Άνω – κάτω έχει γίνει ξανά η κυβέρνηση, στον απόηχο της κόντρας μεταξύ Νίκου Κοτζιά και Πάνου Καμμένου, με αφορμή τις σοβαρές καταγγελίες περί χρηματισμού της κυβέρνησης από τον Τζοτρζ Σόρος, όπως ισχυρίζεται ο τέως υπουργός Εξωτερικών ότι ακούστηκαν στο υπουργικό συμβούλιο από τον υπουργό Άμυνας.
Οι εκατέρωθεν καταγγελίες έχουν προκαλέσει εκρηκτικό κλίμα στο Μαξίμου, το οποίο βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο, ενώ η ατμόσφαιρα αμηχανίας που επικρατεί είναι διάχυτη.
Την ίδια ώρα, το τοπίο εξακολουθεί να παραμένει θολό σχετικά με τα πρακτικά του υπουργικού συμβουλίου και όσα ειπώθηκαν τόσο από τον Πάνο Καμμένο και τον Νίκο Κοτζιά, όσο και από τον πρωθυπουργό.
Οι καταγγελίες του τέως υπουργού παραμένουν αναπάντητες από το Μαξίμου παρά τις πιέσεις τις αντιπολίτευσης.
Μιλώντας στην ΕΡΤ, το βράδυ της Πέμπτης, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, επικαλούμενος το απόρρητο των συνεδριάσεων του υπουργικού συμβουλίου, αρνήθηκε να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει όσα ανέφερε ο Νίκος Κοτζιάς. Μάλιστα, δήλωσε πως δεν μπορεί να πάρει θέσει λόγω του απορρήτου και παρέπεμψε στις δηλώσεις του Πάνου Καμμένου.
«Ο ίδιος ο Πάνος Καμμένος το διέψευσε. Είπε ότι δεν ισχυρίστηκε ποτέ ότι η κυβέρνηση συνολικά ή οποιοδήποτε μέλος της έχει χρηματοδοτηθεί από τον Τζορτζ Σόρος για να υλοποιήσει την εξωτερική της πολιτική ή για οποιονδήποτε άλλο» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Και ενώ κάποιος θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι, παραπέμποντας στη δήλωση του υπουργού Άμυνας, στήριξε τον ίδιο, επί της ουσίας δεν είπε τίποτα. Ούτε αν έγιναν όσα υποστηρίζει ο Νίκος Κοτζιάς ούτε αν έγιναν μόνο αυτά που υποστηρίζει ο Πάνος Καμμένος.
Με τον τρόπο αυτό το Μαξίμου επιχειρεί να κλείσει το θέμα προκειμένου να αποφύγει περαιτέρω έκθεσή του, κίνηση στην οποία συμβάλλει και η προσπάθειά του να διατηρήσει στο προσκήνιο την υπόθεση της προφυλάκισης του Γιάννου Παπαντωνίου.
Με δεδομένες, όμως, τις εκατέρωθεν καταγγελίες και της σιγής ιχθύος που τηρεί το κυβερνητικό επιτελείο, ο μόνος τρόπος να διαπιστωθούν όσα πραγματικά ειπώθηκαν κατά τη διάρκεια του επίμαχου υπουργικού είναι η δημοσιοποίηση των πρακτικών. Κι εδώ γεννάται το ερώτημα, αν είναι εφικτή και νομικώς δυνατή μια τέτοια κίνηση.