Εξαλλος με τη Δύση είναι ο διάδοχος του θρόνου της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν ο οποίος, λίγο περισσότερο από έναν χρόνο αφότου τον όρισε ο πατέρας του για να τον διαδεχθεί, συμπεριφέρεται σαν εκκολαπτόμενος Σαντάμ Χουσεΐν. Οι αντιδράσεις της Δύσης για τη δολοφονία του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι τον έχουν σοκάρει και μοιάζει ανίκανος να αντιληφθεί ότι δεν μπορεί να λειτουργεί σαν απόλυτος άρχοντας σε παγκόσμιο επίπεδο, όπως λειτουργεί στη χώρα του προτού ακόμη ανεβεί στον θρόνο.
Οπως αποκάλυψε η «Wall Street Journal», σε πρόσφατη τηλεφωνική επικοινωνία με τον γαμπρό και σύμβουλο του Ντόναλντ Τραμπ, Τζάρεντ Κούσνερ, ο Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν (MbS) ήταν εκτός εαυτού για την «προδοσία της Δύσης» και απειλούσε ότι «θα αναζητήσει αλλού» συμμάχους.
Αυτή δεν είναι η πρώτη φορά που ένας δεσποτικός σύμμαχος της Δύσης στη Μέση Ανατολή θεωρεί ότι μπορεί να ενεργεί ασύδοτα και με ατιμωρησία λόγω της ευθυγράμμισής του με την Ουάσιγκτον. Το Foreign Policy τον παρομοιάζει με έναν άλλο σύμμαχο των ΗΠΑ του οποίου την ωμότητα παρέβλεψε αρχικά η Δύση: τον πρώην δικτάτορα του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν.
Ο φίλος και σύμμαχος Σαντάμ
Χρόνια προτού ο Σαντάμ γίνει ο υπ’ αριθμόν ένα εχθρός της Ουάσιγκτον, ήταν σύμμαχος και φίλος και έχαιρε μεγάλης υποστήριξης από τα δυτικά κράτη. Αυτό σταμάτησε όταν εισέβαλε στο Κουβέιτ το 1990. Η ωμή εγκαθίδρυση του 33χρονου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν στην εξουσία, που χαρακτηρίστηκε από τη σύλληψη και κράτηση των εγχώριων αντιπάλων του, παραπέμπει στην πάταξη των αντιφρονούντων από τον νεαρό τότε πρόεδρο Σαντάμ το 1979. «Η συγκέντρωση της εξουσίας σε έναν νεαρό, φιλόδοξο και απρόβλεπτο άνθρωπο προκαλεί ανησυχία σήμερα, όπως προκαλούσε και το 1979» είπε στο Bloomberg ήδη από πέρυσι ο Τόνι Ντοτζ από το Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Μελετών του Λονδίνου. Η αμέριστη υποστήριξη της Ουάσινγκτον προς τον Σαντάμ όχι μόνο του επέτρεψε να προκαλέσει μακελειό στον λαό του και στις γειτονικές χώρες, αλλά και τελικά να απειλήσει τα αμερικανικά συμφέροντα.
Μόλις ενάμιση χρόνο αφότου ο Σαντάμ εισέβαλε στο Ιράκ, ο τότε πρόεδρος Ρόναλντ Ρίγκαν έστειλε τον Ντόναλντ Ράμσφελντ (μετέπειτα υπουργό Αμυνας των ΗΠΑ επί Τζορτζ Μπους υιού) το 1982 για να συναντήσει τον ιρακινό δικτάτορα και να ομαλοποιήσει τις αμερικανο-ιρακινές σχέσεις. Η Ουάσιγκτον αύξαινε την υποστήριξη προς τον Σαντάμ όσο προχωρούσε ο πόλεμος Ιράκ – Ιράν, παρά το γεγονός ότι ο ιρακινός δικτάτορας χρησιμοποιούσε χημικά όπλα τόσο εναντίον των Ιρανών όσο και εναντίον του ίδιου του λαού του, των Κούρδων του Βόρειου Ιράκ. Για τον Ρίγκαν, τυχόν νίκη του Ιράν στον πόλεμο με το Ιράκ ήταν «απαράδεκτη», όπως έγραψε και στον αμερικανό υπουργό Αμυνας το 1988. Και άλλα έγγραφα που έχουν αποχαρακτηριστεί δείχνουν ότι η Ουάσιγκτον θεωρούσε πολύ σημαντική τη σχέση ΗΠΑ – Ιράκ για τους μακροχρόνιους πολιτικούς και οικονομικούς στόχους της.
Σήμερα, η ρητορική της κυβέρνησης Τραμπ για τις σχέσεις ΗΠΑ – Σαουδικής Αραβίας, παρά τη δολοφονία του Κασόγκι και την επίθεση στην Υεμένη, θυμίζει εκείνη της κυβέρνησης Ρίγκαν για το Ιράκ. Για παράδειγμα, ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο δηλώνει ότι η Σαουδική Αραβία είναι «σημαντικός στρατηγικός σύμμαχος των ΗΠΑ».
Προτού εισβάλει στο Κουβέιτ το 1990, ο Σαντάμ είχε την εντύπωση ότι έχαιρε της άνευ όρων υποστήριξης από την Ουάσιγκτον. Πολλοί αμερικανοί ειδικοί και αναλυτές θεωρούν ότι οι ΗΠΑ έδωσαν τότε άθελά τους το πράσινο φως στον Σαντάμ.
Η ίδια δικαιολογία
«Οι ΗΠΑ έκαναν λάθος που υποστήριξαν τον Σαντάμ απλώς επειδή αντιτασσόταν στο Ιράν, ένα λάθος που τις στοιχειώνει επί δεκαετίες. Σήμερα, η αυτόματη υποστήριξη της κυβέρνησης Τραμπ προς τον Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν οδεύει προς την ίδια κατεύθυνση» γράφουν οι συντάκτες του άρθρου στο Foreign Policy, Ράιαν Κοστέλο και Σίνα Τούσι από το National Iranian American Council, ΜΚΟ που προωθεί τις σχέσεις Αμερικανών και Ιρανών. «Η υποστήριξη της Ουάσιγκτον προς το Ριάντ σήμερα έχει ακόμη και την ίδια δικαιολογία: την αντιμετώπιση του Ιράν. Ο Τραμπ υποστήριξε τις εκκαθαρίσεις των εσωτερικών αντιπάλων του Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν και του έδωσε λευκή επιταγή για το μακελειό αμάχων στην Υεμένη, την απομόνωση του Κατάρ, την απαγωγή του πρωθυπουργού του Λιβάνου και την τιμωρία του Καναδά επειδή παραπονέθηκε για τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σαουδική Αραβία. Η διαταγή για τη δολοφονία Κασόγκι είναι η τελευταία από τις παράτολμες και παρορμητικές αποφάσεις του Μπιν Σαλμάν προς τις οποίες δεν αντιδρούν σθεναρά οι ΗΠΑ».
Αν επιτραπεί στον Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν να ανεβεί στον θρόνο της χώρας του χωρίς να έχει αντιμετωπίσει συνέπειες για την έξαλλη συμπεριφορά του, πιθανότατα θα τρομοκρατεί την περιοχή για δεκαετίες, όπως έκανε ο Σαντάμ, προειδοποιεί το αμερικανικό περιοδικό. Αν η θρασεία δολοφονία του Κασόγκι, που πραγματοποιήθηκε με πλήρη περιφρόνηση των διεθνών αρχών ή του πολιτικού κόστους για τους συμμάχους της Σαουδικής Αραβίας, αποτελεί δείγμα μιας νέας συμπεριφοράς από το Ριάντ, ο κόσμος ενδέχεται να είναι αντιμέτωπος με μια μεγαλύτερη απειλή από εκείνη που αποτελούσε ο Σαντάμ. Το ότι η Σαουδική Αραβία είναι μεγάλη πετρελαιοπαραγωγός χώρα και, συνεπώς, μπορεί να διαταράξει την παγκόσμια οικονομία περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα.