Οι οικονομικές κρίσεις φέρνουν ανθρωπιστικές και οικονομικές καταστροφές, κοινωνικά και προσωπικά αδιέξοδα.
Τότε, ακόμη περισσότερο, ο πολίτης θέλει να πιστέψει σε μια προσιτή αλήθεια, μια κοντινή ψευδαίσθηση που του εμπνέει απόλυτη εμπιστοσύνη, ζει για μακρό χρόνο σε διαρκή αυταπάτη και μόνο μια απόλυτη καταστροφή μπορεί να τον βγάλει από τον φαύλο κύκλο της αυτοεξαπάτησης και της εξαπάτησης.
Τα πολιτικά κόμματα, τα ΜΜΕ και οι κοινωνικές εκπροσωπήσεις, πολλές φορές, αντί να φωτίζουν με γνώση και αλήθειες την πολυπλοκότητα των προβλημάτων, για να απελευθερώσουν από τον θυμό, την απογοήτευση και την παραίτηση την κοινωνία, την τροφοδοτούν με μίσος και βαθαίνουν τα πολιτικά και κοινωνικά ρήγματα.
Όλοι συμφωνούν, ότι:
1) Παρ’ όλη την οικονομική και κοινωνική κρίση των τελευταίων χρόνων και την υποχώρηση του κοινωνικού κράτους, όπως και του κράτους δικαίου σε ορισμένες χώρες, η ΕΕ των 500 εκατ. πολιτών είναι η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο και παραμένει το πρότυπο του κοινωνικού κεκτημένου και του κράτους δικαίου, επιλογή ασφαλούς καταφυγίου για εκατομμύρια προσφύγων και μεταναστών από την Αφρική και την Ασία.
2)Τα κυρίαρχα πολιτικά ρεύματα στην Ευρώπη, το σοσιαλδημοκρατικό και το κεντροδεξιό, συνέβαλαν αποφασιστικά στο ειρηνικό μεταπολεμικό θαύμα της μεγάλης ανάπτυξης και της κοινωνικής ευημερίας.
Ο δύο αυτές μεγάλες αλήθειες ξεχνιούνται γιατί, την περίοδο της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, πραγματοποιήθηκαν μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές ανατροπές, που έφερε το άνοιγμα των αγορών χρήματος και αγαθών, οι νέες τεχνολογίες και ιδιαίτερα εκείνες της πληροφορικής και των επικοινωνιών, και τις οποίες τα δυο κυρίαρχα ρεύματα δεν διέγνωσαν έγκαιρα.
Ένα μεγάλο μέρος του παγκόσμιου πλούτου τα τελευταία 40 χρόνια είναι αποτέλεσμα της παγκοσμιοποίησης, όμως η παραγωγή σε πολλούς τομείς και όχι μόνο σε τομείς έντασης εργασίας, μεταφέρθηκε από τη Δύση
στην Ανατολή, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη των χωρών της Ανατολής και τη μείωση της φτώχειας των κοινωνιών τους.
Η επιλογή όμως της Δύσης να καλύψει το παραγωγικό και εισοδηματικό κενό με εκτεταμένο δανεισμό του Δημοσίου, των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, οδήγησε στη χρηματοπιστωτική κρίση, που ξεκίνησε από τις ΗΠΑ και μεταφέρθηκε στην ΕΕ και ιδιαίτερα στις πιο εκτεθειμένες χώρες, με αποτέλεσμα την ουσιαστική οικονομική και κοινωνική κατάρρευσή τους. Στις αναδυόμενες χώρες έχουμε ανάδειξη μιας μεγάλης μεσαίας τάξης, ενώ στις ανεπτυγμένες έχουμε τη συρρίκνωσή της ‒ αυτό σπρώχνει τις κοινωνίες στα άκρα και ευνοεί τον λαϊκισμό.
Στις ΗΠΑ η μεσαία τάξη συρρικνώθηκε πάνω από 10 μονάδες, στην ΕΕ 8% και στην Ελλάδα από 50% του ενεργού πληθυσμού σε 20%, ενώ η κρίση μείωσε το εισόδημα σε πάνω από 80% των νοικοκυριών και σε πολλά το μηδένισε. Ο νέος πλούτος στη Δύση συγκεντρώθηκε στο 1% των πλουσίων που κατέχουν πλέον πάνω από το 50% του πλούτου. Ακόμη χειρότερα, η αναδιανομή τα επόμενα χρόνια θα συνεχιστεί, μεγαλώνοντας περισσότερο τις εισοδηματικές και κοινωνικές ανισότητες.
Τα μεσαία στρώματα, φοβούνται τις απώλειες του εισοδήματος και του κοινωνικού status τους και μετακινούνται ορμητικά κυρίως στα δεξιά και στην άκρα δεξιά. Η κρίση της δημοκρατίας της Βαϊμάρης και η άνοδος του ναζισμού στη Γερμανία, το φαινόμενο Τραμπ στις ΗΠΑ, το Brexit και οι μεγάλες πολιτικές αναδιατάξεις σε όλη την Ευρώπη είναι αποτελέσματα των κρίσεων.
Στα δύο αυτά οξύτατα προβλήματα προστέθηκε και η μεγάλη προσφυγική και μεταναστευτική πίεση των τελευταίων χρόνων, με αποτέλεσμα να προστεθούν προβλήματα ασφάλειας και ταυτότητας των ευρωπαϊκών κοινωνιών.
Μεγάλα τμήματα των κοινωνιών αμφισβήτησαν τα δύο ρεύματα και αναζήτησαν εκπροσώπηση σε ριζοσπαστικές πολιτικές δυνάμεις που εμφανίστηκαν κυρίως στα δεξιά της κεντροδεξιάς, αλλά και αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας στις χώρες του Νότου.
Στις επερχόμενες ευρωεκλογές μπορεί να μη δικαιωθεί ο Σαλβίνι, που βλέπει τα δεξιά και γενικά ευρωσκεπτικιστικά κόμματα να γίνονται κυρίαρχα, είναι όμως βέβαιο ότι θα ισχυροποιηθούν κυρίως εις βάρος των σοσιαλδημοκρατικών.
Η κεντροδεξιά όλα δείχνουν ‒και η εκλογή Βέμπερ το επιβεβαιώνει‒ ότι μετακινείται δεξιότερα∙ η σοσιαλδημοκρατία δυστυχώς πελαγοδρομεί.
Το αδιέξοδο της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας είναι ακόμη πιο μεγάλο γιατί συρρικνώθηκαν οι δύο βασικοί πυλώνες της πολιτικής της: η μεσαία τάξη και το κοινωνικό κράτος.
Η κρίση των δύο ισχυρών κομμάτων σε Γερμανία και Γαλλία το μαρτυρά απόλυτα.
Σε αναδυόμενες οικονομίες, όπως η Βραζιλία, όπου οι δημοκρατικοί θεσμοί είναι ασταθείς, όταν οι ανισότητες εκτοξεύονται στα ύψη, η εγκληματικότητα και η διαφθορά διαπερνά μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου και της οικονομικής δραστηριότητας, οι αντιδράσεις και οι πολιτικές μετακινήσεις, είναι ακόμη πιο βίαιες, ο ακροδεξιός δημαγωγός και εκδικητής Μπολσονάρο, φαντάζει ως Μεσίας.
Το παράλογο αυτών των εκλογών, όπου η σύγχυση και η παραπληροφόρηση έχουν υπονομεύσει τη λογική είναι, ότι ένας μεγάλος αριθμός υποστηρικτών του πρώην αριστερού προέδρου Λούλα, ψήφισαν τον Μπολσονάρο. Το ίδιο έκαναν και οι ψηφοφόροι της μεσαίας τάξης, που στήριζαν το κεντροδεξιό κόμμα, επειδή είχαν μεγάλες απώλειες στην αγοραστική τους δύναμη τα τελευταία χρόνια, λόγω των αναδιανεμητικών πολιτικών των διαδοχικών κυβερνήσεων του Εργατικού Κόμματος.
Το γεγονός, ότι ο απόστρατος αξιωματικός, ήταν θαυμαστής του Χίτλερ και του Πινοσέτ, όπως, φυσικά, και της πολύχρονης αιματηρής δικτατορίας, δεν απέτρεψε την εκλογή του.
Στην Ελλάδα, ο κίνδυνος αυτός δεν είναι υπαρκτός, όμως τα κόμματα φαίνεται ότι συνεχίζουν να μην κατανοούν τις μεγάλες παραγωγικές και κοινωνικές αλλαγές, που έχουν υπάρξει στα χρόνια της κρίσης και ασχολούνται περισσότερο με την ανατροφοδότηση του θυμού, που δικαιολογημένα μπορεί να νιώθει το μεγαλύτερο μέρος της κοινωνίας και ιδιαίτερα οι νέοι, για όσους διαχειρίστηκαν και διαχειρίζονται την εξουσία στη χώρα Οι παραγωγικές και κοινωνικές προτάσεις τους υπολείπονται των αναγκών της χώρας και χάνονται στο μίσος της κομματικής και προσωπικής αντιπαράθεσης.
Ο Σύριζα, με το νέο σύνθημα περί «Ρεαλιστικής Αριστεράς» ‒διαγράφοντας στην πράξη τον ριζοσπαστικό του χαρακτήρα που έσπρωξε και εξέφρασε, με ή χωρίς «αυταπάτες», τον θυμό και το αδιέξοδο μεγάλου τμήματος της ελληνικής κοινωνίας‒ διεκδικεί τον σοσιαλδημοκρατικό χώρο. Είναι όμως αυτή η απάντηση στην κρίση της σοσιαλδημοκρατίας;
Το Κίνημα Αλλαγής, ως ιστορικός κληρονόμος του μεταρρυθμιστικού κέντρου και της σοσιαλδημοκρατίας, και σε ένα βαθμό το Ποτάμι, μπορούν να είναι η απάντηση;