Εχουν περάσει τρία χρόνια από την εποχή όπου περισσότεροι από 150 αρχηγοί κρατών συγκεντρώθηκαν στο Παρίσι για να διαπραγματευτούν ένα σύμφωνο για το κλίμα, το οποίο για πρώτη φορά στα χρονικά αφορούσε όλον τον κόσμο. Η συμφωνία-ορόσημο, που ήλθε έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις, γιορτάστηκε ως ένας θρίαμβος όχι μόνο για το ίδιο το περιβάλλον, αλλά και για την παγκόσμια συνεργασία γενικότερα.
Την ίδια ώρα, στην άλλη άκρη του Ατλαντικού ο Ντόναλντ Τραμπ ετοιμαζόταν πυρετωδώς για την κούρσα προς τις προεδρικές εκλογές, καταδικάζοντας απερίφραστα τη συμφωνία. Λίγοι στο Παρίσι είχαν δώσει βάση στον τότε υποψήφιο, ο οποίος δεν είχε καν εξασφαλίσει το χρίσμα του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Καθώς οι εφετινές συνομιλίες για το κλίμα του ΟΗΕ ξεκίνησαν πριν από λίγες ημέρες στην Πολωνία, ο Τραμπ και οι όμοιοί του ανά τον κόσμο λαϊκιστές ηγέτες αποτελούν τη μεγαλύτερη απειλή για το κλίμα.
Η Συμφωνία του Παρισιού
Στην ουσία της, η Συμφωνία του Παρισιού είναι ένα ντιλ καλής πίστης, το οποίο βασίζεται σε μια αποτελεσματική συνεργασία. Κάθε χώρα οφείλει να θέσει τους δικούς της στόχους για τις εκπομπές αερίων που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου, αρχής γενομένης από το 2020, οπότε και το σύμφωνο θα τεθεί σε εφαρμογή, ενώ κάθε πέντε χρόνια οι χώρες θα θέτουν νέους στόχους για μείωση των εκπομπών.
Στις συνομιλίες της Πολωνίας, γνωστές με την ονομασία COP24, οι σύνεδροι από όλον τον κόσμο – περίπου 200 χώρες και οργανισμοί – για δύο εβδομάδες θα συζητούν τρόπους για την αναστροφή της κλιματικής αλλαγής, την υλοποίηση δηλαδή του στόχου της Συμφωνίας του Παρισιού, ώστε να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου. Απώτερος στόχος, να καταλήξουν σε κοινό ανακοινωθέν για μια μετάβαση από την παραγωγή ενέργειας με ορυκτά καύσιμα σε καθαρές μορφές ενέργειας. Ωστόσο, η άνοδος του λαϊκισμού από τη Λατινική Αμερική ως την Ευρώπη και την Ασία καθιστά τους στόχους για το κλίμα ευσεβείς πόθους και η απόφαση Τραμπ να αποσυρθεί από τη Συμφωνία του Παρισιού έχει ενθαρρύνει και άλλες χώρες να κρατήσουν στάση επικριτική.
«Χρειάζεται παγκόσμια απάντηση στο θέμα της κλιματικής αλλαγής και εάν είσαι εθνικιστής, τότε πιστεύεις ότι δεν ήλθες για να στηρίξεις αυτό το πράγμα» αναφέρει στους «Financial Times» ο Τζέρι Τέιλορ, πρόεδρος της δεξαμενής σκέψης Niskanen Centre με έδρα την Ουάσιγκτον, και προσθέτει: «Η άνοδος του λαϊκισμού στα δεξιά έχει ρίξει νερό στον μύλο των αρνητών της κλιματικής αλλαγής, γιατί εισήγαγε στοιχεία όπως ο αντι-ελιτισμός, η εναντίωση στην παγκοσμιοποίηση και η άρνηση για μια παγκόσμια δέσμευση».
Περισσότερος άνθρακας
Ταυτόχρονα, η συγκυρία δεν είναι καθόλου ευνοϊκή. Η παγκόσμια αυτή πολιτική εναντίωση στη Συμφωνία του Παρισιού συμπίπτει με την αύξηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα σε παγκόσμιο επίπεδο, κυρίως λόγω της αυξανόμενης κατανάλωσης άνθρακα. Ειρωνεία; Οι συνομιλίες διεξάγονται στο Κατοβίτσε, μια πόλη στη νότια Πολωνία γνωστή για το γεγονός ότι εκεί βρίσκονται πέντε από τα τριάντα ανθρακωρυχεία που εκπέμπουν το περισσότερο διοξείδιο του άνθρακα στην Ευρώπη, ενώ χορηγός της διάσκεψης είναι μια από τις κρατικές επιχειρήσεις εξόρυξης άνθρακα.
Αν και οι υπογράφοντες τη Συμφωνία του Παρισιού δεσμεύονται να περιορίσουν την υπερθέρμανση του πλανήτη ακόμη και κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου, οι υφιστάμενες υποσχέσεις δεν αρκούν για την επίτευξη αυτού του στόχου, πολύ δε περισσότερο αν λάβει κανείς υπ’ όψιν την παρουσία του Τραμπ στον Λευκό Οίκο και την εμφάνιση και άλλων εθνικιστών ηγετών που μοιράζονται τις απόψεις του αμερικανού προέδρου. Στη Βραζιλία ο νεοεκλεγείς ακροδεξιός Ζαΐρ Μπολσονάρο έχει δημόσια τοποθετηθεί υπέρ της απόσυρσης της χώρας του από τη Συμφωνία του Παρισιού, ενώ δήλωσε ότι θα χαλαρώσει τους ελέγχους για την αποψίλωση του Αμαζονίου. Την ίδια ώρα οι χώρες που δείχνουν απρόθυμες να συντονιστούν στην κοινή προσπάθεια για την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος αυξάνονται.
Ο ρόλος της Κίνας
Στην Αυστραλία ο πρώην πρωθυπουργός Μάλκομ Τέρνμπουλ που επιχείρησε να εισαγάγει ένα σχέδιο μείωσης των εκπομπών ρύπων εξαναγκάστηκε σε παραίτηση το περασμένο καλοκαίρι, με τους Φιλελεύθερους να είναι διχασμένοι για το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, στις Φιλιππίνες οι θέσεις του Ροντρίγκο Ντουτέρτε περί «παράλογης» Συμφωνίας για το Κλίμα είναι γνωστές, ενώ ο μεγαλύτερος ρυπαντής του κόσμου, η Κίνα, είναι αμφίβολο εάν θα επιτρέπει να επαληθεύονται τα στοιχεία των εκθέσεων για τις εκπομπές αερίων, καθώς είναι γνωστό ότι δεν επιθυμεί ξένους παρατηρητές να ερευνούν τα ευαίσθητα εσωτερικά της δεδομένα.
Ενα άλλο ακανθώδες σημείο αποτελεί η χρηματοδότηση. Οι πλούσιες χώρες δεν έχουν μέχρι στιγμής αναφέρει πώς θα εκπληρώσουν τη δέσμευσή τους να χορηγούν 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως στις φτωχότερες χώρες ως το 2020, ενώ το ποσό αυτό θεωρείται πλέον εξαιρετικά δύσκολο να συγκεντρωθεί με δεδομένο ότι ο Τραμπ απέσυρε τις Ηνωμένες Πολιτείες από τη χρηματοδότηση. Οπως φαίνεται, αυτή του η στάση έχει ήδη βρει τους πρώτους μιμητές.