Το ζήτημα της εξαίρεσης από την υποχρέωση διενέργειας μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων κατά την πρώτη φάση εργασιών πετρελαίου στις περιοχές παραχώρησης για εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, δηλαδή στη φάση των σεισμικών ερευνών, χρήζει ιδιαίτερης προσοχής.
Αυτό κατήγγειλαν σήμερα Δευτέρα οι επιστήμονες του WWF Ελλάς κατά την παρουσίαση της 14ης ετήσιας έκθεσης «Η περιβαλλοντική νομοθεσία στην Ελλάδα», η οποία εφέτος εκδόθηκε σε συνεργασία με τη μη κερδοσκοπική εταιρεία περιβαλλοντικού δικαίου «Νόμος + Φύση». Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε ο νομικός συντονιστής της οργάνωσης κ. Γιώργος Χασιώτης, στη φάση της σεισμικής έρευνας προβλέπεται η σύνταξη ενός «περιβαλλοντικού σχεδίου δράσης», το οποίο ούτε καν δημοσιεύεται και έχει αδιευκρίνιστο περιεχόμενο, ενώ δεν εμπίπτει σε καμία νομοθεσία σχετική με τις περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις.
«Το ευνοιοκρατικά ελαστικό αδειοδοτικό πλαίσιο για τους υδρογονάνθρακες», όπως υπογράμμισε ο νομικός επιστήμονας, αποτελεί την πλέον προφανή απόδειξη ότι ο νομοθέτης αντιμετωπίζει τον κρίσιμο θεσμό της περιβαλλοντικής αδειοδότησης με δυσπιστία, σαν γραφειοκρατικό εμπόδιο και όχι ως θεμελιώδη βραχίονα μιας αειφόρου ανάπτυξης.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα στοιχεία του WWF, στην Ελλάδα 56 προστατευόμενες περιοχές βρίσκονται εξ ολοκλήρου μέσα σε χερσαία και θαλάσσια οικόπεδα εξορύξεων (40 καταφύγια άγριας ζωής και 16 περιοχές του δικτύου Natura 2000). Επίσης, 136 προστατευόμενες περιοχές βρίσκονται μερικώς σε χερσαία και θαλάσσια οικόπεδα εξορύξεων (59 καταφύγια άγριας ζωής, 69 περιοχές Natura, 7 εθνικά πάρκα και ένας εθνικός δρυμός).
«Σε ένα συμπαγές και συνεπές αδειοδοτικό πλαίσιο, οι παρεμβάσεις και οχλήσεις που συνεπάγονται οι σεισμικές έρευνες θα έπρεπε να υποβάλλονται σε πλήρη εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων με τη διαφάνεια και δημόσια λογοδοσία που αρμόζει σε κάθε σύγχρονο κράτος» σημείωσε ο κ. Χασιώτης.
Και όπως υπογράμμισε, οι επιπτώσεις στο περιβάλλον των περιοχών σεισμικής έρευνας είναι σοβαρές και περιλαμβάνουν αποψίλωση βλάστησης, διάβρωση εδάφους, υδρολογικές αλλοιώσεις, ρύπανση από απόβλητα, αλλαγή χρήσεων γης, ρύπανση από την κίνηση οχημάτων, αλλοιώσεις σε οικοσυστήματα από διάνοιξη δρόμων και κατακερματισμό των οικοσυστημάτων.
«Στις θαλάσσιες περιοχές (κυρίως στο Ιόνιο και στην Κρήτη), οι επιπτώσεις των σεισμικών ερευνών στα θαλάσσια θηλαστικά θα είναι δίχως αμφιβολία εξαιρετικά επιβλαβείς. Η χρήση σεισμικών airguns (σεισμικών αεροβόλων) για την πρόκληση ακουστικών πηγών είναι η σοβαρότερη και πλέον αδιαμφισβήτητη επίπτωση στη θαλάσσια βιοποικιλότητα, καθώς μπορεί να προκαλέσει ακουστικά τραύματα ή ακόμα και θάνατο σε φάλαινες, δελφίνια και θαλάσσιες χελώνες» υπογράμμισε ο κ. Χασιώτης.
Τι λένε οι εταιρείες
Από την πλευρά τους, οι εταιρείες που έχουν αποφασίσει να επενδύσουν στην έρευνα και εξόρυξη υδρογονανθράκων στην Ελλάδα υποστηρίζουν ότι η ασφάλεια και η προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος σε περιοχές όπου αναπτύσσονται δραστηριότητες έρευνας και εξόρυξης υδρογονανθράκων είναι ένα εξαιρετικά κρίσιμο θέμα το οποίο έχει αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά στα ευρωπαϊκά κράτη, με καλύτερο παράδειγμα αυτό της Νορβηγίας.
Οπως ανέφερε στο «Βήμα της Κυριακής» ο διευθυντής του Εργαστηρίου Θαλάσσιας Γεωλογίας και Φυσικής Ωκεανογραφίας στο Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών κ. Γεώργιος Παπαθεοδώρου, «οι ερευνητικές δραστηριότητες που απαιτούνται για την αποτελεσματική προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος θα πρέπει να αναπτυχθούν σε δύο βασικούς άξονες: τις συστηματικές έρευνες για τον καθορισμό όλων των παραμέτρων και διεργασιών (baseline) που το διέπουν, με βάση τις οποίες άλλωστε θα σχεδιαστούν τα μέτρα προστασίας και τα αντίστοιχα σενάρια και τη συστηματική παρακολούθηση (monitoring) του θαλάσσιου περιβάλλοντος κατά τη διάρκεια των ερευνών και της εξόρυξης των υδρογονανθράκων».
Μάλιστα, αυτή την περίοδο στον Πατραϊκό Κόλπο εκτελούνται θαλάσσιες γεωφυσικές και περιβαλλοντικές έρευνες σε συνεργασία και με συντονισμό του ΕΛΚΕΘΕ, με το ωκεανογραφικό σκάφος της χώρας Ω/Κ ΑΙΓΑΙΟ, με χρήση οργάνων και τεχνολογιών αιχμής.
Πρόκειται για πρόγραμμα παρακολούθησης του θορύβου που προκαλείται από τις γεωφυσικές έρευνες για τον εντοπισμό των κοιτασμάτων, το οποίο έχει ήδη ολοκληρωθεί. Στόχος ήταν ο καθορισμός του φυσικού περιβαλλοντικού θορύβου σε παράκτιες περιοχές των νήσων Ιθάκη, Ατοκος, Μόδι και Οξιά και η σύγκρισή του με το επίπεδο του θορύβου κατά τη διάρκεια των γεωφυσικών ερευνών.
Επιπλέον, όπως σημειώνει ο κ. Παπαθεοδώρου, καθορίστηκε ζώνη αποκλεισμού 750 μέτρων περιμετρικά του ερευνητικού πλοίου πέραν της οποίας ο θόρυβος παύει να είναι επικίνδυνος για την υγεία των θαλάσσιων θηλαστικών. Σύμφωνα με τον ίδιο, οι μετρήσεις ολοκληρώθηκαν χωρίς να καταγραφεί κάποιο περιστατικό απώλειας θαλάσσιου θηλαστικού.