Η διαρκής κατρακύλα του χρηματιστηρίου τις τελευταίες εβδομάδες και κυρίως η δραματική επιδείνωση της κεφαλαιοποίησης των τραπεζών, δημιουργούν ένα ανησυχητικό κλίμα για την πορεία της οικονομίας συνολικά. Σε συνδυασμό μάλιστα με την αύξηση του σπρεντ των ελληνικών ομολόγων, που κινούνται πλέον σε απαγορευτικά επίπεδα υπονομεύουν δραματικά το success story που καλλιεργεί η κυβέρνηση.
Το πρόβλημα των κόκκινων δανείων, παρά τα φιλόδοξα σχέδια που παρουσιάζονται τον τελευταίο καιρό, παραμένει όπως αποδεικνύεται η μεγάλη πληγή των ελληνικών τραπεζών. Οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι έχουν σχέδιο αλλά χρειάζονται χρόνο για να καλύψουν τις απαιτήσεις της ΕΚΤ, αλλά οι επενδυτές φαίνεται ότι δεν πείθονται και τις εγκαταλείπουν μαζικά.
Οι συνεχείς επιθέσεις που δέχονται έχουν ως αποτέλεσμα να έχουν χάσει από την αρχή του χρόνου παραπάνω από τη μισή κεφαλαιοποίηση τους, με αποτέλεσμα οι τέσσερις συστημικές τράπεζες να βρίσκονται συνολικά κάτω από τα 4 δισ. Προφανώς αυτή η τραγική εικόνα δεν αποτυπώνει την πραγματική κατάσταση των τραπεζών. Δεν παύει όμως να είναι εξαιρετικά προβληματική και να υπονομεύει την αξιοπιστία τους, αλλά και το ρόλο τους στην οικονομία γενικότερα.
Με το ελληνικό δημόσιο να είναι ουσιαστικά αποκλεισμένο από τις αγορές και τις τράπεζες να πιέζονται όλο και περισσότερο, η πραγματική οικονομία που υποφέρει εδώ και καιρό από την έλλειψη χρηματοδότησης, οδηγείται σε ασφυξία. Οι πανηγυρισμοί για τη έξοδο από το μνημόνιο μπορεί να βολεύουν για εσωτερική κατανάλωση, αλλά όχι μόνο δεν έπεισαν τους επενδυτές, αλλά κι αυτοί που είχαν την τόλμη να επενδύσουν, μας εγκαταλείπουν τρέχοντας.
Με τις τράπεζες συνεχώς υπό πίεση, με τις αγορές κλειστές, η ανάπτυξη που υπόσχεται η κυβέρνηση παραμένει δυστυχώς όνειρο απατηλό. Σε συνδυασμό μάλιστα με το προεκλογικό κλίμα παροχολογίας που διαμορφώνεται, το κλίμα για την οικονομία θα γίνεται όλο και πιο δύσκολο.
Είναι προφανές ότι η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί. Χρειάζονται όμως ρεαλιστικές και αποτελεσματικές λύσεις κι όχι καιροσκοπικές υποσχέσεις και ημίμετρα. Διαφορετικά θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε την οικονομία να βουλιάζει στην αβεβαιότητα και τη χώρα να συνεχίσει να παραπαίει.