλλική επανάσταση; Δύσκολα η απάντηση θα μπορούσε να είναι θετική. Ενα συστατικό ασφαλώς υπάρχει: η βία που, όπως έλεγε ο Χέγκελ, είναι απαραίτητη σε κάθε επαναστατική δράση. Υπάρχει επίσης η κοινωνική αποδοχή, πάνω από τα τρία τέταρτα των Γάλλων υποστηρίζουν τις κινητοποιήσεις. Λείπουν όμως άλλα. Η μαζικότητα. Η συνοχή. Η ηγεσία. Η σαφήνεια των στόχων. Οι διαδηλωτές θέλουν πάνω απ’ όλα το κεφάλι του Εμανουέλ Μακρόν. Αν όμως ο γάλλος πρόεδρος έχει κάνει λάθη, όπως η τροποποίηση του φόρου μεγάλης ακίνητης περιουσίας που του χάρισε τον τίτλο τού «προέδρου των πλουσίων», δεν είναι δα και κανένας λαομίσητος ή διεφθαρμένος ηγέτης, σαν τον Λουδοβίκο τον 16ο. Και αν η σύζυγός του προκαλεί μερικές φορές αντιδράσεις για τα ακριβά της γούστα, δεν είναι δα και η Μαρία Αντουανέτα.
Η έκρηξη της οργής που παρατηρείται όμως τις τελευταίες εβδομάδες στο Παρίσι και σε άλλες γαλλικές πόλεις αποτελεί μέρος μιας γενικότερης «επανάστασης», ενδείξεις της οποίας έχουμε δει τα τελευταία χρόνια στη Βρετανία (με το Brexit), στις Ηνωμένες Πολιτείες (με την εκλογή Τραμπ), στην Ιταλία (με την ανάληψη της εξουσίας από τους λαϊκιστές) και σε χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (με την άνοδο του αντιφιλελευθερισμού). Το πιο απλό σχήμα για να αποτυπωθεί αυτό το φαινόμενο είναι «λαός εναντίον ελίτ». Ομως τα ρήγματα είναι περισσότερα, βαθύτερα και πιο πολύπλοκα. Οι διαχωριστικές γραμμές είναι ανάμεσα σε νέους και ηλικιωμένους, εργαζομένους και ανέργους, κατοίκους των πόλεων και κατοίκους της υπαίθρου, μορφωμένους και ανειδίκευτους. Και το χάσμα ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες έχει διευρυνθεί επικίνδυνα.
Διαβάστε περισσότερα στο «Βήμα της Κυριακής»