Η Ελλάδα έχει την άνεση να περιμένει την κατάλληλη στιγμή για έξοδο στις αγορές, δηλώνει ο υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, σε συνέντευξή του στο πρακτορείο Reuters, προσθέτοντας ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας είναι υπό έλεγχο.
Ερωτηθείς εάν η Ελλάδα θα δοκιμάσει μία πώληση κοινοπρακτικού ομολόγου φέτος, είπε ότι θα αφήσει το χρόνο της έκδοσης στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους (ΟΔΔΗΧ) και σημείωσε: «Έχει οδηγίες από την κυβέρνηση ότι θέλουμε να βγούμε όταν οι συνθήκες στις αγορές θα είναι κατάλληλες. Είναι η δουλειά του να κάνει την έρευνα και να μας πει πότε είναι ο κατάλληλος χρόνος».
Πρόσθεσε, δε, ότι «έχουμε την άνεση να περιμένουμε καθώς έχουμε το «μαξιλάρι», αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα βγούμε όταν ο χρόνος είναι κατάλληλος, και νομίζω ότι ο χρόνος θα είναι κατάλληλος μεσοπρόθεσμα».
Σύμφωνα με τον υπουργό, η Ελλάδα συμφώνησε με τους εταίρους της τον Ιούνιο την ελάφρυνση του χρέους της με στόχο τη βελτίωση της βιωσιμότητάς του μεσοπρόθεσμα. Αυτή προβλέπει την επέκταση των λήξεων κάποιων ομολόγων και την ελάφρυνση των επιτοκίων για κάποια άλλα, καθώς επίσης και τη δημιουργία αποθέματος ασφαλείας ύψους 24 δισ. ευρώ, το οποίο θα βελτιώσει τη βιωσιμότητα του χρέους μεσοπρόθεσμα.
Για την έξοδο στις αγορές, ο κ. Τσακαλώτος ανέφερε επίσης ότι «(η κατάσταση στην Ιταλία) το έκανε λίγο πιο δύσκολο, αλλά από την άλλη πλευρά νομίζω ότι οι αγορές έγιναν πιο ικανές στο να κατανοήσουν ότι η Ελλάδα ολοκλήρωσε το πρόγραμμά (προσαρμογής), έχει κάνει ένα τεράστιο αριθμό μεταρρυθμίσεων, και έχει πλέον ένα απόθεμα ασφαλείας ώστε οι χρηματοδοτικές της ανάγκες να είναι υπό έλεγχο για τουλάχιστον 2,5 χρόνια».
Δήλωσε παράλληλα, πως η Ελλάδα «έχει πετύχει μία συμφωνία για το χρέος της που σημαίνει ότι η χρηματοδότησή του είναι ευκολότερη από ότι είναι στην Πορτογαλία και την Ιταλία».
Για το θέμα της Ιταλίας, ο υπουργός είπε ότι η Κομισιόν πρέπει να δείξει κατανόηση στη διαπραγμάτευση με την Ρώμη για τον προϋπολογισμό της. «Η Ιταλία είναι μια χώρα που το κατά κεφαλήν ΑΕΠ έχει αυξηθεί ελάχιστα τα τελευταία 20 χρόνια και είναι επίσης μια χώρα με μεγάλες περιφερειακές ανισότητες», είπε.
«Έτσι είναι σημαντικό για την Κομισιόν και τις χώρες μέλη να λάβουν υπόψη τους την ιταλική πραγματικότητα και να προσπαθήσουν να φθάσουν σε συμβιβασμό που θα είναι καλός για τους ανθρώπους στην Ιταλία, αλλά και για την Ευρώπη την ίδια», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Απαντώντας για το εάν η Ιταλία θα έπρεπε να αναζητήσει εναλλακτική λύση, είπε ότι είναι σημαντικό η Ιταλία να μείνει στην ΕΕ. «Είμαι υπέρ της Ευρώπης για πολλούς λόγους, αλλά ο βασικότερος είναι ότι πάντα φοβόμουν ότι εάν διασπαστεί η Ευρώπη, θα έχει ως αποτέλεσμα μία δυσάρεστη δεξιά λαϊκίστικη πολιτική της δεκαετίας του ’30, με ανταγωνιστικές υποτιμήσεις και εθνικισμούς», δήλωσε.
Πρόσθεσε, δε, πως «νομίζω ότι είναι σημαντικό για τους Ευρωπαίους και για την προοδευτική ατζέντα όχι μόνο να το αποφύγουμε, αλλά και να μεταρρυθμίσουμε την Ευρώπη με έναν τρόπο που θα αντιμετωπίζει τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι σε όρους κοινωνικής ανισότητας, το ύψος των θέσεων εργασίας που είναι διαθέσιμες και την ποιότητα των θέσεων αυτών».