Από τη στιγμή που η Κριμαία ενώθηκε ξανά το 2014 με τη Ρωσία (στην οποία ανήκε μέχρι το 1954), κάτι που η Ουκρανία και σημαντικό μέρος της διεθνούς κοινότητας θεωρούν παράνομη προσάρτηση και η ρωσική πλευρά νόμιμη κυρίαρχη απόφαση του λαού της Κριμαίας σε δημοψήφισμα, η Αζοφική Θάλασσα μετατράπηκε σε μια από τις θερμές ζώνες του πλανήτη.
Η σύγκρουση γύρω από την Αζοφική Θάλασσα
Τυπικά το καθεστώς της Αζοφικής θάλασσας ρυθμίζεται από συμφωνία που υπέγραψαν το 2003 ο Βλαντιμίρ Πούτιν με τον Λεονίντ Κούσμα, τότε πρόεδρο της Ουκρανίας. Η συμφωνία ορίζει ότι οι δύο χώρες μοιράζονται την Αζοφική και την εκμεταλλεύονται από κοινού. Επιπλέον, προβλέπει ότι οποτεδήποτε κινούνται πολεμικά πλοία υπάρχει ενημέρωση εκ των προτέρων της άλλης χώρας.
Όμως, το 2003 η Κριμαία ήταν ακόμη τμήμα της Ουκρανίας, ενώ σήμερα έχει επανενωθεί με τη Ρωσία. Αυτό σημαίνει ότι από το 2014 και οι δύο πλευρές των στενών του Κερτς που ορίζουν το πέρασμα από τη Μαύρη Θάλασσα στην Αζοφική θάλασσα ανήκουν στη Ρωσία.
Όμως, την ίδια στιγμή δύο σημαντικά λιμάνια της Ουκρανίας, η Μαριούπολη και το Μπερντιάνσκ βρίσκονται στην Αζοφική όπως και ένα τμήμα του πολεμικού ναυτικού της Ουκρανίας.
Μάλιστα, το 2016 η Ρωσία ξεκίνησε την κατασκευή μιας γέφυρας που ενώνει τις δύο πλευρές των στενών του Κερτς. Η γέφυρα κόστισε 3,7 δισεκατομμύρια δολάρια και επέτρεψε την οδική σύνδεση ανάμεσα στην Κριμαία και τη Ρωσική Ομοσπονδία.
Η γέφυρα σκοπό είχε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του από ξηράς ουσιαστικά αποκλεισμού της Κριμαίας. Θυμίζουμε και το πρόβλημα που έχει δημιουργήσει στην Κριμαία η απόφαση των ουκρανικών αρχών τo 2014 να κλείσουν έναν από τους βασικούς αγωγούς που παρέχουν νερό στη χερσόνησο της Κριμαίας.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλοι διεθνείς φορείς καταδίκασαν την κατασκευή της γέφυρας και μάλιστα η Ευρωπαϊκή Ένωση επέβαλε τον Ιούλιο του 2018 κυρώσεις σε έξι ρωσικές εταιρείες που συμμετείχαν στην κατασκευή της γέφυρας.
Η ίδια η γέφυρα προσφέρει επίσης πολύ πιο άμεσο έλεγχο της ναυσιπλοΐας από και προς την Αζοφική. Εξαιτίας της κατασκευής της γέφυρας υπάρχει μόνο ένα άνοιγμα στη γέφυρα που επιτρέπει την είσοδο στην Αζοφική. Μάλιστα, η ουκρανική πλευρά διαμαρτύρεται ότι εξαιτίας του ύψους του ανοίγματος ορισμένα πλοία δεν μπορούν πλέον να προσεγγίσουν το λιμάνι της Μαριούπολης που ήδη καταγράφει μείωση της κίνησης.
Γύρω από την τελευταία ένταση υπάρχουν αντικρουόμενες πληροφορίες, καθώς η μεν ουκρανική πλευρά υποστηρίζει ότι υπήρχε έγκαιρη ενημέρωση για την πορεία των πλοίων, ενώ η ρωσική υποστηρίζει ότι δεν υπήρχε, ενώ επιπλέον υπάρχει και θέμα επικίνδυνων ελιγμών. Ωστόσο, είναι η πρώτη φορά που ένα τέτοιο επεισόδιο κλιμακώνεται μέχρι του σημείου να γίνει χρήση πραγματικών πυρών.
Μάλιστα, σε μια κίνηση που έστελνε ένα σαφές μήνυμα και προς την ουκρανική πλευρά η Ρωσία έκλεισε για ένα διάστημα το πέρασμα τοποθετώντας ένα εμπορικό πλοίο κάθετα στο άνοιγμα της γέφυρας, για να ανοίξει στη συνέχεια ξανά το πέρασμα.
Οι σκοπιμότητες πίσω από την κλιμάκωση της έντασης
Η ρωσική πλευρά υποστηρίζει ότι το όλο περιστατικό είναι μια επικίνδυνη πρόκληση από τη μεριά της ουκρανικής κυβέρνησης. Ο Ρώσος υφυπουργός Εξωτερικών Γκριγκόρι Καράσιν υποστήριξε ότι σκοπός της πρόκλησης ήταν να βρει η Ουκρανία πρόσχημα να κηρύξει στρατιωτικό νόμο ώστε να διευκολυνθεί η προεκλογική εκστρατεία του Ουκρανού προέδρου Πέτρο Ποροσένκο και να «κινητοποιήσει τις αντιρωσικές πολιτικές της Δύσης».
Ούτως ή άλλως, εδώ και καιρό η ουκρανική κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η Ρωσία κλιμακώνει τη στρατιωτική παρουσία της και στην Αζοφική και στην Μαύρη Θάλασσα και ότι προετοιμάζει ακόμη και επίθεση στη Μαριούπολη, κάτι που η Ρωσική πλευρά διαψεύδει.
Από την άλλη, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι όντως η Ουκρανία είναι μέσα σε προεκλογική περίοδο και άρα ο Ποροσένκο έχει λόγο να προσπαθεί να εκμεταλλευτεί μια εικόνα «εθνικής κρίσης» στην οποία αυτός παίρνει αποφασιστικά μέτρα απέναντι στη «ρωσική απειλή», δεδομένου ότι στις δημοσκοπήσεις βρίσκεται αρκετά πίσω από την πρώην πρωθυπουργό Γιούλια Τιμοσένκο.
Ο Ποροσέκνο αναζητά τρόπους να προβάλει τη δική του ατζέντα που στηρίζεται στο τρίπτυχο «Στρατός, γλώσσα, πίστη» καθώς επενδύει στα αντιρωσικά αισθήματα, στον ουκρανικό εθνικισμό και στη δρομολόγηση της δημιουργίας αυτοκέφαλης ουκρανικής εκκλησίας.
Σημειώνουμε ότι στρατιωτικός νόμος δεν είχε επιβληθεί στην Ουκρανία ούτε στην κορύφωση των συγκρούσεων στην πλατεία Μαϊντάν του Κιέβου, ούτε σε επόμενες στιγμές κορύφωσης της αντιπαράθεσης ανάμεσα στην Ουκρανία και τη Ρωσία.
Μάλιστα, στην ίδια εικόνα μιας αναζωπύρωσης της έντασης και με ουκρανική πρωτοβουλία παραπέμπουν και οι κινήσεις προώθησης ουκρανικών δυνάμεων προς την ουδέτερη ζώνη που χωρίζει από την ελεγχόμενη από τους ρωσόφωνους αυτονομιστές περιοχή του Ντονμπάς.
Από τη μεριά του ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ επέμεινε και αυτός ότι πρόκειται για μια πρόκληση και ότι οι κινήσεις των ουκρανικών σκαφών ήταν επικίνδυνες και «παραβιάζουν το δίκαιο της θάλασσας και το γενικό διεθνές δίκαιο, συμπεριλαμβανομένου του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ και της σύμβασης του 1982 πάνω στο Δίκαιο της Θάλασσας και άλλα νομικά κείμενα, που απαιτούν όλα τα κράτη να σέβονται στην κυριαρχία άλλων χωρών».
Ωστόσο, μένει να δούμε εάν γύρω από το περιστατικό αυτό θα υπάρξουν και νέες κυρώσεις έναντι της Ρωσίας. Χαρακτηριστική εδώ η δήλωση του Λαβρόφ ότι «σταματήσαμε να ανησυχούμε για αυτές εδώ και πολύ καιρό. Σίγουρα οι κυρώσεις είναι πάντα ένα κακό πράγμα, αλλά δυσκολευόμαστε να σχολιάσουμε μια πολιτική που καλεί σε κυρώσεις σε μια χώρα, η κυριαρχία της οποία παραβιάστηκε σε περιστατικό όπως το χτεσινό. Δύσκολα μπορεί κανείς να περιμένει ότι θα επηρεάσουμε ανθρώπους που έχουν εμμονή με μια μόνον ιδέα: να αναζητήσουν νέων δικαιολογιών για να ασκήσουν πίεση στη Ρωσία».
Μάλιστα, το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών ανακοίνωσε ότι θα καλέσει τον Ουκρανό επιτετραμμένο στη Μόσχα σε σχέση με την «επιθετική και προκλητική κίνηση της Ουκρανίας».
Ως προς τον αντίκτυπο που θα έχει η όλη εξέλιξη στις σχέσεις ανάμεσα στην Ρωσία και τη Δύση, αυτό μένει να φανεί από εδώ και πέρα ξεκινώντας από τη συζήτηση που έχει προγραμματιστεί στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ μετά από αίτημα και της Ρωσίας και της Ουκρανίας.
Ενδιαφέρον θα έχει και το εάν και κατά πόσο θα επισκιάσει η όλη κατάσταση τη συνάντηση ανάμεσα στον Βλαντιμίρ Πούτιν και τον Ντόναλντ Τραμπ που προγραμματίζεται για το τέλος της εβδομάδας, στο περιθώριο της συνάντησης των G20 στο Μπουένος Άιρες.
Παρότι μια σειρά χωρών έσπευσαν να καταδικάσουν τις ρωσικές ενέργειες, οι πρώτες αντιδράσεις και της Ευρωπαϊκή Ένωσης και του ΝΑΤΟ δεν παρέπεμπαν σε κλιμάκωση με τους δύο οργανισμούς να καλούν και τις δύο πλευρές σε αυτοσυγκράτηση.